Ο εξολοθρευτής άγγελος του Μπουνιουέλ και η καραντίνα της αστικής τάξης

antifono.gr

Πλέον όχι μόνο της αστικής τάξης…Ο εξόριστος Μπουνιουέλ θα γυρίσει το 1962 στο Μεξικό, καθώς δεν μπορούσε να επιστρέψει στην Ισπανία του Φράνκο, την ταινία αυτή (τίτλος πρωτοτύπου: El ángel exterminador, Luis Buñuel). Φαινομενικός σκοπός του Μπουνιουέλ είναι η αναρχική, αποδομητική κριτική της μεγαλοαστικής τάξης και της ιδεολογίας της. Σε μία ανεξήγητη κατάσταση καραντίνας μέσα σε ένα δωμάτιο, τα ζωώδη ένστικτα και οι καταπιεσμένοι πόθοι βγαίνουν από το «κουτί».

Πιο συγκεκριμένα, «Μετά το πέρας ενός λουκούλλειου δείπνου στην πολυτελή κατοικία του Εντμούντο Νόμπιλε, οι συνδαιτυμόνες συγκεντρώνονται στην αίθουσα μουσικής, όπου η Μπλάνκα παίζει μία σονάτα του Παραντίσι στο πιάνο. Στη συνέχεια, ετοιμάζονται όλοι να αποχωρήσουν, όμως προς μεγάλη τους έκπληξη, κανείς τους δεν είναι σε θέση να βγει από το δωμάτιο, παρά το ότι οι πόρτες είναι εμφανώς ανοιχτές. Περνάει καιρός κι αυτοί συνεχίζουν να βρίσκονται παγιδευμένοι στο δωμάτιο. Σταδιακά, αρχίζουν να αντιμετωπίζουν ελλείψεις σε τροφή και νερό, ενώ οι εντάσεις κι η βία μεταξύ τους κάνουν την εμφάνισή τους.

Όταν πια η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο, η Λετίσια, εντελώς απρόσμενα, βρίσκει τη λύση του αινίγματος: παρατηρεί, ότι μετά από τόσο καιρό, όλοι οι καλεσμένοι βρίσκονται και πάλι στο ίδιο ακριβώς σημείο, όπου βρίσκονταν και τη στιγμή που η Μπλάνκα ετοιμαζόταν να καθίσει στο πιάνο. Εάν με κάποιο τρόπο κατάφερναν να ανασυνθέσουν στη μνήμη τους ακριβώς ό,τι είχαν πει και κάνει εκείνο το βράδυ, θα μπορούσαν ίσως να ελευθερωθούν από την παράδοξη κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει. Πράγματι, ο καθένας τους επαναλαμβάνει ό,τι είχε πει ή κάνει με την ίδια ακριβώς σειρά και, αίφνης, όλοι τους είναι ελεύθεροι να βγουν από το δωμάτιο.
Αμέσως μετά, η κάμερα μετακινείται στο εσωτερικό ενός καθεδρικού ναού, όπου οι συγκεντρωμένοι πιστοί πλήττονται από την ίδια ανεξήγητη αδυναμία φυγής από το χώρο. Στην επόμενη σκηνή, μεταφερόμαστε έξω, στο δρόμο, όπου η αστυνομία καταστέλλει βίαια κάποια επεισόδια διαδηλωτών».
Όπως καταλαβαίνει κανείς είμαστε μπροστά σε ένα ανεξήγητο συμβάν, που όμως φαίνεται ότι δεν ενδιαφέρει και τόσο πολύ. Δεν είμαστε στα πλαίσια ενός θρίλερ ή μίας πλοκής περιπέτειας επιβίωσης, μολονότι ο Μπουνιουέλ φαίνεται ότι είχε επηρεαστεί από τη λογοτεχνία της επιβίωσης (Ροβινσών Κρούσος). Οι εμβόλιμες σκηνές των προβάτων που περιφέρονται στο μεγαλοαστικό σπίτι, μέχρι το τέλος κάποια να σφαγιαστούν για τροφή, η αρκούδα που ανεβοκατεβαίνει τα σκαλιά, το γάντι/ παλάμη που αυτονομείται και προχωρά μόνο του, είναι σουρεαλιστικά στοιχεία που είναι οικεία στην τέχνη του Μπουνιουέλ.

Οπωσδήποτε, οι ψυχαναλυτικές ερμηνείες δεν μπορούν να απουσιάσουν. Αυτό που αντιμετωπίζουν οι πρωταγωνιστές της ταινίας είναι το «ανοίκειο», την αιφνίδια αίσθηση ότι δεν είναι στο σπίτι τους, δεν αισθάνονται οικεία, παρά το γεγονός ότι είναι σε σπίτι που το γνωρίζουν. Έχει ανοίξει η οντολογική καταπακτή του κενού που σημαδεύει την ύπαρξη. Για αυτό τον λόγο πουθενά στην ιστορία δεν υπάρχει φόβος, παρά μόνο άγχος και αγωνία.
Η αγωνία (anxiety) στερείται προθετικότητας, δεν κατευθύνεται προς κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο. Ο εχθρός είναι αόρατος, όπως μας βομβαρδίζουν και οι υγειονομικές ή άλλες κρατικές υπηρεσίες. Ο αόρατος εχθρός παράγει άγχος και αγωνία, πλήρη αποσταθεροποίηση της καθημερινής ρουτίνας. Και επειδή δεν υπάρχει φόβος, δεν υπάρχει και πάθος, παρά μόνο απάθεια. Μέσα στον εγκλωβισμό του δωματίου μερικοί υπόσχονται να αναπέμψουν ένα Te Deum μόλις απελευθερωθούν ή για να απελευθερωθούν από την κατάρα. Όταν τελικά απελευθερώνονται στο τέλος της ταινίας και παρίστανται το ίδιο απαθείς στη Θεία Λειτουργία, μαζί με τους εξίσου απαθείς ιερείς, τελικά θα εγκλωβιστούν και πάλι, όλοι μαζί, στην εκκλησία, ενώ από έξω η αστυνομία και ο στρατός διαλύει το άναρχο και εξεγερμένο πλήθος. Ούτε η εκκλησία δεν μπορεί να σώσει αυτή την κοινωνία από τον ίδιο της τον εαυτό, από την απουσία βούλησης: δεν μπορούν να βγουν από το δωμάτιο του εγκλεισμού τους, διότι η βούλησή τους έχει πλήρως αποδυναμωθεί.
Αυτή η κοινωνία- και όχι μόνο η μεγαλοαστική που έχει ως στόχο του ο Μπουνιουέλ- δεν έχει καμία βούληση, είναι άθεη με τον πιο άθλιο τρόπο, και αυτό ένας πραγματικός άθεος μπόρεσε να το καταδείξει. Δεν επιθυμεί τίποτε, ούτε και την ίδια την ύπαρξή της, γι’ αυτό και δεν μπορεί να παραδοθεί στον Θεό. Η παράδοση στον Θεό προϋποθέτει άσκηση βούλησης και προσωπικής έντασης. Τελικά, εγκλωβίζεται στην ίδια της την αλήθεια που παράγει αγωνία και άγχος. Ο εχθρός θα παραμείνει αόρατος.

Βλ. και : Μ. Ripley, “Housed Nowhere and Everywhere Shut In: Uncanny Dwelling in Luis Buñuel’s El angel exterminador”, Bulletin of Spanish Studies, 93/4 (2016), 679-695

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
40,000ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Τελευταία Άρθρα