Οι εξελίξεις στο Ισραήλ και τη Λωρίδα της Γάζας συνεχίζουν να επισκιάζουν την επικαιρότητα στα διεθνή και γερμανικά ΜΜΕ. Έτσι, κάπως απαρατήρητη, πέρασε μέσα στο Σαββατοκύριακο η Διεθνής Σύνοδος για την ειρήνη στην Ουκρανία που διεξήχθη στην Μάλτα, χωρίς ρωσική εκπροσώπηση. Όπως υπενθυμίζει σε σχόλιό της η Süddeutsche Zeitung «η υπόσχεση των δυτικών συμμάχων στις 24 Φεβρουαρίου του 2022 ήταν ‘Whatever it takes, as long as it takes’. Θα σας στηρίξουμε με ό,τι είναι χρειάζεστε, όσο χρειαστεί. Βαρυσήμαντα λόγια. Ωστόσο, όχι μόνο μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ, οι άνθρωποι στο Κίεβο αναρωτιούνται τι ισχύει ακόμη από αυτές τις διαβεβαιώσεις».
Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα «ο πόλεμος χαρακωμάτων στην Ουκρανία είναι η πιο θανατηφόρα εμπόλεμη σύρραξη στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Κάνοντας έναν σύντομο απολογισμό των απωλειών, εστιάζει επίσης και στα σχέδια της Μόσχας, η οποία «θέλει να επενδύσει το ενα τρίτο του κρατικού προϋπολογισμού της Ρωσίας για το 2024 στον στρατό και την κατασκευή νέων εργοστασίων που θα κατασκευάζουν τεθωρακισμένα, πυραύλους, ντρόουν».
Το σχόλιο, μεταξύ άλλων, παρατηρεί με το βλέμμα στραμμένο στη Μέση Ανατολή: «Πλέον υπάρχει πόλεμος και στο Ισραήλ, αποσπώντας την προσοχή από τον πόλεμο στην Ευρώπη. Μια προσοχή, η οποία συνήθως συνοδεύεται από χρήματα, όπλα, τεχνική και ιατρική βοήθεια. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι η Μέση Ανατολή, ούτε η μείωση του ενδιαφέροντος για τον αγώνα επιβίωσης των Ουκρανών απέναντι στον Ρώσο κατακτητή, που προκαλεί αυξανόμενη αναστάτωση στην Ουκρανία. Είναι η ίδια η μείωση της στήριξης προς την Ουκρανία. Παρατηρείται εδώ και καιρό, παρά τις υποσχέσεις».
Μέση Ανατολή: H επόμενη φάση του πολέμου
Στην «επέκταση των χερσαίων επιχειρήσεων» στη Λωρίδα της Γάζας, όπως ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου, αναφέρονται σχόλια στον γερμανικό Τύπο. Για τον Νετανιάχου, σημειώνει η Frankfurter Allgemeine Zeitung δύο είναι οι στόχοι που έχει θέσει: «η καταστροφή όλων των δομών της Χαμάς και συγχρόνως η διάσωση όσο το δυνατόν περισσότερων ομήρων από τα χέρια της Χαμάς». Όμως «η ομίχλη του πολέμου συσκοτίζει όσα συμβαίνουν στο πεδίο των μαχών. Όσο περισσότερο διαρκέσουν οι μάχες, τόσο θα γίνεται ακόμη πιο σαφές πόσο δύσκολο είναι να επιτευχθούν οι δύο στόχοι. Κυρίως όμως κάθε μέρα θα ανοίγουν ολοένα περισσότερο τα ρήγματα στην πολιτική του Ισραήλ».
Όπως παρατηρεί το σχόλιο μεταξύ άλλων διακυβεύεται πλέον και «η πολιτική επιβίωση του Νετανάχιου. Για τον ίδιο πρόκειται για μια κληρονομιά δεκαετιών που διαμόρφωσε την πολιτική του Ισραήλ».
Από την άλλη πλευρά τις τελευταίες εβδομάδες, ο επικεφαλής της ισραηλινής κυβέρνησης «αποφεύγει κρίσιμες ερωτήσεις και δυσάρεστες συναντήσεις. Αναγκάστηκε μάλιστα να αποσύρει δημόσια την κριτική που άσκησε στους επικεφαλής των αρχών ασφαλείας. Μέχρι στιγμής η ηγεσία του στρατού λειτουργεί συλλογικά, πέραν των πολιτικών στρατοπέδων. Εντούτοις το πρόβλημα είναι ότι το Ισραήλ απέχει ακόμη πολύ από το να αποκτήσει ξανά μια σταθερή κυβέρνηση»
Τουρκία: Aπό τον Κεμαλισμό στον Ερντογανισμό
Πολλά τα αφιερώματα αυτές τις ημέρες και στον γερμανικό Τύπο για τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας. Από την πλευρά της η εφημερίδα Welt σημειώνει σε εκτενές αφιέρωμα: «Σε αυτή την επετειακή χρονιά τίθεται το ερώτημα προς ποια κατεύθυνση θέλει να πορευθεί η Τουρκία στο μέλλον. Αν η χώρα απομακρυνθεί ακόμη περισσότερο από την ΕΕ ή αν ανανεώσει τους δεσμούς της με τη Δύση. Και αν ο Ερντογανισμός επιβιώσει και μετά τον Ερντογάν».
Άλλωστε όπως παρατηρεί η εφημερίδα ο Ερντογάν «έχει ήδη κηρύξει τον επόμενο ‘Αιώνα της Τουρκίας’. Ο στόχος του να αναθρέψει μια ευσεβή γενιά, ξεκινά από την οικοδόμηση θρησκευτικών σχολείων και τζαμιών μέχρι την προσπάθεια διαχωρισμού των φοιτητικών εστιών ανάλογα με το φύλο και την μετατροπή της βυζαντινής εκκλησίας της Αγίας Σοφίας από μουσείο σε τζαμί».
Κλείνοντας, το αφιέρωμα παρατηρεί ότι και ο ιδρυτής της χώρας, ο Κεμάλ Ατατούρκ «διακυβέρνησε με αυταρχικό τρόπο και με ένα μονοκομματικό πολιτικό σύστημα. Το πολιτικό έργο του, ο Κεμαλισμός, διαμόρφωσε την χώρα καθόλη τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα. Μέχρι σήμερα επιβιώνει η λατρεία στο πρόσωπό του -με τον ίδιο τρόπο που το βιώνει και ο Ερντογάν. Η λογική υπαγορεύει ότι και η δική του κληρονομιά θα έχει παρόμοιο αποτύπωμα μακροπρόθεσμα. Κι ότι ο Ερντογανισμός θα επιβιώσει μάλλον περισσότερο από τον ίδιο τον εμπνευστή του».