Η τουρκική μειονότητα της Γερμανίας και οι γερμανοτουρκικές σχέσεις

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -
Του Βασίλη Στοϊλόπουλου* από το ‘Αρδην τ. 117
Όποιος παρακολουθεί τις γερμανοτουρκικές σχέσεις, όπως παρουσιάζονται διαχρονικά στα ελληνικά ΜΜΕ, διαπιστώνει πως επικεντρώνονται ως επί το πλείστον στην οικονομική, τη γεωπολιτική και την ιστορική τους διάσταση. Τα τελευταία πέντε χρόνια έχει προστεθεί σε αυτές και το μεταναστευτικό, στο πλαίσιο του αμφιλεγόμενου μεταναστευτικού «ντηλ» Μέρκελ – Ερντογάν από τον Μάρτιο του 2016.
Μια ακόμη παράμετρος των στενών γερμανοτουρκικών σχέσεων, εξίσου σημαντική με τις παραπάνω, αλλά που δεν τυχαίνει ανάλογης σημασίας στην Ελλάδα, είναι και ο ρόλος της τουρκικής μειονότητας στη Γερμανία κατά τα τελευταία εξήντα χρόνια. Μια μειονότητα που συνδυάζει πλέον όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που την αναδεικνύουν σε ισχυρότατο λόμπυ και σε σημαντικό πολιτικό παράγοντα, με μεγάλη κοινωνική και οικονομική δυναμική, αλλά και σ’ ένα είδος στέρεας γέφυρας ανάμεσα στις δύο χώρες. Δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν ότι οι λεγόμενοι Γερμανότουρκοι (Deutschtürken) αποτελούν ένα μεγάλο «όπλο» και «το μακρύ χέρι» του Ερντογάν στη Γερμανία.Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο εμπειρότατος, κατά τ΄ άλλα, δημοσιογράφος Γιάννης Μαρίνος[1] δήλωσε «έκπληκτος» από όσα του διαμήνυσε κορυφαίο στέλεχος γερμανικού επιχειρηματικού κολοσσού:

«Δεν είναι τόσο ο φόβος για ένα εκ Τουρκίας κύμα μεταναστών που διακατέχει την κα Μέρκελ. Η Ελλάδα ευτυχώς για εμάς έχει αποδεχτεί το κλείσιμο των προς βορράν συνόρων της εξαναγκαζόμενη έτσι σε υποχρεωτική φιλοξενία τους. Η κα Μέρκελ τρέμει τους Τούρκους της Γερμανίας. Ήδη αυτοί ανέρχονται σε σχεδόν 4 εκατομμύρια, είναι πολιτογραφημένοι Γερμανοί, τα 2 εκατομμύρια από αυτούς ψηφίζουν, και στην πλειονότητά τους είναι οπαδοί του Ερντογάν. Συνεπώς είναι καθοριστικός ο ρόλος τους στο εκλογικό αποτέλεσμα. Γι’ αυτό και η καγκελάριος έχει καταστεί πειθήνιο όργανο του Ερντογάν». Μπορεί οι λέξεις «πειθήνιο όργανο του Ερντογάν» να θεωρηθούν υπερβολικές κι απαξιωτικές και ν’ αντανακλούν την ορολογία τόσο της γερμανικής ακροδεξιάς όσο και της αριστεράς. Όμως, ένας τέτοιος χαρακτηρισμός ουσιαστικά ελάχιστα διαφέρει από αυτόν της Ντόιτσε Βέλε, που θεωρεί ότι «η Μέρκελ παραμένει εξαρτημένη από τον Ερντογάν», καθώς το μεταναστευτικό αποτελεί για τον Τούρκο πρόεδρο «όπλο πολλαπλών σκοπών»[2].

