Πάνος Μανωλάκος:Γιατί απέτυχε η Δύση στο Αφγανιστάν

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

 

Πάνος Μανωλάκος

Αντιπρόεδρος του think tank “The Catalyst”

Είναι Δευτέρα, 6 Μαΐου του 2019. Στην Καμπούλ ο καιρός είναι ανοιξιάτικος και δεκάδες άνδρες είναι από το πρωί στο Sarai Shahzada, στην καρδιά της πόλης. Το τετραώροφο κτίριο έχει δεκάδες καταστήματα που παρέχουν -εξωθεσμικά- οικονομικές και συναλλαγματικές υπηρεσίες, ήδη από την μακρινή δεκαετία το ’50. Εδώ είναι το μέρος για να μεταφέρεις χρήματα, να αποκτήσεις συνάλλαγμα, να δανείσεις και να δανειστείς.  Πιο πέρα θα μπορούσες να βρεις υποκαταστήματα των επίσημων τραπεζών που ιδρύθηκαν μετά το 2001, χωρίς, όμως αυτό, να μειώσει τον όγκο συναλλαγών στο Sarai Shahzada, αντίθετα, αυτός είχε πολλαπλασιαστεί. Οι δύο κόσμοι συνυπήρχαν, κινούνταν παράλληλα.

Αυτή ακριβώς η παράλληλη πραγματικότητα ήταν η αιτία της αποτυχίας της Δύσης ή αν θέλουμε να είμαστε πιο ακριβείς, η έλλειψη κατανόησης του τι είναι το Αφγανιστάν και ποια τα όρια μιας προσπάθειας Nation Building.  Η αποτυχία αυτή έχει πολλά επίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο είναι η αποτυχία των προγραμμάτων βοήθειας. Πολλές φορές προσπαθούσαν να ωθήσουν σε μια αδύνατη μετάβαση, άλλες έμεναν στα χαρτιά και σε κάποια έφταναν στον προορισμό τους πολύ λιγότεροι πόροι. Ταυτόχρονα η σχεδίασή τους σε τοπικό επίπεδο θύμιζε έντονα στους Αφγανούς περιόδους της δεκαετίας του ’80, όπου υπήρχε έντονη η προσπάθεια δημιουργίας τοπικών συμβουλίων.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, μπορούμε να αναγνωρίσουμε, την απόσταση των διακηρύξεων και προσδοκιών από την πραγματικότητα. Ειδικά στην περίοδο της προεδρίας Ghani η δημοκρατία βιωνόταν ως ένα υπερσυγκεντρωτικό σύστημα εξουσίας που όχι απλά νέμονταν πόρους, αλλά αθετούσε και Συνταγματικές επιταγές. Οι περιφερειακές διοικήσεις που έπρεπε να εκλέγονται, απλά διορίζονταν (συνήθως μέλη της φυλής του Ghani). Ακόμα και αν είχαν εκλεγεί κάπου τοπικά συμβούλια, αυτά, έμειναν διακοσμητικά και ανίσχυρα καθώς οι φορείς τοπικής εκτελεστικής εξουσίας διορίζονταν, παρότι προβλέπονταν εκλογή. Η απονομιμοποιημένη αυτή εξουσία επέτρεπε την επιβίωση «παράλληλων διοικητικών μορφών παραδοσιακού χαρακτήρα». Στα κενά αποδοχής του Αφγανικού κράτους, στην ανεπάρκειες τις διοίκησης, στην εκτεταμένη διαφθορά και στην έλλειψη ενός πραγματικού “Rule of law” ένα παράλληλο είδος διοίκησης και δικαιοσύνης, κοινοτικό ή/και θρησκευτικό επιβίωνε. Αυτό φαντάζει κάπως ειρωνικό αν σκεφθεί κάποιος πως ο τελευταίος πρόεδρος, ο Ghani, είναι γνωστός (μεταξύ άλλων) για το βιβλίο του «Fixing failed states» και ως πρόεδρος του
«Institute for State Effectiveness».

Στο τρίτο επίπεδο, μπορούμε να αναγνωρίσουμε την ίδια την αμφιθυμία της Δύσης. Ένας πόλεμος που ξεκίνησε στα απόνερα της 11ης Σεπτεμβρίου και που αρχικά είχε ως δηλωμένο στόχο την εκδίωξη των Ταλιμπάν, γρήγορα βρέθηκε μπροστά στο -αναπόφευκτο- ερώτημα για το τι ακολουθεί. Ενώ, λοιπόν, θα έπρεπε να ακολουθήσει μια περίοδος στιβαρής παρουσίας και οικοδόμησης μια νέας κρατικής δομής που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τα όρια μια σύνθετης κοινωνικής πραγματικότητας, αυτό που ακολούθησε ήταν μια μετατόπιση δυνάμεων και η επικέντρωση στο Ιράκ. Η διοίκηση Bush είχε χάσει την ευκαιρία, από τότε το Αφγανιστάν θα επανερχόταν συχνά -πυκνά στην επικαιρότητα, πολλές φορές όμως η απάντηση στις προκλήσεις της περιοχής, θα δίνονταν, με όρους βραχυπρόθεσμου πολιτικού αποτελέσματος. H Αμερικανική (και Δυτική) παρουσία θα ολοκληρωνόταν τελικά, μετά από 20 χρόνια, αποχωρώντας βιαστικά και μέσα στο χρονικό περιθώριο ανοχής που οι Ταλιμπάν τους έδωσαν.

Αν όμως αυτά είναι τα βασικά επίπεδα ανάλυσης, υπάρχει κάτι σημαντικότερο, αυτό που θα λέγαμε πυρήνας. Μετά την 11η Σεπτέμβρη και την εκδίωξη των Ταλιμπάν, πολλοί αξιωματούχοι και NGOs πήγαν στο Αφγανιστάν από τα Βαλκάνια που ήταν νωρίτερα. Δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν (εγκαίρως έστω) τις διαφορές σε επίπεδο συγκρότησης ταυτότητας στις δύο περιοχές. Έτσι, η προσπάθεια Nation Building έγινε ουσιαστικά με Βεμπεριανούς όρους, όπου το κράτος ορίζεται  ως «ανθρώπινη κοινότητα που (επιτυχώς) διεκδικεί το μονοπώλιο της νόμιμης χρήσης φυσικής βίας εντός μιας δεδομένης περιοχής». Αυτό όμως μπόρεσε να συμβεί κατεξοχήν στο πλαίσιο των νεωτερικών κοινωνιών. Εφαρμοζόμενη στο Αφγανιστάν η οπτική οδήγησε σε ένα υπερσυγκεντρωτικό κράτος , στην μερική αναβίωση του συντάγματος του 1964 που κατέληξε μετά από ένα νέο διάστημα διαβουλεύσεων σε ένα πρόεδρο «λίγο Βασιλιά και λίγο Πρωθυπουργό». Στο πλαίσιο του Αφγανιστάν η προοπτική ενός υπερσυγκεντρωτικού κράτους ήταν μια απόφαση που θα οδηγούσε σε αποτυχία.  Η πολυφυλετική συγκρότηση του, η πολυδιασπασμένη του κοινωνία, με πολλά της στοιχεία να παραπέμπουν σε προνεωτερική κοινωνική συγκρότηση (χωρίς αυτό να αποτελεί εδώ αξιολογική κρίση για την Αφγανική κοινωνία) θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί αφενός με σεβασμό και αφετέρου να αξιολογηθεί για τα όριά της. Από την στιγμή που οι κοινότητες δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν ουσιαστικά στην διοίκηση και επιπλέον παρέμεναν σε μια πολύ δύσκολη οικονομική συνθήκη, ήταν σχεδόν απίθανο να νομιμοποιηθεί στα μάτια τους οποιοσδήποτε θεσμός ή διαδικασία γεννιόταν, η top-down προσέγγιση, ήταν καταδικασμένη να αποτύχει.

*Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο GR Diplomatic Review. 

 

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα