Η πιθανότητα αδιαφάνειας αυτών των τουρκοβουλγαρικών συναλλαγών είναι τόσο υψηλή όσο και ο κίνδυνος των καταχρηστικών ανατιμήσεων Φ.Α. από πλευράς Τουρκίας
Οταν τον περασµένο Ιανουάριο η Βουλγαρία ανακοίνωσε την επίτευξη μιας μακροπρόθεσμης συμφωνίας 13 ετών για την εισαγωγή 1,5 δισ. κυβικών μέτρων αερίου ανά έτος από την Τουρκία, πολλοί αναρωτήθηκαν στην Αθήνα εάν αυτό σηματοδοτούσε μια φιλοτουρκική στροφή της βουλγαρικής κυβέρνησης. Στον βαθμό που η συμφωνία περιοριζόταν στην κάλυψη των βουλγαρικών αναγκών, η στάση της Σόφιας αντανακλούσε μια λογική κίνηση εξισορρόπησης, δεδομένου ότι άνω του 50% των βουλγαρικών εισαγωγών είναι δεσμευμένο να διέρχεται μέσα από δύο στρατηγικής σημασίας υποδομές, που έχουν την αφετηρία τους στη Δυτική Θράκη.
Ωστόσο, η μη εκλεγμένη υπηρεσιακή κυβέρνηση της Βουλγαρίας, ωθούμενη, όπως αναφέρουν Βούλγαροι αναλυτές, από τον εθνικό διαχειριστή του δικτύου αερίου Bulgartransgaz, φαίνεται ότι έχει μια πολύ πιο φιλόδοξη ατζέντα σύσφιγξης των σχέσεών της με την Τουρκία, κατά τρόπο που μάλιστα μπορεί να ωφελήσει και το ρωσικό σχέδιο ανάδειξης της Αγκυρας σε περιφερειακό κόμβο αερίου, νεκρανασταίνοντας μια εκδοχή του σχεδίου Nabucco.
Το σχέδιο αυτό, που απέκλειε την Ελλάδα από τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου (Φ.Α.) από την Κασπία, «ηττήθηκε» το 2013 από τον αγωγό ΤΑΡ, σε μια διαμάχη που κράτησε περίπου 5 έτη και που κρίθηκε στις λεπτομέρειες με προσωπική εμπλοκή του Ελληνα τότε πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά. Η όδευση του ΤΑΡ κατέστησε δυνατή και την κατασκευή του αγωγού IGB, που αποτελεί μαζί με το FSRU Αλεξανδρούπολης και τον αγωγό προς τη Βόρεια Μακεδονία, τις στρατηγικές υποδομές που εξυπηρετούν την ελληνική στρατηγική του λεγόμενου «κάθετου άξονα», δηλαδή της διασύνδεσης του Αιγαίου με τη Βαλτική και την παροχή Φ.Α. από μη ρωσικές πηγές σε όλες τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και της Βαλκανικής. Ο IGB και το FSRU της Αλεξανδρούπολης συναποτελούν την κρίσιμη αφετηρία του ελληνικού «κάθετου άξονα».
Στις 25 Απριλίου, παρουσία του προέδρου του Αζερμπαϊτζάν, που φέρεται ως ο δυνητικός εξαγωγέας έως και 5 δισ. κ.μ. / έτος που θα διοχετευθούν μέσω Τουρκίας και Βουλγαρίας βορειότερα, υπεγράφη στη Σόφια το διακρατικό συμφωνητικό του συγκεκριμένου δικτύου αγωγών, το συνολικό κόστος αναβάθμισης των οποίων αναμένεται να ξεπεράσει τα 700 εκατομμύρια ευρώ.
Κατά την κ. Σίμσον «είναι απαραίτητο να συνεχιστούν οι επενδύσεις σε ενεργειακά έργα απεξάρτησης από ρωσικές πηγές, ειδικά για την Ανατολική Ευρώπη». Ο δε Ρουμάνος υπουργός ανέφερε ότι δεν πρέπει να «ξεχνάμε τον ρόλο της Τουρκίας, καθώς δεν μπορούμε να εισάγουμε πολύ φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν χωρίς την Τουρκία», ενώ ο Ούγγρος ΥΠΕΞ δήλωσε ότι «χωρίς την υποστήριξη της Ε.Ε. δεν θα μπορέσουμε να πάρουμε την απαιτούμενη ποσότητα φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν. Την επόμενη φορά θα θέλαμε να δούμε και την Τουρκία εδώ».
Είναι ως εκ τούτου πολύ σοβαρή η πιθανότητα η Τουρκία να καταναλώσει αυτή τις επιπρόσθετες αζερικές ποσότητες, προωθώντας στον «Δακτύλιο» ρωσικό Φ.Α. που θα έχει βαπτίσει τουρκικό, όπως έκανε για χρόνια με το «τουρκικό» αέριο που παίρναμε στην Ελλάδα μέσω του αγωγού ITG έως την έναρξη λειτουργίας του ΤΑΡ το 2021. Στην περίπτωση αυτή η Ε.Ε. θα έχει χρηματοδοτήσει –μέσα από την έγκριση των εθνικών σχεδίων RepowerEU– την αύξηση κατ’ ουσία ρωσικών εξαγωγών στην Ενωση μόνο και μόνο γιατί κάποιοι στη Σόφια δεν θέλουν να χρησιμοποιήσουν τον κατά 50% βουλγαρικό IGB.
Η πιθανότητα αδιαφάνειας αυτών των τουρκοβουλγαρικών συναλλαγών είναι τόσο υψηλή όσο και ο κίνδυνος των καταχρηστικών ανατιμήσεων Φ.Α. από πλευράς Τουρκίας. Αυτές οι γνωστές τουρκικές πρακτικές αποτέλεσαν άλλωστε αντικείμενο δεκαετούς δικαστικής διαμάχης ΔΕΠΑ -Botas για την οποία καταδικάστηκε τελεσίδικα η τουρκική πλευρά τον Ιανουάριο του 2020. Είναι εν κατακλείδι αξιοπερίεργη και η στάση του Αζερμπαϊτζάν, με δεδομένη τη δέσμευσή του να διπλασιάσει τη δυναμικότητα του ΤΑΡ από τον οποίο μπορούν μέσω IGB να περάσουν στη Βουλγαρία, με μηδενικό για την ίδια κόστος, τα 5 δισ. κ.μ. / έτος που η Bulgartransgaz θέλει να πάρει από τον Turkstream.
Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
Καθημερινή