Ευθύς εξαρχής πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι η προσπάθεια των Γερμανών για την ενσωμάτωση της τουρκικής μειονότητας είναι διαχρονικά σταθερή, πολύτροπη και έχει κοστίσει αμέτρητα δισεκατομμύρια ευρώ. Αλλά με σχετικά μικρά αποτελέσματα. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί πως για ευνόητους λόγους όλα σχεδόν τα γερμανικά μέινστριμ είναι αρκετά συγκρατημένα στην κριτική τους απέναντι στην τουρκική μειονότητα. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν εμφανίζονται ενίοτε και τίτλοι εφημερίδων που επισημαίνουν ότι η μειονότητα «αποτελεί το μακρύ χέρι του Ερντογάν», ή πως είναι «το λόμπυ του Ερντογάν στη Γερμανία»[3]. Γεγονός είναι πάντως ότι το 81% των Γερμανών θεωρεί δίκαιη την κριτική που ασκείται στον Ερντογάν στα ΜΜΕ, όταν το ποσοστό αυτό στην τουρκική μειονότητα πέφτει στο 20%[4]. Διευκρινίζεται όμως ότι στοστόχαστρο κάποιων από τα γερμανικά ΜΜΕ δεν είναι η μειονότητα ή η Τουρκία, αλλά ο Ερντογάν. Το 20% δείχνει πάντως ότι το τουρκικό ακροατήριο του Τούρκου Προέδρου στη Γερμανία είναι πολύ μεγάλο και συμπαγές.

Επιτρέψτε μου εδώ να παραθέσω έξι βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία αυτής της μειονότητας που αποτελεί, κατά την άποψή μου, όντως ένα ακόμη σημαντικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, που υποχρεώνει τη Γερμανία να είναι ιδιαίτερα προσεκτική και πάντοτε με καλές διαθέσεις απέναντι στην «ιδιότροπη» σύμμαχό της Τουρκία.

Δηµογραφικό

Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία[5], τέλη του 2018 ζούσαν σε μόνιμη βάση στη Γερμανία περίπου τρία εκατομμύρια ανθρώπων[6], το  μεταναστευτικό υπόβαθρο των οποίων είχε οικογενειακές και θρησκευτικές ρίζες στην Τουρκία. Από αυτήν την ομάδα, που είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ετερογενής σε εθνικό, θρησκευτικό και γλωσσικό επίπεδο, περίπου οι μισοί έχουν και τη γερμανική υπηκοότητα.

Υπάρχουν όμως πολίτες τουρκικής καταγωγής, τρίτης και τέταρτης γενιάς γεννημένοι στη Γερμανία (περίπου το 55% της τουρκικής μειονότητας), που παραμένουν Τούρκοι υπήκοοι. Ακόμη, υπολογίζεται ότι ο αριθμός των Κούρδων της Γερμανίας κυμαίνεται μεταξύ 500.000 και ενός εκατομμυρίου[7], κάτι που σημαίνει ότι η τουρκοκουρδική αντιπαλότητα στη Μέση Ανατολή έχει αντίκτυπο και στη Γερμανία, με τα επεισόδια μεταξύ των δύο εθνοτήτων να είναι συχνό φαινόμενο. Συνολικά, οι Γερμανοί έχουν εντοπίσει στην επικράτειά τους 25 με 30 διαφορετικές εθνικές και γλωσσικές ομάδες από την Τουρκία (Αλεβίτες, Λαζοί, Τσερκέζοι, Αρμένιοι, Αραμαίοι κ.α.). Ανάμεσά τους και 35 με 40 χιλιάδες Κούρδους Γεζίντι[8].

Σημαντική παράμετρος για τη δημογραφική εξέλιξη της Γερμανίας, εκτός από τις εκ Τουρκίας οικογενειακές συνενώσεις, είναι και ότι ενώ σε κάθε Γερμανίδα αντιστοιχούν κατά μέσο όρο 1,33 γεννήσεις παιδιών, το ποσοστό αυτό στις Τουρκάλες στη Γερμανία φτάνει το 1,87 παιδιά[9].

Θρησκευτικό δόγµα

Αναφορικά με το θρησκευτικό δόγμα της τουρκικής μειονότητας, η συντριπτική πλειοψηφία, περίπου το 63 % των Τούρκων μουσουλμάνων της Γερμανίας υπάγονται στο σουνιτικό δόγμα. Ένα 12% συγκαταλέγεται στην κοινότητα αλεβιτών, ενώ οι σιίτες δεν ξεπερνούν το 2%. Υπάρχει ακόμα ένα 7% που δηλώνει άλλο δόγμα, όπως και ένα 8% που είναι άθρησκο. Σήμερα στη Γερμανία λειτουργούν συνολικά περίπου 2.350 τζαμιά και θρησκευτικοί οίκοι, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία ελέγχονται από την τουρκική κυβέρνηση, που στέλνει εκεί τους δικούς της ιμάμηδες[10].

