Λέζεκ Κολακόφσκι   

Οποιος λέει στην Ευρώπη ότι όλοι οι πολιτισμοί είναι ίσοι, δεν θα ήθελε να του κόψουν το χέρι αν φοροδιαφεύγει ή να τον υποβάλλουν σε δημόσιο μαστίγωμα – ή στην περίπτωση μιας γυναίκας,σε λιθοβολισμό – αν συνευρεθεί με ένα άτομο που δεν είναι η νόμιμη γυναίκα του (ή ο άνδρας της). Αν πούμε, σε μια παρόμοια περίπτωση, «αυτό προβλέπει το Κοράνιο, πρέπει να σεβόμαστε τις άλλες παραδόσεις», στην πράξη λέμε: «θα ήταν τρομερό για μας, αλλά είναι καλό για τους άγριους»: κατά συνέπεια, αυτό που εκφράζουμε, είναι περιφρόνηση παρά σεβασμός των άλλων παραδόσεων και η φράση «όλοι οι πολιτισμοί είναι ίσοι» είναι η λιγότερο κατάλληλη να περιγράψει αυτή τη στάση...

 «Οι απόγονοί μας δεν θα είναι Δυτικοί σαν εμάς. Θα είναι οι κληρονόμοι του Κουμφούκιου και του Λάο Τσε,όπως επίσης και του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Πλωτίνου· θα είναι οι κληρονόμοι του Γκαουτάμα Βούδα, όπως και του Δευτερο-Ησαΐα και του Ιησού Χριστού· κληρονόμοι του Ζαρατούστρα και του Μωάμεθ, όπως και του Ηλία και του Ελισαίου και του Πέτρου και του Παύλου· κληρονόμοι του Σανκάρα και του Ραμανούχα, όπως και του Κλήμη και του Ωριγένη· κληρονόμοι των Καππαδοκών Πατέρων της ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως και του δικού μας αφρικανού Αυγουστίνου και του δικού μας Βενέδικτου, κληρονόμοι του Ιμπν Καλντούν, όπως επίσης και του Μποσουέ· οι κληρονόμοι του Λένιν – αν παραμένουν για πάντα απολιθωμένοι στην πολιτική σύγχυση – και του Γκάντι και του Σουν Γιατ Σεν, όπως και του Κρόμγουελ και του Τζωρτζ Ουάσινγκτων και του Ματσίνι».

Αυτή η έμπλεη αισιοδοξίας προφητεία (ή όποια παρόμοια), χρονολογούμενη από το 1947, είναι του Αρνολντ Τόϋνμπι (Civilisation on TrialNew York, 1948, p. 90)· εκφράζει το ιδανικό ενός κόσμου ενοποιημένου στο έπακρο και προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες, αν και επιδοκιμάζουμε την αναίρεση από τον Τόϋνμπι της θεωρία του Σπέγκλερ για τους ιστορικούς κύκλους. Τι ήθελε να πει, πράγματι, με το είμαστε «κληρονόμοι» όλων αυτών των απαριθμούμενων προφητών, φιλοσόφων και πολιτικών ηγετών. Με την πλέον τρέχουσα έννοια του όρου, είμαστε ήδη «κληρονόμοι» όλων αυτών των ανθρώπων στο βαθμό που ζούμε σε έναν κόσμο όπου όλοι μας συμβάλλαμε στη διαμόρφωσή του, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι ο Τόϋνμπι εννοεί την «κληρονομιά» με μια βαθύτερη έννοια, προτείνει μια θετική συνέχεια των ιδεών. Αλλά για να είναι οι απόγονοί μας «κληρονόμοι» με αυτή την έννοια, πρέπει να δεχθούμε ότι οτιδήποτε συντελεί ώστε σήμερα οι αξίες και τα ιδεώδη αυτών των ανθρώπων να είναι ασύμβατα, θα χάσει το νόημά του· αλλά τότε, αντί να έχουμε όλους αυτούς πνευματικούς προγόνους, δεν θα έχουμε κανέναν. Είναι εύλογο ότι η διάκριση ανάμεσα στους καθολικούς και τους προτεστάντες εξαφανίζεται, και τότε ο Μποσουέ και ο Κρόμγουελ αντί να «εξομοιωθούν» από τους απογόνους μας, θα χάσουν και ο ένας και ο άλλος τη σημασία τους· θα ξεχάσουμε ό,τι ουσιαστικό και ιδιάζον υπήρξε σε αυτούς και η «κληρονομιά» δεν θα έχει κανένα απτό νόημα. Παρομοίως, δυσκολευόμαστε να δούμε κάποιον o οποίος έχει περί πολλού την ελευθερία του πνεύματος να μπορέσει μια μέρα να θεωρεί τον εαυτό του κληρονόμο του Λένιν και του Μωάμεθ· είναι εύλογο ότι το ζήτημα της ελευθερίας χάνει κάθε σημασία αν η κοινωνία του μέλλοντος είναι πλήρως ολοκληρωτική και αποδεκτή από τα μέλη της, αλλά τότε οι απόγονοι θα είναι πράγματι κληρονόμοι του Λένιν, αλλά όχι του Ουάσινγκτων. Με δυό λόγια, το να φανταζόμαστε ότι τα εγγόνια μας θα συνδυάσουν όλες τις αντιφατικές παραδόσεις σε ένα αρμονικό σύνολο, ότι θα είναι ταυτόχρονα πανθεϊστές, θεϊστές και άθεοι, φιλελεύθεροι και ολοκληρωτιστές, ενθουσιασμένοι με τη βία και εχθροί της βίας, αυτό σημαίνει ότι φανταζόμαστε ότι θα ζουν σε ένα κόσμο ο οποίος όχι μόνο ξεπερνά τη φαντασία μας και τα προφητικά μας χαρίσματα, αλλά στον οποίο δεν θα υπάρχει πλέον καμιά βιώσιμη παράδοση, πράγμα που σημαίνει ότι θα είναι βάρβαροι με την πλήρη σημασία του όρου.

Για άλλη μια φορά, δεν πρόκειται για εννοιολογικά ευφυολογήματα. Εχουμε πλήρη συναίσθηση ότι αντιμετωπίζουμε πολιτισμικές δυνάμεις οι οποίες πράγματι μας οδηγούν προς την ενότητα, ενότητα βάρβαρη, θεμελιωμένη στη λήθη της παράδοσης. Μια απ’ αυτές τις δυνάμεις, είναι η ολοκληρωτική βαρβαρότητα σοβιετικού τύπου η οποία πασχίζει – με μεγάλη αλλά όχι πλήρη επιτυχία, ευτυχώς –να θέσει όλες τις δυνάμεις του πνεύματος στην υπηρεσία του κράτους, να εθνικοποιήσει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπινων προσώπων, την ιστορική μνήμη, την ηθική συνείδηση, την πνευματική περιέργεια, την τέχνη και την επιστήμη, και η οποία χειραγωγεί επίσης την παράδοση, μη παύοντας να την ακρωτηριάζει, να την παραμορφώνει και να την πλαστογραφεί σύμφωνα με τις ανάγκες του κράτους. Η άλλη δύναμη είναι το τεχνολογικό πνεύμα που απορρέει από ευρωπαϊκές πηγές, από τις μεγαλειώδεις επιτυχίες της επιστήμης – και από τον αγώνα κατά της φτώχειας, των ασθενειών, του πόνου – και η οποία, νόμιμα υπερήφανη για τις εντυπωσιακές επιδόσεις της, κατόρθωσε να σπείρει αμφιβολίες στην ψυχή μας για την εγκυρότητα και την αναγκαιότητα των παραδόσεων των οποίων  η χρησιμότητα στην πρόοδο των επιστημών και της τεχνολογίας είναι αμφίβολή ή μηδενική· η υποβάθμιση της θέσης και της σπουδαιότητας που δίνονται στις ιστορικές επιστήμες και τις κλασικές γλώσσες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε όλο τον κόσμο αποδεικνύει την ολέθρια δράση της. Περιττεύει να πω ότι αυτές οι δυνάμεις δεν δρουν ακαταμάχητα και εδώ και λίγα χρόνια διαφαίνεται μια κάποια ενίσχυση της αντίστασης, όπως και μια εν μέρει αναγέννηση της θρησκευτικής παράδοσης, αν και αυτή η αναγέννηση εκφράζεται ενίοτε με μορφές γραφικές ή μακάβριες.

Δεν έχουμε κανένα λόγο να πιστεύουμε ότι αυτές οι απειλές είναι θανάσιμες, ότι ο πολιτισμός μας προσβλήθηκε από ανίατη ασθένεια. Παρ’ όλες αυτές τις αποτυχίες, παρ’ όλο αυτό τον όγκο εγχώριας βαρβαρότητας που αυτός ο πολιτισμός υποχρεώθηκε και θα υποχρεωθεί να καταπολεμήσει, δεν έχασε την ορμή του· το ίδιο το γεγονός ότι τόσες από τις μείζονες ιδέες του υιοθετήθηκαν στον προφορικό λόγο στον κόσμο, ότι τα θεσμικά του σχήματα αντιγράφηκαν κατ’ όνομα, ότι τυραννικά καθεστώτα συνεχίζουν να χρησιμοποιούν ευρωπαϊκές επιγραφές και φρασεολογία, δεν είναι χωρίς σημασία. Οι προσπάθειες, αν και αδέξιες σε βαθμό γελοιότητας, να φαινόμαστε Ευρωπαίοι, να φορέσουμε ενδύματα της Δύσης, αποδεικνύουν ότι, αν και η βαρβαρότητα πολύ απέχει από το να έχει νικηθεί, η ντροπή του να είμαστε βάρβαροι είναι ακόμα διαδεδομένη, και ο βάρβαρος που ντρέπεται γι’ αυτό έχει νικηθεί κατά το ήμισυ, αν και το άλλο μισό παραμένει ισχυρό.

Είναι απόλυτη αλήθεια ότι η απειλή που επικρέμαται πάνω από την Ευρώπη δεν εδράζεται μόνο στην μικρή βούληση αυτοπεποίθησής της· υπάρχουν και ενδογενείς βάρβαρες πλευρές. Ο ολοκληρωτισμός κατά μεγάλο μέρος έχει ευρωπαϊκές ρίζες, οι οποίες μπορούν να ανιχνευτούν , στις ποικίλες μορφές τους, σε ολόκληρη την Ιστορία των σοσιαλιστικών ουτοπιών, των εθνικιστικών ιδεολογιών, των θεοκρατικών τάσεων. Η Ευρώπη δεν αποδείχθηκε καθόλου ανοσοποιημένη έναντι του βάρβαρου παρελθόντος της το οποίο κατόρθωσε να καταγάγει τρομερές νίκες μπροστά στα μάτια μας· όπως εξίσου αποδείχτηκε ικανή να κινητοποιεί ισχυρές δυνάμεις για να το αντιμετωπίσει.

Αν αναρωτιόμαστε ποια είναι η πηγή αυτής της αντίστασης την οποία έδειξε κατά της βαρβαρότητας, αυτόχθονης και ξένης, δυσκολευόμαστε να βρούμε την απάντηση στις «έσχατες πηγές» της Ευρώπης· όλες οι επιρροές, ελληνικές, ρωμαϊκές, ιουδαϊκές, περσικές και άλλες, οι οποίες αναμείχτηκαν για να παράγουν αυτόν τον πολιτισμό – χωρίς να κάνουμε λόγο για υλικές, δημογραφικές, και κλιματικές προϋποθέσεις, των οποίων εικάζουμε τη σημασία – δεν επιτρέπουν προφανώς να τις παρουσιάσουμε με τη μορφή ανυσμάτων δυνάμεων αμοιβαία μετρήσιμων. Εντούτοις, αν δοκιμάσουμε να συλλάβουμε αυτό που συνιστά τον πυρήνα αυτής της πνευματικής περιοχής και αν περιγράψουμε αυτόν τον πυρήνα όπως πρότεινα ως πνεύμα της αβεβαιότητας, της ανολοκλήρωσης, της ουδέποτε τέλειας ταυτότητας, καταλαβαίνουμε καλύτερα γιατί η Ευρώπη είναι χριστιανική από τη γέννησή της.   

*Αποσπάσματα από το βιβλίο των εκδόσεων ΕΜΠΡΟΣ, Λέζεκ Κολακόφσκι: Βαρβαρότητα και πολιτισμική παγκοσμιότητα, ομιλία του σ. στο  Collège de France κατά το 1980.

πηγή: Aντίφωνο