Δημήτρης Α. Ιωάννου
Πρόσφατα στον δυτικό τύπο εμφανίσθηκαν, εκ νέου, όπως και παλαιότερα, άρθρα για την ανησυχία κύκλων του NATO σχετικά με την βιωσιμότητα των διεθνών υποθαλάσσιων καλωδίων του διαδικτύου και ιδιαίτερα εκείνων που συνδέουν την Ευρώπη με τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα άρθρα αυτά οι Ρώσοι διαθέτουν πολλούς τρόπους για να καταστρέψουν ένα υποθαλάσσιο καλώδιο, ποντισμένο ακόμη και σε μεγάλο βάθος, και σε περίπτωση στρατιωτικής σύρραξης μία αποστολή των υποβρυχίων τους θα είναι να το κάνουν αυτό για όλα τα υποθαλάσσια καλώδια επικοινωνίας μεταξύ της ευρωπαϊκής και των άλλων ηπείρων. Ίδιες και ακόμη μεγαλύτερες ανησυχίες, όμως, έχουν εκφραστεί και για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης όσον αφορά την παροχή φυσικού αερίου. Τα υποθαλάσσια κοιτάσματα της Νορβηγίας, πρώτου πλέον προμηθευτού της Ευρώπης, συνδέονται με τις ευρωπαϊκές ακτές με ένα εκτεταμένο δίκτυο αγωγών, για το οποίο υπάρχει, σήμερα, μεγάλη ανησυχία . Διότι, αν όλα αυτά έμοιαζαν ιδιαίτερα θεωρητικά πριν από το 2022, μετά την καταστροφή του Nord Stream 2, είναι φανερό ότι οι υποθαλάσσιες εγκαταστάσεις κάθε είδους αποτελούν ένα ιδιαίτερα ευάλωτο στόχο τόσο σε περιπτωση θερμής σύρραξης όσο και σε περίπτωση “υβριδικού πολέμου”.
Αυτό είναι κάτι που ενδεχομένως δεν λαμβάνεται υπ΄όψιν στις σταθμίσεις για την σκοπιμότητα δημιουργίας του Interconnector που προορίζεται να συνδέσει ηλεκτρικά την Κρήτη με την Κύπρο και με το Ισραήλ . Ο γεωπολιτικός κίνδυνος θεωρείται πως περιορίζεται μόνο στο ενδεχόμενο είτε η Τουρκία να αποτρέψει το έργο δια της βίας, είτε ακόμη και να το καταστρέψει εμφανώς. Όμως αυτοί δεν είναι οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι. Η Τουρκία μάλλον θα επέτρεπε την πόντιση του καλωδίου εάν τα πράγματα γίνονταν με τον τρόπο που ήθελε αυτή, δηλαδή με την έμμεση αναγνώριση εκ μέρους μας πως το καλώδιο διέρχεται από τον βυθό της τουρκικής ΑΟΖ όπως ορίζεται από το τουρκο-λιβυκό Μνημόνιο . Και δυστυχώς, από τα μέχρι τώρα δεδομένα, υπάρχει πραγματικά μεγάλος κίνδυνος τα πράγματα να εξελιχθούν με αυτόν τον τρόπο, δοθέντος πως ο αρμόδιος υπουργός έχει δηλώσει ότι αν υπάρξει κλιμάκωση της έντασης θα αναγκαστούμε να υποχωρήσουμε. Ήδη η Τουρκία έχει κερδίσει σε αυτό το επίπεδο “σημεία” διότι σε μία ενδεχόμενη προσφυγή σε ένα διεθνές διαιτητικό δικαστήριο, (αν και αυτό δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό), είτε στην Χάγη, είτε στο Αμβούργο, για τον καθορισμό της ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο, το πρώτο στοιχείο που θα προσκομίσει μάλλον θα είναι οι ηχογραφημένες συνομιλίες μεταξύ του πλοιάρχου του τουρκικού πολεμικού και του πλοιάρχου του ιταλικού ερευνητικού σκάφους, που “συναντήθηκαν” πλησίον της Κάσου, με τις εντολές που έδινε ο πρώτος στον δεύτερο ότι κάθε φορά που θα ξεκινάει και κάθε φορά που θα σταματάει θα πρέπει να αναφέρεται σε αυτόν και να ζητάει την άδεια του! Με δεδομένο ότι ο πλοίαρχος του ιταλικού πλοίου και η εταιρεία στην οποία εργάζεται είναι εντολοδόχοι, δηλαδή οιονεί υπάλληλοι του ελληνικού κράτους, είναι σαφές ότι μέσω αυτών ήταν το ίδιο το ελληνικό κράτος που ζητούσε άδεια για να σταματήσει ή να ξεκινήσει το πλοίο! Ζητούσε άδεια από ποιον; Ζητούσε άδεια από την Τουρκία για να κινηθεί το πλοίο εντός της ελληνικής ΑΟΖ! Συνεπώς ο κ. Ερντογκάν θα είναι πολύ ευτυχής, όταν περάσουμε από τις βυθομετρικές έρευνες στην διαδικασία πόντισης του καλωδίου, εαν καταφέρει να έχει και άλλες τέτοιου είδους “συνεννοήσεις” μαζί μας. Εάν καταφέρει, δηλαδή, να μας επιβάλει εκ νέου δια της απειλής βίας, στέλνοντας και πάλι πέντε, -ή ίσως και δέκα την φορά αυτή-, πολεμικά πλοία, να του ζητήσουμε την σχετική άδεια ή ακόμη και να του ανακοινώσουμε απλά την έναρξη των σχετικών εργασιών. Διότι, κάτι τέτοιο, και στις δύο περιπτώσεις, θα αποτελεί, το λιγότερο, έμμεση εκ μέρους μας αναγνώριση ότι η Τουρκία διαθέτει κυριαρχικά δικαιώματα στην περιοχή, (δηλαδή ΑΟΖ). Και εάν συμβεί αυτό, το πιο πιθανό είναι ότι ο κ. Ερντογκάν θα παραχωρήσει την άδεια με μεγάλη του χαρά και με πανηγυρικό τρόπο διότι έτσι θα έχει κερδίσει την νομιμοποίηση του τουρκο-λιβυκού Μνημονίου. Ας περιμένουμε να δούμε, λοιπόν, τι έχουν στο μυαλό τους οι αρμόδιοι χειριστές προκειμένου να καταφέρουμε να ποντιστεί, μεν, το καλώδιο, να αποφύγουμε, δε, μία τέτοια καταστροφική εξέλιξη. (Δυστυχώς, πάντως, μέχρι στιγμής, τόσο η κυβέρνηση,όσο και το αρμόδιο Υπουργείο δεν μας έχουν δώσει ενδείξεις ότι μπορούν να ελιχθούν αποτελεσματικά στο θέμα αυτό και να επιτύχουν τον στόχο χωρίς σοβαρές, έως σοβαρότατες, αβαρίες).
Το πρόβλημα, όμως, δεν βρίσκεται μόνο στην διπλωματική διαχείριση. Έστω πως θα παντιστεί το καλώδιο και θα λειτουργήσει. Ακόμη πιο σημαντικό είναι το ερώτημα πόσο θα διαρκέσει αυτό. Μπορούμε να έχουμε κάποια σχετική βεβαιότητα ότι το καλώδιο θα λειτουργήσει επί μακρόν, κανονικά, ολοκληρώνοντας τον “ωφέλιμο κύκλο” της ζωής του; Εάν υπήρχε μία σχετική βεβαιότητα επ΄ αυτού θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να ασφαλίσουμε το καλώδιο έναντι παντός κινδύνου με εξαίρεση την περίπτωση ανοικτής πολεμικής σύρραξης. Επειδή όμως είναι προφανές πώς δεν μπορεί να υπάρχει τέτοια βεβαιότητα, (δηλαδή να φοβάμαστε μόνο κάποιον “μαύρο κύκνο” και όχι μία “συστημική” απειλή), μάλλον δεν θα βρεθεί διεθνής ασφαλιστική εταιρεία για να το κάνει αυτό, αλλά και αν βρεθεί, τότε, πέραν πάσης αμφιβολίας, τα ασφάλιστρα θα είναι τόσο υψηλά που δεν θα είναι οικονομικά βιώσιμη η λειτουργία του καλωδίου. Διότι ύστερα από 10 ημέρες από την εγκαινίασή του, ή ύστερα από 10 μήνες, η λειτουργία μεταφοράς ηλεκτρικού φορτίου μπορεί να διακοπεί και το καλώδιο μπορεί να πάψει να λειτουργεί. Και μετά από έρευνες που, χωρίς αμφιβολία, θα είναι πολύ δύσκολες, επίπονες και δαπανηρές, – όχι μόνο τεχνικά αλλά και διπλωματικά γιατί θα αρχίσει πάλι το ίδιο γαϊτανάκι με τον κ. Ερντογάν ή τον διάδοχό του για τις άδειες των ερευνών,-, ενδεχομένως θα διαπιστωνόταν ότι το καλώδιο έχει υποστεί ζημιές σε πολλά σημεία του. Δοθέντος μάλιστα πως πρόκειται για έργο “ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος” , είναι πολύ πιθανό πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα όριζε διεθνή επιτροπή εμπειρογνωμόνων, της οποίας το πόρισμα, όταν θα εκδιδόταν, μετά από κάποια χρόνια, θα ανέφερε πως προφανώς υπήρξε εκτεταμένη και σκόπιμη δολιοφθορά, πλην όμως δεν υπάρχουν στοιχεία και αποδείξεις για το ποιος ευθύνεται. Επ’ αυτού, δε, μάλλον θα εμφανιζόταν πολλές απόψεις. Μια πολωνική εφημερίδα, αίφνης, θα δημοσίευε εμπιστευτικές πληροφορίες ότι την δολιοφθορά την πραγματοποίησε ρωσικό υποβρύχιο με απόφαση του ίδιου του προέδρου Πούτιν ο οποίος ήθελε να εκδικηθεί την Ελλάδα και την Ευρώπη για την αμέριστη βοήθεια τους προς την Ουκρανία. Η τουρκική Χουριέτ θα έγραφε ότι το καλώδιο το κατέστρεψαν οι ίδιοι οι Ελληνες διότι αποδείχθηκε ζημιογόνα επένδυση και θέλησαν να την ξεφορτωθούν. Ενδεχομένως και ο ίδιος ο κ. Ερντογκάν θα έκανε δηλώσεις και αφού θα τόνιζε πως θεωρεί εθνική προσβολή για την χώρα του το γεγονός ότι ένα διεθνές καλώδιο που περνούσε μέσα από την τουρκική ΑΟΖ καταστράφηκε από θρασύδειλους ξένους δολιοφθορείς, στην συνέχεια θα υποσχόταν ότι μόλις τους ανακαλύψει θα τους τιμωρήσει σκληρά. Και εμείς, μέσα σε όλα αυτά, όχι μόνο δεν θα μπορούσαμε να αντιδράσουμε στην κοροϊδία, αλλά θα ξέραμε κιόλας ότι έχουμε δαπανήσει τουλάχιστον δύο δισεκατομμύρια ευρώ, από τα οποία το ένα και μισό προήλθε καθαρά από ελλαδικούς και ελληνοκυπριακούς πόρους, ενώ, ταυτοχρόνως έχουμε δαπανήσει και ανυπολόγιστα πολύ διπλωματικό και νομικό κεφάλαιο έχοντας υποχωρήσει σε ουσιαστικά σημεία έναντι της Τουρκίας, χωρίς να έχουμε κερδίσει το παραμικρό. Η Κύπρος θα ήταν και πάλι χωρίς ηλεκτρική σύνδεση με την Ευρώπη ενώ ενδεχομένως θα είχε καθυστερήσει, περιμένοντας το καλώδιο, και στην ανάπτυξη άλλων τρόπων για να πετύχει την ενεργειακή της αυτονομία.
Η καταστροφή ενός καλωδίου (όπως και ενός αγωγού φυσικού αερίου, στο μέλλον-East Med), που κείται στον βυθό της ανοικτής θάλασσας σε μήκος 900 χιλιομέτρων, (και όχι παντού σε βάθος 3.000 μέτρων όπως κάποιοι πιστεύουν) , σε μία περιοχή όπου η παρουσία του ελληνικού πολεμικού Ναυτικού δεν μπορεί παρά να είναι σποραδική, είναι χωρίς αμφιβολία, ένας εφικτός στόχος για τα τουρκικά υποβρύχια. Ακόμη και αν η καταστροφή του δεν αποτελεί, εξ αρχής, ειλημμένη απόφαση,το πιό πιθανό είναι πως σε μία στιγμή έντασης και αντιπαράθεσης σε υψηλούς τόνους, με την Άγκυρα, το καλώδιο αυτό, ως ο πιό εύκολος στόχος, θα είναι η πρώτη υποψήφια περίπτωση για “αντίποινα” εις βάρος μας. Ούτε η γεωγραφία, ούτε η πολιτική βοηθούν να είναι ασφαλές το εγχείρημα του Interconnector.