Αναφορικά με το θρησκευτικό αίσθημα της τουρκικής μειονότητας είναι άκρως αποκαλυπτικά τα στοιχεία μιας έρευνας[11], σύμφωνα με την οποία το 47% των ερωτηθέντων υποστηρίζει ότι «η τήρηση των εντολών που επιβάλλει η ισλαμική θρησκεία είναι σημαντικότερη από τους νόμους του κράτους», γεγονός που τους φέρνει πολύ κοντά στις αυταρχικές, ισλαμοφασιστικές και εθνικιστικές τοποθετήσεις του Ερντογάν. Το 36% πιστεύει ότι «μόνο το ισλάμ είναι σε θέση να λύσει τα προβλήματα της εποχής», ενώ το 50% θεωρεί ότι «μια μόνο θρησκεία, το ισλάμ, είναι η αληθινή». Αυτό όμως που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι ότι ένα 32% πιστεύει ότι «οι μουσουλμάνοι πρέπει να επιδιώκουν την επιστροφή σε μια κοινωνική τάξη πραγμάτων όπως στην εποχή του προφήτη Μωάμεθ». Για τους ερευνητές του πανεπιστήμιου του Μύνστερ, το 13% των ερωτηθέντων που αποδέχεται και τις τέσσερις παραπάνω δηλώσεις είναι σαφές πως συμφωνούν με τον «θρησκευτικό ριζοσπαστισμό» και την «αιώνια θεϊκή βούληση» του ισλαμισμού. Ποσοστό που στη δεύτερη γενιά των Τούρκων της Γερμανίας φτάνει στο 18%.

Εκπαίδευση

Ως προς την εκπαίδευση, σημειώνεται πως μόνο το 14% είναι απόφοιτοι γερμανικού λυκείου (Abitur) και μόνο το 5% των Τούρκων μεταναστών είναι απόφοιτοι πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Ποσοστά ιδιαίτερα χαμηλά σε σχέση με άλλες  εθνικές ομάδες, όταν μάλιστα ένα 60% των μεταναστών με τουρκική καταγωγή δεν έχει ούτε το απολυτήριο του βασικού 9τάξιου σχολείου (Hauptschüle)[12].

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν έρευνες που γίνονται σε γερμανικά σχολεία με μαθητές μουσουλμανικής πίστης, που δείχνουν ότι πολλά από αυτά τα σχολεία λειτουργούν και σαν φυτώρια «νεαρών εξτρεμιστών της γενιάς της σαρίας», στο πνεύμα του σαλαφισμού[13]. Ενδεικτικά, κάποια στοιχεία:

Κάθε τρίτος από αυτούς τους μαθητές «μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του να πολεμά για την πίστη του και να διακινδυνεύει γι’ αυτό ακόμα και τη ζωή του».

Κάθε πέμπτος βλέπει τη Δύση σαν κίνδυνο για το ισλάμ και που δικαιολογεί τη βίαιη αντίσταση.

Υπάρχουν όμως και πιο ακραίες απόψεις. 8% αυτών των 16χρονων μαθητών υποστηρίζουν των αγώνα των Αδελφών Μουσουλμάνων για ένα Ισλαμικό Κράτος, ενώ σχεδόν 4% θεωρεί ότι αυτός ο αγώνας δικαιολογεί και τρομοκρατικά χτυπήματα.

