Τι είναι χειρότερο για ένα δημόσιο πρόσωπο; Να συζητιούνται οι δηλώσεις του, να προκαλούν εντυπώσεις, να ενοχλούν και να σοκάρουν, ή να έχει φτάσει σε ένα σημείο όπου ουδείς εκπλήσσεται με αυτά που λέει, όσο ακραία κι αν είναι;

Για τον Κώστα Ζουράρι, δυστυχώς, έφτασε το πλήρωμα του χρόνου που οι δηλώσεις του δεν θεωρούνται, πια, ειδήσεις. Βγαίνει και λέει ο Ζουράρις ότι τυγχάνει ιδρυτικό μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, επειδή υπήρξε στη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968; Κανένας δεν σχολιάζει.

Βγαίνει και λέει ο Ζουράρις ότι παραμένει με τον Καμμένο, ενώ είναι στην ουσία Συριζαίος; Η αντίδραση είναι «σιγά το πράμα». Βγαίνει και λέει ο Ζουράρις ότι μπορεί να κάνει ό,τι γουστάρει; Ουδείς δίνει σημασία. Ο Ζουράρις κατάφερε το ακατόρθωτο: μέσα σε τέσσερα χρόνια να ξεσκεπάσει μόνος του τις ανεπάρκειες που έκρυβε μια ζωή κάτω από ένα φάσμα ακατανόητων φράσεων και εννοιών.

Είναι κρίμα. Είναι κρίμα να μιλάει ο Ζουράρις και να λένε όλοι «έλα μωρέ, σιγά τώρα». Δικαιώνονται όσοι τον γνωρίζουν από παλιά και μια ζωή αγανακτούσαν με την προβολή και την αίγλη που του προσδιδόταν. Όσοι τον έψεγαν, λέγοντας ότι «περνά τη ζωή του αμπελοφιλοσοφώντας, ως bon viveur, και πουλώντας πνεύμα».

Παλιοί του γνωστοί, οι οποίοι απορούσαν με την ικανότητά του να περνιέται ως πολύ μορφωμένος, πολύ διανοούμενος, πολύ προχωρημένος. Ο Κώστας Ζουράρις έκανε τους γύρω του «να μασάνε», να μην τολμούν να μπουν σε συζήτηση μαζί του, να μην τον αμφισβητούν και να μην του θέτουν το ερώτημα που κρύβουν βαθιά μέσα τους και είναι το εξής: «Κώστα, πού ακριβώς ήσουν καθηγητής;».

Κανείς δεν μπόρεσε ποτέ να πει με σιγουριά πού ακριβώς δίδαξε ο Κώστας Ζουράρις. Επίσης, είναι γνωστό ότι δεν είχε εκπονήσει κάποιου είδους διδακτορικό. Άρα; Στο βιογραφικό του ως υφυπουργός Παιδείας αναφερόταν ως «προσκεκλημένος καθηγητής» σε διάφορα πανεπιστήμια, κάτι που έχει μεγάλη διαφορά από το «επάγγελμα καθηγητής» που δήλωνε ο μέγας δάσκαλος Ζουράρις. Το χειρότερο, όμως, ήταν ότι αναφερόταν ως «καθηγητής στη Σχολή Εθνικής Αμύνης και στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου στη Θεσσαλονίκη από το 2003 έως και σήμερα». Αυτό είναι πέρα ως πέρα ανακριβές, διότι στις σχολές αυτές προσκαλούνταν μία ή δύο φορές το χρόνο, προκειμένου να δώσει διαλέξεις, όπως συμβαίνει με πολλούς ακόμη ανθρώπους, οι οποίοι ουδέποτε σκέφτηκαν να αποκαλέσουν εαυτούς με καθηγητικό τίτλο.

Οι μισές αλήθειες και τα μισά ψέματα είναι μέρος της προσωπικότητας του Κώστα Ζουράρι. Τόσο στην επαγγελματική του πορεία όσο και στην πολιτική του διαδρομή. Δηλώνει: «είμαι ιδρυτικό μέλος του ΣΥΡΙΖΑ από το ΚΚΕ εσωτερικού. Δεν έχω κανένα λόγο να προσχωρήσω, γιατί έχω προσχωρήσει μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ και λίγο πριν ως ΕΔΑ». Στην πραγματικότητα, όμως, ο ευκατάστατος νέος που είχε σπουδάσει στη Νομική Θεσσαλονίκης, είχε αυτοεξοριστεί στο Παρίσι κι έκανε dolce vita εκεί με έξοδα της οικογένειάς του. Έκανε παρέα με επαναστατημένους (και κατά φαντασίαν και πραγματικά) νέους του ’68, αλλά δεν υπάρχει η παραμικρή μαρτυρία για συντροφική συμπεριφορά απέναντι σε παλιούς του φίλους και γνωστούς, οι οποίοι είχαν διωχθεί από τη δικτατορία στην Ελλάδα. «Ήμασταν μια παρέα που στεκόμασταν ο ένας στον άλλον στην περίοδο της δικτατορίας, αλλά ο υποτιθέμενος αριστερός Κώστας ποτέ δεν έκανε κάτι για όποιον διωκόταν», έχει πει παλιός του φίλος.

Όσο για τη διαδρομή του από το ΚΚΕ στον ΣΥΡΙΖΑ, αυτή πέρασε από πολλά κύματα και διευθύνσεις. Αν και υποτίθεται ότι ήταν στο ΚΚΕ εσωτερικού, στη δεκαετία του ’90 ήταν υποψήφιος βουλευτής και ευρωβουλευτής με το ΚΚΕ. Το 2000 το ΚΚΕ δήλωσε ότι δεν θα ασχοληθεί ξανά με τα καμώματα του κ. Ζουράρι. Το 2002 κατέβηκε υποψήφιος νομάρχης Λασιθίου με τη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας. Τον Μάρτιο του 2008 υπήρξε κεντρικός ομιλητής σε συλλαλητήριο για το μακεδονικό στη Θεσσαλονίκη. Στις ευρωεκλογές του 2009 κατέβηκε με το Πανελλήνιο Μακεδονικό Μέτωπο του Στέλιου Παπαθεμελή. Το 2011 υπήρξε «Σπιθιστής», δηλαδή στην αντιμνημονιακή «Σπίθα» του Μίκη Θεοδωράκη. Το 2013 ηγήθηκε στην κίνηση «Πυρίκαυστος Ελλάδα» και το 2014 κατέβηκε με τους ΑΝΕΛ υποψήφιος ευρωβουλευτής. Το 2015 κατέβηκε με το ίδιο κόμμα στην Α’ Θεσσαλονίκης και εξελέγη βουλευτής. Στην παρθενική του ομιλία, επί των προγραμματικών θέσεων της κυβέρνησης, έκπληκτο το έθνος τον ανακάλυψε, ακούγοντάς τον να μιλά για τα «μέζεα».

Το 2016 ο Αλέξης Τσίπρας του εμπιστεύτηκε τη θέση του υφυπουργού Παιδείας. Ο κ. Ζουράρις την τίμησε διά της αδράνειάς του. Ευτυχώς, λένε όσοι τον γνωρίζουν. Αν και προκάλεσε πολλές φορές την τύχη του, άλλοτε αποκαλώντας «μαλάκες» όσους είπαν τον Φιντέλ Κάστρο δικτάτορα ή λέγοντας ότι «δεν τρέχει τίποτα αν χάσουμε από τους Τούρκους μερικά νησιά», έχασε τη θέση του όταν εκφώνησε δημοσίως ένα σύνθημα υπέρ του ΠΑΟΚ και υβριστικό για τον Ολυμπιακό.

Η πολιτική απομυθοποίησε τον Κώστα Ζουράρι. Θα μπορούσε να είχε μείνει στο πιάνο και τα γαλλικά του, τον Θουκυδίδη και τη Θεοείδεια παρακατιανή (τίτλος βιβλίου του) και τα τηλεοπτικά πάνελ. Εκτέθηκε πολύ, όμως, εξέθεσε και άλλους ανθρώπους, για να φτάσει σήμερα να μην προκαλεί καμιά εντύπωση με τις δηλώσεις του. Κρίμα! Είναι ένας άνθρωπος που είχε όλα τα φόντα και που η ζωή τού έδωσε όλες τις ευκαιρίες να την περάσει αξιοπρεπώς. Αλλά προτίμησε να τις κάψει. Παίζοντας με τη φωτιά, πέρασε από τη «Σπίθα» στον Καμμένο, αφού πρώτα διέσχισε την «Πυρίκαυστο Ελλάδα» κι έκανε πυρ και μανία τους πρώην συντρόφους του…

*Δημοσιεύθηκε στη “ΜτΚ” στις 10 Φεβρουαρίου 2019