Ισραήλ και Παλαιστίνη: Η αντιπαράθεση των κόσμων και η Ελλάδα

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

Αυτή τη στιγμή ο «πόλεμος των κόσμων» κάνει μια νέα θεαματική επανεμφάνιση στην Ιερουσαλήμ, με το σφυροκόπημα της Γάζας, τις μεικτές αραβο-εβραϊκές πόλεις όπου μαίνονται σκληρότατα επεισόδια, και τις πυραυλικές επιθέσεις της Χαμάς.

Η ισραηλο-παλαιστινιακή αντιπαράθεση σοβεί εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες. Αλλάζει μάλιστα την μορφή της, μαζί με τις ευρύτερες αλλαγές που συντελούνται στο παγκόσμιο σύστημα. Άλλα χαρακτηριστικά είχε την εποχή των μεγάλων αντι-αποικιακών και εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, άλλα έχει τώρα όπου βλέπουμε έναν πολυπολικό κόσμο να αναδύεται μπροστά στα μάτια μας, εν μέσω χάους, αστάθειας, και καθώς παίκτες με αυτοκρατορικές αξιώσεις πολλαπλασιάζονται και διεκδικούν να εργαλειοποιήσουν την αντιπαράθεση αυτή.

Πολλά είναι τα συμπεράσματα που μπορούν να βγουν, και τα οποία μπορούν να μας δείξουν που βρισκόμαστε, και προς τα πού θα πρέπει να προσανατολιστούμε:

Α. Η κλιμάκωση της έντασης δείχνει ότι η σκληρή σιωνιστική συνιστώσα της Ισραηλινής πολιτικής αδυνατεί να υλοποιήσει μια πολιτική συμβίωσης με τους Παλαιστίνιους –με δύο αναγνωρισμένα και αυτεξούσια κράτη και  επαναπροσέγγισης με τον αραβικό κόσμο, παρότι  έγινε μια αρχή  με την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μαρόκο και τις άλλες χώρες.

Τα θετικά βήματα είχαν την αντανάκλασή τους και στο εσωτερικό του κινήματος των Παλαιστινίων, καθώς πτέρυγες από όλες της εκφράσεις του, κοσμικές και θρησκευτικές, έβλεπαν με καλό μάτι τις εξελίξεις αυτές, και πίστευαν ότι δημιουργούν χώρο και για πρόοδο στην παλαιστινιακή υπόθεση. Δεν είναι τυχαίο, εξ άλλου, ότι μετά από τρεις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις στο Ισραήλ, και το κυβερνητικό αδιέξοδο να εντείνεται, τα κόμματα των Παλαιστινίων εμπλέκονταν ανοιχτά σε συνομιλίες για την συμμετοχή τους σε μια ενδεχόμενη κυβέρνηση συνεργασίας.

Σίγουρα με την αντιπολίτευση, με την οποία είχαν φτάσει πριν από τα γεγονότα αυτά πολύ κοντά σε συμφωνία, αλλά συνομιλούσαν όμως, ακόμα και με αυτόν τον Νετανιάχου! Ο τελευταίος ωστόσο, δεν μπορούσε να ανεχτεί την παράδοση της εξουσίας –κάτι που θα σήμαινε και την απαρχή δικαστικών περιπετειών για τον ίδιο. Επομένως επέλεξε τις τελευταίες ημέρες να αναδιπλωθεί στην παλιά «στρατηγική της έντασης», στην πριμοδότηση των εποικισμών, και τις προκλήσεις εντός της Ιερουσαλήμ, καθώς έκρινε ότι η στρατηγική της έντασης θα του προσφέρει μια τελευταία σανίδα σωτηρίας για την πολιτική του επιβίωση.

Ωστόσο, τα «γεράκια» του Ισραήλ δεν είναι ο μόνος παράγοντας που δεν επιθυμεί την εξέλιξη αυτή. Υπάρχουν και οι «σκληρές πτέρυγες» του ισλαμικού φονταμενταλισμού που έχουν συμφέρον από την διαιώνιση της αντιπαράθεσης. Άλλωστε και κυρίως διά αυτών η Τουρκία η οποία τα τελευταία χρόνια έχει διεισδύσει οικονομικά (με καταριανά κεφάλαια), πολιτιστικά, και πολιτικά τόσο στην Γάζα όσο και στα εδάφη που ελέγχει η Παλαιστινιακή Αρχή, μεταβάλλοντας σε δορυφόρο της ένα πολύ μεγάλο μέρος του παλαιστινιακού πολιτικού προσωπικού, τόσο εντός της Φατάχ, όσο και κυρίως μέσα στη Χαμάς: Δεν είναι τυχαίο, ότι ο Πρόεδρος Αμπάς, των Παλαιστινίων, θα μεταφέρει την ικανοποίησή του στον Ταγίπ Ερντογάν για την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε… Τζαμί, ούτε είναι τυχαίο πως τα τελευταία χρόνια στην Γάζα γιορτάζεται ανοιχτά στις 29 Μαΐου, η… κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1453, σαν τον θρίαμβο που δημιούργησε το…  Οθωμανικό Χαλιφάτο.