Οικονοµία

Το 2011 περίπου 80.000 επιχειρήσεις στη Γερμανία ανήκαν σε Τούρκους μετανάστες, τρεις φορές περισσότερες απ’ ό,τι το 1990, ενώ μέχρι το 2017 προστέθηκαν και άλλες 10.000. Ο τζίρος των τουρκικών επιχειρήσεων στη Γερμανία ξεπερνά τα 50 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ από τους συνολικά 500 χιλιάδες εργαζόμενους σε αυτές, το 35-40% ήταν Γερμανοί.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ακόμη ότι η πρώτη χώρα σε εισαγωγές τουρκικών προϊόντων είναι η Γερμανία και αντιστρόφως η πρώτη χώρα σε εξαγωγές στην Τουρκία είναι η Γερμανία. Το 2017, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών ανάμεσα στις δύο χώρες έφτασε τα 37,6 δισ. €.  (Ελλάδα – Γερμανία: 7,2 δισ. €)

Εκλογική συµπεριφορά

Αποτελώντας περίπου το 1,5% στο σύνολο των ψηφοφόρων στη Γερμανία (σχεδόν ένα εκατομμύριο ψηφοφόροι), οι Τούρκοι της Γερμανίας αποτελούν πλέον σημαντική πολιτική οντότητα στο γερμανικό πολιτικό σύστημα, με στρατηγικά χαρακτηριστικά. Στη σημερινή, 19η γερμανική βουλή, βρίσκονται 14 βουλευτές τουρκικής ή κουρδικής καταγωγής, 3 περισσότεροι από το 2013 και 9 από αυτή του 2009. Το κόμμα που ψηφίζουν παραδοσιακά είναι το σοσιαλδημοκρατικό, στο οποίο στις τελευταίες εκλογές του 2017 έδωσαν το 39% των ψήφων τους, όταν στους Γερμανούς ψηφοφόρους το ποσοστό αυτό κυμαινόταν στο 20%[14]. Ακολουθούν Πράσινοι και Αριστερά.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η ψήφος των Τούρκων μεταναστών στις τουρκικές εκλογές που επίσης αποκλίνει σημαντικά από αυτή των ψηφοφόρων στην Τουρκία. Στο δημοψήφισμα για το τουρκικό σύνταγμα του 2017, το 63% των Τούρκων εκλογέων της Γερμανίας ψήφισαν υπέρ του Ερντογάν, όταν το ποσοστό αυτό στην Τουρκία ήταν 51,2%. Στις βουλευτικές εκλογές του 2015, υπέρ του Ερντογάν ψήφισε περίπου το 60%των Τούρκων εκλογέων της Γερμανίας[15]. Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι περίπου το 60% ψηφίζει Ερντογάν και το «συντηρητικό» ΑΚΡ, ενώ στη Γερμανία επιλέγει «προοδευτικά» κόμματα (SPD, Πράσινοι, Αριστερά), από τα οποία οι τουρκικής καταγωγής ψηφοφόροι αναμένουν ευλόγως μια μεταναστευτική και κοινωνική πολιτική που τους ευνοεί περισσότερο. Ιδιαίτερα όσον αφορά στα πολλά κρατικά επιδόματα που απολαμβάνει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της τουρκικής μειονότητας – περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη μειονότητα.

Τουρκικές οργανώσεις στη Γερµανία

Στην πλειονότητά τους πρόκειται για πολλές εκατοντάδες πολιτιστικά κέντρα, ενώσεις τζαμιών, αθλητικούς συλλόγους, συνενώσεις επιχειρηματιών, γονέων και φοιτητών κ.α. Ένας ξεκάθαρος διαχωρισμός των οργανώσεων αυτών ως προς τους πραγματικούς τους στόχους, τον ιδεολογικό προσανατολισμό και τις δραστηριότητές τους είναι σχεδόν αδύνατος. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι, μετά το τέλος της δεκαετίας του ’80, στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου της Γερμανίας αναφορικά με τις οργανώσεις αυτές βρέθηκε κυρίως η θρησκευτική τους διάσταση και λιγότερο στο αν ανήκουν στο δεξιό ή στο αριστερό πολιτικό φάσμα.

Σε κείμενό μου που υπάρχει στο συλλογικό έργο Η Τουρκία του Ερντογάν[16] μπορεί να βρει κάποιος πολλά στοιχεία γι’ αυτές τις οργανώσεις. Όπως π.χ. για την Ditib (Diyanet İşleri Türk İslam Birliği/ Τουρκοϊσλαμική Ένωση του Ιδρύματος για τη Θρησκεία), τη σημαντικότερη απ’ όλες με έδρα την Κολωνία και 130.000 μέλη σε όλη τη Γερμανία. Μια οργάνωση που ελέγχει 860 κοινότητες τζαμιών και οίκων προσευχής σουνιτικού δόγματος και που τουλάχιστον για τους επικριτές της είναι «προκεχωρημένο φυλάκιο του τουρκισμού», ένας «Δούρειος Ίππος» που με «ήπιο» τρόπο και πάντα «σε ρόλο θύματος» προωθεί συστηματικά «την ισλαμοποίηση της Γερμανίας». Συνεργάζεται με τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Επίσης, η οργάνωση αυτή πρωτοστατεί στη δημιουργία τουρκικών «παράλληλων κοινωνιών» μέσα σε γερμανικές μεγαλουπόλεις και μάλιστα με τέτοιες δομές ανάπτυξης, που μελλοντικά μπορεί να συμπεριλαμβάνουν έναν πολυπληθέστερο «τουρκικό κόσμο». Από τον Σεπτέμβριο του 2018 η Υπηρεσία Συντάγματος της Γερμανίας εξετάζει αν η Ditib θα τεθεί ή όχι υπό παρακολούθηση.

Μια άλλη ιδιαιτερότητα έχουν και οι λεγόμενοι τουρκικοί «σύλλογοι των ιδεαλιστών». Το αγαπημένο τους σλόγκαν είναι, «Γίνε Γερμανός, παράμεινε Τούρκος». Μια προτροπή  που εκφράζει απόλυτα την ερντογανική πολιτική για την εξάπλωση του ισλάμ στην Ευρώπη και τη στήριξη του τουρκικού εθνικισμού. Το πιο τρανταχτό παράδειγμα είναι η οργάνωση των «Γκρίζων Λύκων» (κίνημα Ülkücü), που αριθμεί συνολικά 18.000 μέλη, τέσσερις φορές περισσότερα απ’ ό,τι το ναζιστικό κόμμα της Γερμανίας NDP. Τα προσφιλή θέματα τέτοιων «υπερεθνικιστικών» οργανώσεων στη Γερμανία είναι ο υπερτονισμός της παντοδυναμίας του τουρκικού λαού και η υπεροχή των ισλαμικών αξιών και η υπερεκτίμηση του τουρκικού έθνους. Επιπρόσθετα, στο προφίλ τους καταγράφονται η εχθρική στάση συνολικά απέναντι στη Δύση και ο αντικομουνισμός, αλλά και άλλα χαρακτηριστικά, όπως: ρατσισμός, σεξισμός, αντισημιτισμός, αυταρχισμός, αποδοχή της βίας, εκθειασμός του αρχηγού κ.λπ.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, συγκριτικά με άλλες μεγάλες μεταναστευτικές κοινότητες της Γερμανίας, η τουρκική, αν και πολυπληθέστερη, είναι η λιγότερο ενσωματωμένη, αλλά και η φτωχότερη απ’ όλες τις άλλες, καθώς περισσότερο από το ένα τρίτο ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και παρουσιάζει τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας, όπως και το χαμηλότερο, κατά μέσο όρο, μηνιαίο εισόδημα (1.242 ευρώ, όταν για τους Γερμανούς είναι 1.730). Γι’ αυτό και ένα μεγάλο μέρος της τουρκικής κοινότητας καταφεύγει, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη μειονότητα, στο γερμανικό κράτος πρόνοιας (πολύτεκνοι, μακροχρόνια ανεργία, κ.α.)[17].

Επιπλέον, οι Τούρκοι της Γερμανίας θεωρούνται η πιο περιθωριοποιημένη κοινωνική ομάδα, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό αιτιολογείται από την ατελή γνώση της γερμανικής γλώσσας σε σημαντικό μέρος της τουρκικής κοινότητας, το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και τις συστηματικές προσπάθειες πολλών τουρκικών οργανώσεων που εναντιώνονται στην ενσωμάτωσή τους.

Μία σημαντική έρευνα το 2016[18] κατέδειξε ότι ήδη από το 2012 παρατηρείται μεταξύ των πολιτών τουρκικής καταγωγής μια αυξανόμενη τάση, ιδιαίτερα της νεολαίας, προσανατολισμού προς την Τουρκία. Ένα 85% των Τούρκων της Γερμανίας δηλώνει ότι αισθάνεται ισχυρή έως και πολύ ισχυρή προσήλωση προς την Τουρκία, ενώ εντύπωση προκαλεί και η διαπίστωση ότι η δεύτερη και τρίτη γενιά έχει πιο αναπτυγμένο αίσθημα θρησκευτικότητας από την πρώτη, σε ποσοστό 72% προς 62%. Αυτά και πολλά άλλα ευρήματα δείχνουν ότι ιδιαίτερα οι νεώτερες γενιές «προβάλλουν επιδεκτικά την ομολογία της ιδιαίτερης πολιτιστικής τους καταγωγής». Πολύ περισσότερο, που το 51% των ερωτηθέντων αισθάνεται στη Γερμανία πολίτης δεύτερης κατηγορίας και πιστεύουν ότι το ισλάμ είναι μια θρησκεία που δέχεται επίθεση και που πρέπει να προστατευθεί από προσβολές, ύβρεις, προκαταλήψεις και ενοχοποιήσεις.

Έχουν περάσει είκοσι χρόνια από τότε που ο Ερντογάν έδειξε τις πραγματικές του  προθέσεις για τις τουρκικές μειονότητες που ζουν εκτός Τουρκίας, λέγοντας το αμίμητο:

«Η δημοκρατία είναι μόνο το τρένο στο οποίο επιβιβαζόμαστε μέχρι να φτάσουμε στο στόχο μας. Τα τζαμιά είναι τα στρατόπεδά μας, οι μιναρέδες είναι οι ξιφολόγχες μας, οι τρούλοι είναι τα κράνη μας και οι πιστοί είναι οι στρατιώτες μας».

Και απ΄ ότι φαίνεται, παραμένει ακόμα σε ισχύ, καταγράφοντας μάλιστα απτά αποτελέσματα και στη Γερμανία. Κι αυτό παρά τις όποιες «παραφωνίες» και «παρεξηγήσεις» που προκύπτουν μερικές φορές μεταξύ φίλων, όπως για παράδειγμα οι παρακολουθήσεις αντιφρονούντων Τούρκων της Γερμανίας από την Ditib. Η γερμανική ελίτ, γνωρίζοντας τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, εξακολουθεί να είναι ακόμη πολύ ανεκτική όχι μόνο στο θέμα των επιδομάτων και της καρκινοβατούσας ενσωμάτωσης, αλλά και στον θρησκευτικό ριζοσπαστισμό μεγάλου μέρους της τουρκικής μειονότητας, ιδιαίτερα της νεολαίας, υποβαθμίζοντας συστηματικά τους κινδύνους από μια τέτοια κλιμακούμενη ριζοσπαστικοποίηση.

Γεγονός είναι πάντως πως οι διακρατικές σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Γερμανίας παραμένουν διαχρονικά σταθερές και στενές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι το 91% των Γερμανών δεν θεωρεί την Τουρκία του Ερντογάν «αξιόπιστο εταίρο» και ότι πλέον σε ποσοστό 80% δεν θέλουν την Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για αυτό, κατά βάση, πρέπει να βλέπουμε αυτή τη σχέση ότι είναι πρώτα απ’ όλα συμφεροντολογική και ίσως λιγότερο «αδελφική» απ’ ό,τι ήταν την εποχή του τελευταίου Κάιζερ και τη «γερμανοτουρκική αδελφότητα των όπλων» του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.


[1] Γιάννης Μαρίνος, «Γιατί η Μέρκελ τρέμει τον Ερντογάν», Το Βήμα, 26-1-2020.

[2] Deutsche Welle, “Merkel bleibt abhängig von Erdogan”, 24-1-2020.

[3] «Erdogans Lobby in Deutschland», Tagesspiegel, 7-6-2016.

[4] Jacquelin Vieth, «ZDF-Studie – Wie gut Deutschtürken integriert sind», 20-11-2018.

[5] https://de.wikipedia.org/wiki/T%C3%BCrkeist%C3%A4mmige_in_Deutschland

[6]  Άλλες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό αυτόν σχεδόν στα 4 εκατομμύρια.

[7] Siri Warrlich, «Wie viele Kurden leben in Deutschland?», Stuttgarter Zeitung, 25.10.2019.

[8] Βλ. υποσημείωση 5.

[9] Regina Krieger, «Wie tragfähig sind Sarrazins Thesen?», Handelsblatt, 31-8-2010.

[10] Βλ. υποσημείωση 5.

[11] Marcel Leubecher, «Σχεδόν οι μισοί έχουν τις εντολές του ισλάμ πάνω από τον νόμο», die Welt, 16-6-2016.

[12] Βλ. υποσημείωση 5.

[13] Ismail Tipi, «Islamistische Gesinnung greift in Schulen um sich», 28-1-2020.

[14] Βλ. υποσημείωση 5.

[15] Βλ. υποσημείωση 5.

[16] Βασίλης Στοϊλόπουλος, «Οι “πεμπτοφαλαγγίτες” του Ερντογάν στη Γερμανία», (σελ. 197-211), Εναλλακτικές Εκδόσεις, Δεκ. 2018.

[17] Μια πραγματικότητα που προκάλεσε και τη μεγάλη έκπληξη του Γιάννη Μαρίνου, που τελικά αναρωτήθηκε γιατί να εργάζονται οι Τούρκοι της Γερμανίας, όταν τα εισερχόμενα στην πολύτεκνη τουρκική οικογένεια κοινωνικά επιδόματα υπερβαίνουν πολλές φορές και τα 3.000 €.

[18] Βλ. υποσημείωση 5.

*Εισήγηση στην εκδήλωση του Άρδην με θέμα «Η διαχρονικότητα του γερμανοτουρκικού άξονα έναντι της Ελλάδας», που πραγματοποιήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 2020 στην Αθήνα.

Βασίλης Στοϊλόπουλος

Γεννήθηκε το 1956 στην Κρηνίδα Σερρών. Είναι παντρεμένος και έχει ένα παιδί. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Γεωλογία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου το 1984 και συνέχισε με μαθήματα στην Οργάνωση Επιχειρήσεων και τον Προγραμματισμό. Το 1990, ολοκλήρωσε τις Μεταπτυχιακές σπουδές του με θέμα “Προστασία του περιβάλλοντος και τεχνικές για τη προστασία του” στο Πολυτεχνείο του Μονάχου. Το 1992 – 1995ολοκλήρωσε το Προδίπλωμα στις Πολιτικές Επιστήμες στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Από το 2002 έως σήμερα, εργάζεται στη ΜΟΔ Α.Ε. αποσπασμένος στην ΕΥΔ ΥΜΕΠΕΡΑΑ/ΕΣΠΑ με αρμοδιότητα στη ΔΣΑ: Χρηματοδότηση – παρακολούθηση έργων Ταμείου Συνοχής, Ομάδες εργασίας, Πολιτική Προστασία, Θεσμοί, Καταγγελίες, Εκπόνηση και παρακολούθηση δεκάδων μελετών–οδηγών-εκθέσεων σε θέματα ΔΣΑ.Υπήρξε Πρόεδρος του Ελληνικού Φοιτητικού Συλλόγου Μονάχου, εκδότης του περιοδικού «ΟΙΣΤΡΟΣ» Μονάχου και Πρόεδρος του Συλλόγου για τη διάδοση του Ελληνικού Πολιτισμού Μονάχου. Από το 1997 έως σήμερα, είναι μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού ΆΡΔΗΝ.Διετέλεσε για πέντε χρόνια μέλος της Ελληνικής Εταιρείας ΔΣΑ. Από το 1995 ως σήμερα, έχει συμμετάσχει ως ομιλητής σε δεκάδες συνέδρια, σεμινάρια, ημερίδες κ.λπ. για θέματα ΔΣΑ. Από το 1992, έχει δημοσιεύσει εκατοντάδες άρθρα μεταξύ των οποίων πολλά για περιβαλλοντικά θέματα. Τέλος, από το 2016 έως σήμερα, είναι μέλος του Κινήματος ΑΡΔΗΝ.

 

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα