Ο διεθνολόγος Νικόλαος Παούνης αναλύει στο NEWS 24/7 τα πρόσωπα-κλειδιά στο νέο υπουργικό συμβούλιο του Ερντογάν. Τι σημαίνει η αντικατάσταση Τσαβούσογλου-Ακάρ και πώς τα νέα πρόσωπα σε ΥΠΕΞ και Άμυνας θα επηρεάσουν την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας.
Σε προηγούμενο άρθρο του NEWS 24/7, παρουσιάσαμε και αναλύσαμε τα “βαριά χαρτιά” του νέου υπουργικού συμβουλίου που ανακοινώθηκε από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Ένα από τα πρόσωπα-κλειδιά είναι ο Μεχμέτ Σιμσέκ, ο νέος υπουργός Οικονομικών που αναλαμβάνει το δύσκολο έργο του οικονομικού “ορθολογισμού”, όπως ο ίδιος εξήγγειλε, δίνοντας και ένα πρώτο “σήμα” για αύξηση των επιτοκίων, πράγμα που μένει να αποδειχτεί στο πεδίο της πραγματικής οικονομίας και δη της πολιτικής, αφού θα πρέπει να κινηθεί αντίθετα από την συνήθη τακτική του Τούρκου προέδρου.
Από εκεί και πέρα, σε ό,τι αφορά το Υπουργείο Εξωτερικών και Άμυνας, που δικαιολογημένα βρίσκονται και στα ελληνικά “ραντάρ”, ο Ερντογάν επεφύλασσε εκπλήξεις. Η αντικατάσταση των Τσαβούσογλου και Ακάρ από τους Φιντάν και Γκιουλέρ αντιστοίχως, δημιουργεί εύλογα ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο που θα μπορούσαν τα δύο νέα πρόσωπα να διαδραματίσουν στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας και δη στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Το NEWS 24/7 επικοινώνησε με τον διεθνολόγο και Υποψήφιο Διδάκτορα Διεθνών Σχέσεων, Νικόλαο Παούνη, ο οποίος “ακτινογραφεί” τις δύο επιλογές του Ερντογάν, εξηγεί γιατί η επανεκλογή του Τούρκου προέδρου “δεν ήταν έκπληξη” και παραθέτει τα πιο “καυτά” ζητήματα τα οποία θα κληθεί να διαχειριστεί η τουρκική κυβέρνηση, κυρίως σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής. Σύμφωνα με τον ίδιο πάντως, τα ελληνοτουρκικά δεν φιγουράρουν στην κορυφή της λίστας.
Κύριε Παούνη, θα μπορούσατε αρχικά να μας κάνετε ένα πρώτο σχόλιο για το αποτέλεσμα των τουρκικών εκλογών; Πώς ο Ερντογάν κατάφερε να ανατρέψει τις δημοσκοπήσεις και να κρατήσει την εμπιστοσύνη των Τούρκων ψηφοφόρων, δίνοντας συνέχεια σε μία διακυβέρνηση δύο δεκαετιών;
“Πρέπει να δούμε λίγο πιο κοινωνιολογικά την προσέγγιση. Ένας άξονας είναι το περίφημο οικονομικό θαύμα της Τουρκίας, δηλαδή τα επιτεύγματα που συνέβησαν από την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης Ερντογάν μέχρι και το πραξικόπημα, όπου είδαμε μία Τουρκία να ανοικοδομείται, να προηγείται σε μεγάλο βαθμό στα τεχνολογικά επιτεύγματα, να έχει μία σπουδαία βιομηχανία, να έχει ένα υψηλό ποσοστό εξαγωγών, να έχει ένα πολύ θετικό εμπορικό ισοζύγιο κι αυτό τι συνεπαγόταν; Ότι δημιουργήθηκε μία νέα μικροαστική τάξη στο εσωτερικό της. Ήταν οι άνθρωποι που δεν είχαν καμία προοπτική στην εποχή του Κεμαλισμού, στους οποίους ο Ερντογάν έδωσε εργασία γιατί άνθισαν οι κατασκευές, τα αναπτυξιακά έργα, οι κρατικές επενδύσεις. Τους έδωσε, λοιπόν, μία προοπτική να φύγουν από χωριά τα οποία δεν ήταν καν ασφαλτοστρωμένα, μπορεί να μην είχαν ούτε ηλεκτροδότηση, και να μετεγκατασταθούν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Έτσι σταδιακά δημιουργήθηκε μία συμπαγής μικροαστική τάξη η οποία στηρίζει διαχρονικά τον Ερντογάν και ανανεώνει διαρκώς την εμπιστοσύνη της προς το πρόσωπό του”.
Συνεπώς, οι δύο πυλώνες φθοράς, ο καταστροφικός σεισμός και ο υψηλός πληθωρισμός, δεν ήταν ικανοί να ανατρέψουν τον Ερντογάν…
“Ακριβώς. Επίσης, ούτε οι Κεμαλιστές, έδιναν μια προοπτική σε αυτούς τους δύο τομείς. Ο κόσμος θυμάται την προηγούμενη διακυβέρνηση μέχρι το 2002 και δεν ξεχνά ότι η Τουρκία βρέθηκε στα πρόθυρα του ΔΝΤ και δεν υπήρχε κάποια εγγύηση ότι θα έρχονταν καλύτερες μέρες στον μικρόκοσμο της τουρκικής οικογένειας.
Παράλληλα, ο Ερντογάν έχει διάφορα αφηγήματα που κατά καιρούς τα επιστρατεύει (βλ. Γαλάζια Πατρίδα) και πολλές φορές τα μετουσιώνει σε δόγματα. Λέει πως αν η Τουρκία είναι αδικημένη σήμερα, αυτό οφείλεται στον Κεμαλισμό. Ποια είναι τα φυσικά όρια της Τουρκίας; Τριπλάσια. Κι αυτό λέει πως θα το πετύχει μέσα από τον Ερντογανισμό, μέσα από τον αιώνα της Τουρκίας, μέσα από τον νεοοθωμανισμό.
Επίσης, ο Ερντογάν είναι απέναντι από τους δυτικούς, ενώ οι Κεμαλιστές είναι μέσα στο στρατόπεδο των δυτικών και μέσα από την ανακύκλωση της ιστορικής αναπαραγωγής και τις διάφορες εορτές, που όλες έχουν έντονο αντιδυτικό πρόσημο, όπως και μέσα από την εκρηκτική εξωτερική πολιτική με την οποία πάει κόντρα στους δυτικούς, μιλά απευθείας στον μέσο Τούρκο ψηφοφόρο που έχει αυξημένα εθνικιστικά αντανακλαστικά.
Είναι, λοιπόν, πολλοί οι λόγοι για τους οποίους αν ψάξουμε να δούμε σε κοινωνιολογικό επίπεδο πώς σκέφτεται ο Τούρκος ψηφοφόρος, θα καταναοήσουμε την επανεκλογή Ερντογάν”.
Πώς αξιολογείτε την επιλογή του να αφήσει εκτός υπουργικού συμβουλίου τους Τσαβούσογλου και Ακάρ;
“Η άσκηση εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, ως γνωστόν, δεν είναι προσωποκεντρική, αφού υπάρχει το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας. Ανεξάρτητα, λοιπόν από τον ΥΠΕΞ, η Τουρκία θα συνεχίσει την ίδια εξωτερική πολιτική. Μας έχει προϊδεάσει άλλωστε, αφού έχει στο τραπέζι τη Γαλάζια Πατρίδα και προαναγγέλλει ότι θα στείλει στο Αιγαίο το αεροπλανοφόρο Anadolu. Θα έχουμε ένα πρώτο δείγμα γραφής στις 11 Ιουλίου, στη Συνάντηση Κορυφής του ΝΑΤΟ, όπου εκεί θα έχει και μία πρώτη επαφή ο νέος Έλληνας πρωθυπουργός που θα προκύψει από τις κάλπες της 25ης Ιουνίου με τον Ερντογάν. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να είναι αισιόδοξος γιατί έχουμε ήδη κάποια πρώτα δείγματα.
Όσον αφορά στα ονόματα που έφυγαν, αυτό που έχω να θυμάμαι από την προηγούμενη εξωτερική πολιτική της Τουρκίας είναι το «θα έρθoυμε νύχτα ξαφνικά», τα επεισόδια στον Έβρο το 2020 και την πολύμηνη κρίση με την έξοδο των ερευνητικών σκαφών της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο και στα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Άρα, δεν θεωρώ ότι χάθηκαν ειρηνοποιοί παράγοντες που θα μετέβαλαν το διμερές πλαίσιο σχέσεων”.
Μπορείτε να μας δώσετε μία “ακτινογραφία” των δύο αντικαταστατών τους;
“Ο Γκιουλέρ (σ.σ. Υπουργός Άμυνας) είναι πρώην αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, ο οποίος έχει υπηρετήσει σε καίριες θέσεις. Είναι ένας έμπειρος αξιωματικός, δυτικοτραφής, δίνει όμως βαρύτητα στις απειλές που προέρχονται από το εσωτερικό της Τουρκίας και όχι στις εξωτερικές απειλές. Κι αυτό μπορεί να είναι ένα δείγμα γραφής για το πώς σκέφτεται το καθεστώς Ερντογάν, γιατί θεωρεί ότι κινδυνεύει από το εσωτερικό.
Από εκεί και πέρα, ο Φιντάν (σ.σ. Υπουργός Εξωτερικών) είναι ένας πρώην αξιωματικός του τουρκικού στρατού που παραιτήθηκε οικειοθελώς, ακολούθησε ακαδημαϊκές σπουδές στις πολιτικές επιστήμες κι έχει κάνει διδακτορική διατριβή πάνω στην αξία της πληροφορίας στην εξωτερική πολιτική. Στα 42 του τοποθετήθηκε στη διοίκηση της ΜΙΤ, την οποία και αναδιοργάνωσε σε μεγάλο ποσοστό, έχοντας όλα τα εφόδια και εργαλεία από το καθεστώς Ερντογάν για να την ανασυγκροτήσει. Είχε καίριο ρόλο τη νύχτα του πραξικοπήματος, καθώς ειδοποίησε εγκαίρως τον πρόεδρο να φύγει από το σημείο που βρισκόταν εκείνη τη μέρα, άρα είναι ένας άνθρωπος του πολύ στενού προεδρικού περιβάλλοντος και πολύ πιστός στον Ερντογάν. Είναι αντιπαθής στους Ισραηλινούς διότι έχει ταχθεί δημοσίως υπέρ του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης και στο Τελ Αβίβ τον θεωρούν άνθρωπο του Ιράν.
Επίσης, έχει πρωταγωνιστήσει σε κάποιες αποστολές απαγωγής ομήρων όπου στη συνέχεια η Τουρκία μπήκε στη διαδικασία της ανταλλαγής με άλλους ομήρους, το γνωστό «Hostage Taking Policy». Αυτός σιγοντάριζε αυτή τη μορφή εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, η οποία κράτησε λίγο βέβαια, το καλοκαίρι του 2018 και του 2019 και συνέβη σε 3-4 περιπτώσεις. Τέλος, το 2014 συμμετείχε σε μια μυστική διαβούλευση με τον τότε ΥΠΕΞ Νταβούτογλου για να διοργανώσει μία προβοκάτσια με εκτόξευση κάποιων ρουκετών που θα ξεκινούσαν από το έδαφος της Συρίας και θα κατευθύνονταν κατά του τουρκικού εδάφους, ώστε η Τουρκία να επικαλεστεί στη συνέχεια τη νόμιμη άμυνα και να αιτιολογήσει την επέμβασή της στο συριακό έδαφος. Επομένως είναι ένας άνθρωπος πολυπράγμων, έμπιστος του Ερντογάν και επικίνδυνος”.
Θεωρείτε πως δεν θα διαφοροποιήσουν αυτά τα δύο πρόσωπα την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, τόσο στο πεδίο των ελληνοτουρκικών αλλά και σε άλλα ζήτημα όπως η ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και η πορεία του πολέμου στην Ουκρανία;
“Οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές νομίζω θα παραμείνουν ίδιες. Η Τουρκία θα συνεχίσει να έχει μια επαμφοτερίζουσα στάση σε όλα τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. Στην περίπτωση της Σουηδίας θα εξαρτηθεί κατά μεγάλο ποσοστό η στάση της στο ζήτημα της αποδέσμευσης εκ μέρους των ΗΠΑ της αναβάθμισης των F16. Η Τουρκία από την άλλη δεν θέλει να αποχωριστεί τους πυραύλους S-400 που είναι και το βασικό αγκάθι ώστε να προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός της τουρκικής αεροπορίας με νέα μέσα. Παράλληλα, θέλει να διατηρήσει μία σχέση ισορροπίας και με την Ουκρανία και με τη Ρωσία, με την οποία βέβαια υπάρχει πολύ μεγάλη πορεία σύγκλισης στο σύνολο των ζητημάτων πλην του ουκρανικού, όπου εκεί η Τουρκία κοιτά με το ένα μάτι και την Ουκρανία πουλώντας της μη επανδρωμένα αεροπλάνα.
Θεωρώ πως τα μεγάλα ζητήματα αυτή τη στιγμή για την Τουρκία δεν είναι τα ελληνοτουρκικά, για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς. Η Τουρκία θεωρεί πια πως ανήκει πια στο κλαμπ των μεγάλων και ισχυρών χωρών του πλανήτη. Βάζει δηλαδή τον εαυτό της στο επίπεδο της Ρωσίας, της Κίνας, της Ινδίας κλπ. Θεωρεί ότι με αυτούς θα πρέπει να δημιουργήσει ένα πλαίσιο σχέσεων και όλους τους βλέπει ως υποδεέστερους. Με την Ελλάδα, για παράδειγμα, φορτώνει διαρκώς την ατζέντα των διαφορών επιθυμώντας να πάει σε μία διευθέτηση από την οποία μόνο κερδισμένη θα βγει γιατί η Ελλάδα δεν προβάλει διεκδικήσεις από τις οποίες θα μπορούσε στη συνέχεια να πάει σε ένα πλαίσιο αμοιβαίων υποχωρήσεων. Επομένως, στα μεγάλα ζητήματα η Τουρκία θεωρώ ότι θα συνεχίσει να διατηρεί αυτή τη στάση και πολλά θα εξαρτηθούν από τις ΗΠΑ. Ο Μπάιντεν δεν είναι ευχαριστημένος από την επανεκλογή Ερντογάν, ωστόσο, αντίθετα ένας από αυτούς που έσπευσαν πρώτοι να τον συγχαρούν για την εκλογή του ήταν ο Τραμπ. Μένει, λοιπόν, να δούμε τι θα συμβεί σε αυτό το επίπεδο των διακρατικών σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ κι αυτό για μένα είναι το κλειδί σε όλες τις υπόλοιπες υποθέσεις, σε Ρωσία, Κίνα και σε μία πιθανή διαπραγμάτευση με την Ελλάδα”.
Αν κάναμε μία πολιτική σύγκριση ανάμεσα στο δίδυμο Τσαβούσογλου-Ακάρ και Φιντάν–Γκιουλέρ στα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας της Τουρκίας θα λέγατε πως το προφίλ ποια είναι περισσότερο τεχνοκρατικό και μετριοπαθές;
“Το δίδυμο που έρχεται τώρα, ειδικά στο επίπεδο εξωτερικής πολιτικής σίγουρα είναι πιο τεχνοκρατικό και έχει βαθύτερη επίγνωση των ζητημάτων, καθώς όπως είπαμε ο νέος ΥΠΕΞ έχει και ένα διδακτορικό στην πλάτη του πάνω στον τομέα των πληροφοριών. Ωστόσο, είναι πιο ακραίος και πιο αποφασιστικός σε σχέση με την υπεράσπιση των τουρκικών συμφερόντων, ή τουλάχιστον εισηγείται πιο ακραίας μορφής λύσεις σε ζητήματα που σχετίζονται με τα τουρκικά συμφέροντα. Νομίζω, όμως, ότι το προσωπικό του στίγμα θα το δώσει κυρίως σε ζητήματα πληροφοριών και όχι σε βασικά ζητήματα που δεν μπορούν να παρεκκλίνουν από βασικές γραμμές της εξωτερικής πολιτικής γιατί πάντα υπάρχει το Συμβούλιο Ασφαλείας”.
News 24/7