Και είναι πραγματικά θλιβερό, να βλέπει κανείς ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα με τόσο μακρά ιστορία, τόσο μεγάλες θυσίες, και τόσο σημαντικούς συμβολισμούς για το ευρύτερο αντι-αποικιακό και εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, να εκφυλίζεται σε ενεργούμενο του Νέου Οθωμανισμού, ή να εμπλέκει το δίκαιο αίτημά του με τις προσπάθειες του ισλαμικού φονταμενταλισμού για επέκταση προς την Ευρώπη.

Για το ίδιο το Ισραήλ, την Παλαιστίνη, αλλά και την Ελλάδα, οι εξελίξεις αυτές είναι εξόχως αρνητικές. Οι Ισραηλινοί σέρνονται από τον σκληρό σιωνισμό σε μια αντιπαράθεση, η οποία διαρκώς πολώνει την σύγκρουσή τους με τους Άραβες: Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι  τρόπος που χειρίστηκαν οι ισραηλινές ελίτ την αντιπαράθεση με τους Παλαιστίνιους έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάδυση του ισλαμικού φονταμενταλισμού, μάλιστα όχι μόνον σε ό,τι αφορά στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο, αλλά και παγκοσμίως. Έχει, όμως, αυτήν την «πολυτέλεια» ο Ισραηλινός λαός; ΟΧΙ γιατί βρίσκεται στη Μέση Ανατολή, και ο αραβικός κόσμος είναι η γειτονιά του, ενώ στο εσωτερικό τους οι δημογραφικοί δείκτες έχουν ενισχύσει κατά πολύ την παρουσία των Αράβων. Δεν έχουν μπει τυχαία, εξάλλου, τα κόμματα των τελευταίων στον στίβο των μετεκλογικών συνομιλιών για την συγκρότηση ισραηλινής κυβέρνησης: Η εξέλιξη αυτή αντανακλά έναν βαθύτερο μετασχηματισμό της ισραηλινής κοινωνίας.

Η μεγάλη πλειοψηφία, εξ άλλου, της ισραηλινής κοινωνίας και ένα πολύ μεγάλο μέρος των Παλαιστινίων επίσης, έχουν εξαντληθεί από μια διαμάχη όπου κυριαρχεί ο «οφθαλμός αντί οφθαλμού» και η απόλυτη εχθροπάθεια. Και αυτός ο κόσμος, που ενισχύεται διαρκώς και στα δυο στρατόπεδα επιθυμεί επιτέλους να υπάρξει μια προοπτική συμφιλίωσης, και όχι διαιώνιση ή ακόμα χειρότερα μια επιδείνωση της σύγκρουσης.

Η ταύτιση των Παλαιστινίων με το οθωμανικό Ισλάμ, τους απομακρύνει ακόμα περισσότερο από την Δύση. Εμπλέκει την εθνική τους αυτοδιάθεση με μια πλειάδα άλλων παραμέτρων, όχι μόνον με τον τουρκικό επεκτατισμό, αλλά και με τον ισλαμικό φονταμενταλισμό μέσα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Ψαλιδίζει δραματικά την απήχηση του Παλαιστινιακού κινήματος μέσα σε αυτές, και άρα υποβαθμίζει το αίτημα για αυτοδιάθεση σαν να αντιπροσωπεύει μια υποπαράμετρο του «πολέμου των πολιτισμών».

Για την Ελλάδα, από την άλλη, το εθνικό της συμφέρον περνάει μέσα από την επαναπροσέγγιση Αράβων και Ισραηλινών. Αυτό δείχνει η πρόσφατη εμπειρία για την δημιουργία ενός διπλωματικού φραγμού στον τουρκικό επεκτατισμό. Η αναθέρμανση των σχέσεων με την Αίγυπτο (που παραμένει η πολυπληθέστερη αραβική χώρα), τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Τυνησία, η ενίσχυση των σχέσεων με το ίδιο το Ισραήλ, όλο το ελληνικό άνοιγμα στην Μέση Ανατολή είναι μια διαδικασία που συνέβαινε παράλληλα με την αραβο-ισραηλινή επαναπροσέγγιση.

Και δεν θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά, καθώς η Ελλάδα, ως «χώρα των συνόρων» και ταυτόχρονα μη-επεκτατικό, μη ολοκληρωτικό κράτος έχει συμφέρον στις πολυμερείς συνεργασίες στην περιοχή. Ενώ η σύγκρουση και η αντιπαράθεση των πολιτισμών απειλεί κυριολεκτικά να την καταπιεί. Η αναζωπύρωση λοιπόν της ισραηλο-παλαιστινιακής σύγκρουσης υπονομεύει την επαναπροσέγγιση Ισραηλινών και Αράβων, ικανοποιεί αντίθετα μόνον τις ηγεμονικές φιλοδοξίες της Τουρκίας, για να ποδηγετήσει τον μουσουλμανικό κόσμο.

Στην θέση της αυτή, όμως, η Ελλάδα δεν είναι μόνη της. Κατ’ αρχάς τόσο η Ευρώπη όσο και οι ΗΠΑ, όσο και αν στηρίζουν το Ισραήλ, δεν μπορούν να αποκλειστούν γεωπολιτικά από τον Αραβικό κόσμο.  Και η Ρωσία, επίσης, δεν έχει συμφέρον να  παραδώσει τους Άραβες στην Τουρκία, και να στερεώσει η τελευταία ακόμα περισσότερο την ηγεμονική της θέση στον ισλαμικό κόσμο. Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι το σκληρό, σουνιτικό Ισλάμ ελέγχει εκτεταμένες περιοχές γύρω από τον Καύκασο, στον Νότο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, κάτι που απειλεί μονίμως την ενότητα και την ακεραιότητά της.

Ως προς το μέγεθος, εκείνων, που διακυβεύονται –λοιπόν– η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης υπήρξε πολύ αναιμική. Θυμίζει τις εποχές Τσίπρα, που παρά τον υποκριτικό φιλοπαλαιστινιασμό του σερνόταν άφωνος πίσω από τον Νετανιάχου ως πρωθυπουργός, εκείνες του Κ. Σημίτη, ή του Κ. Καραμανλή, κατά τις οποίες η Ελλάδα βολευόταν στην Μέση Ανατολή με τον ρόλο του απλού παρατηρητή και ακόλουθου της Δυτικής πολιτικής.

Οι διπλωματικές κινήσεις, ωστόσο, που έχουν γίνει τα τελευταία δύο χρόνια –στις οποίες η Ελλάδα εξαναγκάστηκε να προβεί αντιμετωπίζοντας την νεο-οθωμανική απειλή– έχουν γυρίσει αμετάκλητα σελίδα από την παλιά, παθητική πολιτική: Αν δεν το έχουν καταλάβει στο Μέγαρο Μαξίμου και σε εκείνο της Βασιλίσσης Σοφίας, το διπλωματικό κεφάλαιο που με τόσο κόπο έχτισε η Ελλάδα στην Μέση Ανατολή απειλείται εξαιτίας των συγκρούσεων στην Παλαιστίνη και το Ισραήλ.

Και αυτός, εξ άλλου, είναι και ο στόχος της Τουρκίας που παίζει για πρώτη φορά τόσο ανοιχτό, ενεργό ρόλο στην υποδαύλισή τους. Η ελληνική πλευρά, οφείλει, επομένως, να πάρει θέση υπέρ της άμεσης παύσης των εχθροπραξιών, και παράλληλα υπέρ της συμφιλίωσης, υπέρ της συνεργασίας, υπέρ ενός κοινού μέλλοντος.

Αυτό σημαίνει ότι το Ισραήλ οφείλει να πάψει τους εποικισμούς, και την λογική της αποκλειστικότητας επί της Ιερουσαλήμ· οι Παλαιστίνιοι, από την άλλη, οφείλουν να γυρίσουν την πλάτη τους, τόσο στον ισλαμικό φονταμενταλισμό και την επεκτατική λογική ενός παγκόσμιου χαλιφάτου, όσο και στην ανοιχτή επέμβαση της Τουρκίας στα εσωτερικά τους.

Η συμφιλίωση, εξ άλλου, δεν είναι ευχολόγιο, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί υπαρκτή προοπτική που κερδίζει έδαφος. Ίσως γι’ αυτό, σήμερα, όλες οι δυνάμεις που επενδύουν στον πόλεμο, στο δράμα των Παλαιστινίων, στην ομηρία της ισραηλινής κοινωνίας από τον φόβο, επιχειρούν να την ματαιώσουν με την δύναμη των όπλων.

 

Περιοδικό Άρδην

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα