“Νέες” προοπτικές για την Ευρώπη

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

Του   Jürgen Habermas

Αναδημοσίευση από το 13ο τεύχος του περιοδικού “e-Δίαυλος

Επιμέλεια  Αλέξανδρου ΤΖΙΟΛΑ

Προσκλήθηκα για να μιλήσω** για τις Νέες Προοπτικές για την Ευρώπη, αλλά κάποια νέα με διέψευσαν  και η αποτυχία του Trump·ιστών που πλήττει ακόμη και τον πυρήνα της Ευρώπης, με κάνει να αμφισβητώ σοβαρά τις παλιές μου προοπτικές.

Βεβαίως, οι κίνδυνοι που συνδέονται με την κατάσταση του κόσμου, που μεταβάλλεται σημαντικά, έχουν επηρεάσει την κοινή γνώμη και έχουν αλλάξει τις προοπτικές για την Ευρώπη.

Έχουν επίσης στρέψει την προσοχή της κοινής γνώμης σε όσα συμβαίνουν σε παγκόσμιο επίπεδο στο οποίο οι χώρες της Ευρώπης αισθάνονται περισσότερο ή λιγότερο ανασφαλείς μέχρι στιγμής.

Η αντίληψη έχει αυξηθεί εντός της κοινής γνώμης σε όλα τα έθνη της Ευρώπης ότι οι νέες προκλήσεις επηρεάζουν κάθε χώρα με τον ίδιο τρόπο και επομένως θα μπορούσαν καλύτερα να ξεπεραστούν μαζί.

Αυτό ενισχύει, πράγματι, μια διάχυτη επιθυμία για μια πολιτικά αποτελεσματική Ευρώπη.

Έτσι, σήμερα, οι φιλελεύθερες πολιτικές ελίτ διακηρύσσουν, πιο δυνατά από πριν, την πρόοδο στην ευρωπαϊκή συνεργασία σε τρεις βασικούς τομείς:

  1. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, απαιτούν μια ώθηση στη στρατιωτική αυτοπεποίθηση που θα επέτρεπε την Ευρώπη “να βγει από την σκιά των ΗΠΑ”.
  2. Με το σύνθημα μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου, ζητούν περαιτέρω την ισχυρή προστασία των εξωτερικών συνόρων της Ευρώπης και τη δημιουργία αμφιλεγόμενων κέντρων υποδοχής στη Βόρεια Αφρική.

και  3.   Με το σύνθημα «ελεύθερο εμπόριο», επιθυμούν να ακολουθήσουν μια κοινή ευρωπαϊκή εμπορική πολιτική στις διαπραγματεύσεις για το Brexit καθώς και στις διαπραγματεύσεις με το Trump.

Παραμένει να δούμε αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία διεξάγει αυτές τις διαπραγματεύσεις, έχει κάποια επιτυχία.

Αυτή είναι μια ενθαρρυντική πλευρά της εξίσωσης.

Εάν όμως αποτύχει, τότε το  κοινό έδαφος των κυβερνήσεων της ΕΕ θα έχει καταρρεύσει.

Η άλλη είναι ότι ο εγωισμός των εθνικών κρατών παραμένει αδιάσπαστος αν, φυσικά, δεν ενισχυθεί περαιτέρω από λανθασμένες εκτιμήσεις της νέας Διεθνούς του αυξανόμενου δεξιού λαϊκισμού.

Το βραχυπρόθεσμο εθνικό συμφέρον του καθενός.

Η διστακτική πρόοδος των συνομιλιών για μια κοινή αμυντική πολιτική και μια πολιτική ασύλου που, ξανά και ξανά, αποτυγχάνει εξ αιτίας της διανομής των σχετικών ευρωπαϊκών επιχορηγήσεων για την μετανάστευση,  δείχνει ότι οι κυβερνήσεις δίνουν προτεραιότητα στα βραχυπρόθεσμα εθνικά τους συμφέροντα – και μάλιστα τόσο περισσότερο όσο πιο πολύ εκτεθειμένοι βρίσκονται στη χώρα τους ο καθένας, κάτω από την πίεση του δεξιού λαϊκισμού.

Σε ορισμένες χώρες δεν υπάρχει ακόμη καμία ένταση-όξυνση ανάμεσα στις κενές φιλοευρωπαϊκές δηλώσεις αφενός και στη βραχυπρόθεσμη και μη συνεταιρική συμπεριφορά αφετέρου.

Στην Ουγγαρία, την Πολωνία και την Τσεχική Δημοκρατία, και τώρα στην Ιταλία και πολύ σύντομα πιθανότατα στην Αυστρία, αυτή η ένταση εξατμίστηκε υπέρ ενός ανοιχτά Ευρω·φοβικού εθνικισμού.

Αυτό θέτει δύο ερωτήματα:

  1. Πώς συμβαίνει κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας η αντίφαση μεταξύ του προσποιούμενου φιλοευρωπαϊσμού -όσο αυτός απέμεινε- και της άρνησης για την απαιτούμενη συνεργασία, να έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό;

Και 2.  Γιατί η ευρωζώνη εξακολουθεί να διατηρείται συμπαγής, την στιγμή που, σε όλες τις χώρες, η λαϊκή αντιπολίτευση ενάντια στις “δεξιές Βρυξέλλες” μεγαλώνει – και μάλιστα στην καρδιά της Ευρώπης, δηλαδή σε μία από τις έξι ιδρυτικές χώρες της ΕΟΚ, βρίσκεται μια συμμαχία δεξιών και αριστερών λαϊκιστών με βάση ένα κοινό αντιευρωπαϊκό πρόγραμμα;

Στη Γερμανία, η διπλή ατζέντα της πολιτικής για τη μετανάστευση και το άσυλο κυριάρχησε από τον Σεπτέμβριο του 2015 στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στην προκατειλημμένη κοινή γνώμη, μάλιστα, εις βάρος οτιδήποτε άλλου.

Το γεγονός αυτό υποδηλώνει μια γρήγορη απάντηση στο ερώτημα, σχετικά με την αποφασιστική αιτία του αυξανόμενου κύματος ευρωσκεπτικισμού και αυτή η πρόταση μπορεί να υποστηριχθεί, με βάση κάποια στοιχεία, σε μια χώρα που εξακολουθεί να πάσχει από τις ψυχοπολιτικές διαιρέσεις ενός άνισα επανενωμένου έθνους.

Ωστόσο, αν κοιτάξετε την Ευρώπη στο σύνολό της και ειδικά την ευρωζώνη στο σύνολό της, η αυξανόμενη μετανάστευση δεν μπορεί να είναι η πρωταρχική εξήγηση για την έξαρση του δεξιού λαϊκισμού.

Σε άλλες χώρες, η εξέλιξη της κοινής γνώμης αναπτύχθηκε πολύ νωρίτερα και μάλιστα μετά την αμφιλεγόμενη πολιτική για την υπέρβαση μιας κρίσης χρέους που προήλθε από την κρίση στον τραπεζικό τομέα.

Όπως γνωρίζουμε, στη Γερμανία, το κόμμα AfD ξεκίνησε από μια ομάδα οικονομολόγων και επιχειρηματιών, γύρω από τον καθηγητή οικονομικών Bernd Lucke, δηλαδή από τους ανθρώπους, που φοβούνταν την πρόσδεση ενός ευημερούμενου μεγάλου εξαγωγέα στις αλυσίδες μιας “χρεωστικής ένωσης”, με σκοπό να αναδείξει μια ευρεία και αποτελεσματική πολεμική εκστρατεία ενάντια στην απειλή αλληλο·τροφοδότησης του χρέους.

Την περασμένη εβδομάδα* (εννοεί την 14η Σεπτεμβρίου), η δέκατη επέτειος της πτώχευσης των Lehmann Brothers μας υπενθύμισε τα επιχειρήματα σχετικά με τα αίτια της κρίσης – ήταν η αποτυχία της αγοράς ή οι κυβερνητικές αποτυχίες; – και την πολιτική της αναγκαστικής εσωτερικής υποτίμησης.

Αυτή η συζήτηση διεξήχθη σε άλλα κράτη μέλη της ευρωζώνης με ουσιαστικό αντίκτυπο στην κοινή γνώμη, ενώ εδώ στη Γερμανία ήταν πάντοτε μειωμένη τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τον Τύπο.

Η Γερμανία μόνη.

Οι επικρατούσες επικριτικές φωνές στη διεθνή συζήτηση μεταξύ των οικονομολόγων, οι οποίες ήταν οι φωνές της «αγγλοσαξωνικής σχολής» (mainstream) εναντίον των πολιτικών λιτότητας που βασίζονται στους Schäuble και Merkel, έχουν ελάχιστα τονισθεί και εκτιμηθεί από τις επιχειρηματικές σελίδες των κορυφαίων μέσων ενημέρωσης στη Γερμανία, καθώς στις πολιτικές τους σελίδες τα κοινωνικά και ανθρώπινα κόστη που έχουν ξεπεράσει αυτές οι πολιτικές – και σε καμία περίπτωση όχι μόνο σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία – αγνοούνταν λίγο-πολύ.

Σε ορισμένες ευρωπαϊκές περιφέρειες, το ποσοστό ανεργίας παραμένει κάτω από το 20%, ενώ το ποσοστό ανεργίας των νέων είναι σχεδόν διπλάσιο.

Εάν σήμερα ανησυχούμε για τη δημοκρατική σταθερότητα στο εσωτερικό μας, θα πρέπει να θυμόμαστε και τη μοίρα των λεγόμενων «χωρών διάσωσης»: Είναι ένα σκάνδαλο που στο μεγάλο σπίτι της Ευρωπαϊκής Ένωσης μια τέτοια δρακόντεια πολιτική που διέρρηξε βαθιά το δίχτυ κοινωνικής ασφάλισης άλλων λαών λείπει ακόμη και στη βασική νομιμοποίησή της – τουλάχιστον σύμφωνα με τα συνήθη δημοκρατικά πρότυπα.

Και αυτό εξακολουθεί να τροφοδοτεί τη ρήξη των λαών της Ευρώπης.

Δεδομένου ότι οι απόψεις της κοινής γνώμης για την πολιτική στην ΕΕ σχηματίζονται αποκλειστικά εντός των εθνικών συνόρων και ότι αυτές οι διαφορετικές δημόσιες σφαίρες δεν είναι ακόμη άμεσα διαθέσιμες, οι αντιφατικές αφηγήσεις κρίσης έχουν ριζώσει σε διάφορες χώρες της ευρωζώνης κατά την τελευταία δεκαετία.

Αυτές οι αφηγήσεις έχουν δηλητηριάσει βαθιά το πολιτικό κλίμα, αφού ο καθένας είναι προσκολλημένος αποκλειστικά στη δική του εθνική προοπτική. Εμποδίζει έτσι την από κοινού προοπτική και την αμοιβαία λήψη αποφάσεων. Χωρίς αυτά δεν μπορεί να διαμορφωθεί καμία κοινή αντίληψη «για το ένα ή για το άλλο». Πόσο μάλλον μπορεί να διαμορφωθεί από κοινού η αίσθηση για τις κοινές απειλές που πλήττουν όλους μας εξίσου. Κι όλα αυτά ενώ μπορεί να υπάρξουν προοπτικές στην βάση μια κοινής προειλημμένης πολιτικής η οποία μπορεί να αντιμετωπίσει κοινά ζητήματα εφόσον υιοθετηθεί συνεταιρικό πνεύμα και θετική συμπεριφορά.

Στη Γερμανία αυτό το είδος εγωισμού αντικατοπτρίζεται στην επιλεκτική συνειδητοποίηση των λόγων για την έλλειψη συνεταιρικού πνεύματος στην Ευρώπη.

Είμαι έκπληκτος για την προχειρότητα της γερμανικής κυβέρνησης που πιστεύει ότι μπορεί να κερδίσει από τους εταίρους όταν πρόκειται για τις πολιτικές που μας απασχολούν – τους πρόσφυγες, την άμυνα, την εξωτερική πολιτική και το εξωτερικό εμπόριο – και ταυτόχρονα υψώνει τείχη, αρνείται τη συνεργασία, στο κεντρικό ζήτημα, αυτό της πολιτικής ολοκλήρωσης της ΟΝΕ.

Εντός της ΕΕ, ο εσωτερικός κύκλος των κρατών-μελών της ΟΝΕ είναι τόσο στενά συνδεδεμένος μεταξύ τους ώστε έχει αποκρυσταλλωθεί ένας πυρήνας, έστω και για οικονομικούς λόγους.

Ως εκ τούτου, οι χώρες της ευρωζώνης θα μπορούσαν, φυσικά, να προσφέρονται οικειοθελώς για να δρουν ως ρυθμιστές στη διαδικασία της περαιτέρω ολοκλήρωσης.

Από την άλλη πλευρά όμως, η ίδια αυτή ομάδα χωρών υποφέρει από ένα πρόβλημα που απειλεί να βλάψει ολόκληρο το Ευρωπαϊκό Έργο: Εμείς, ειδικά αυτοί της οικονομικά ανερχόμενης Γερμανίας, καταπνίγουμε το απλό γεγονός ότι το ευρώ εισήχθη με την προσδοκία και την πολιτική υπόσχεση ότι τα επίπεδα διαβίωσης σε όλα τα κράτη μέλη θα συγκλίνουν – ενώ, στην πραγματικότητα, έχει γίνει το απολύτως αντίθετο.

Καταργούμε τον πραγματικό λόγο της έλλειψης συνεταιρικού πνεύματος που είναι πιο επείγον σήμερα από ποτέ – δηλαδή το γεγονός ότι καμία νομισματική ένωση δεν μπορεί μακροπρόθεσμα να επιβιώσει ενόψει μιας όλο και μεγαλύτερης απόκλισης στις επιδόσεις διαφορετικών εθνικών οικονομιών και συνεπώς στο επίπεδο διαβίωσης του πληθυσμού των διαφόρων κρατών μελών.

Εκτός από το γεγονός ότι, σήμερα, μετά από έναν επιταχυνόμενο καπιταλιστικό εκσυγχρονισμό, πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουμε την αναταραχή για βαθιές κοινωνικές αλλαγές, θεωρώ ότι τα αντιευρωπαϊκά συναισθήματα που διαδόθηκαν τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά λαϊκίστικα κινήματα δεν είναι φαινόμενο που αντικατοπτρίζει μόνο το σημερινό είδος ξενοφοβικού εθνικισμού.

Αυτές οι ευρωσκεπτικές επιρροές και συμπεριφορές έχουν διαφορετικές ρίζες που κρύβονται στην αποτυχία της ίδιας της ευρωπαϊκής διαδικασίας ολοκλήρωσης. Αναδύθηκαν δε ανεξάρτητα από την πιο πρόσφατη λαϊκιστική πληγή των ξενοφοβικών αντιδράσεων μετά την μετανάστευση.

Στην Ιταλία, για παράδειγμα, ο ευρωσκεπτικισμός παρέχει τον μοναδικό άξονα συνεργασίας μεταξύ του αριστερού και του δεξιού λαϊκισμού, δηλαδή ανάμεσα σε ιδεολογικά στρατόπεδα που είναι βαθιά χωρισμένα όταν πρόκειται για θέματα “εθνικής ταυτότητας”.

Αρκετά ανεξάρτητα από το ζήτημα της μετανάστευσης, ο ευρωσκεπτικισμός μπορεί να προσελκύσει την ρεαλιστική αντίληψη ότι η νομισματική ένωση δεν αντιπροσωπεύει πλέον ένα «win-win» για όλα τα μέλη.

Ο νότος ενάντια στο βόρειο τμήμα της Ευρώπης και αντίστροφα: Ενώ οι «ηττημένοι» αισθάνονται άσχημα και αντιμετωπίζονται άδικα, οι «νικητές» αποκρούουν τις φοβερές απαιτήσεις της αντίπαλης πλευράς.

 

Το Σχέδιο του Macron

Όπως προκύπτει, το αυστηρό σύστημα κανόνων που επιβάλλεται στα κράτη μέλη της ευρωζώνης, χωρίς να δημιουργούνται αντισταθμιστικές αρμοδιότητες και περιθώριο ευέλικτης από κοινού διεκπεραίωσης των υποθέσεων, είναι μια διευθέτηση προς όφελος των οικονομικά ισχυρότερων μελών.

Ως εκ τούτου, το πραγματικό ερώτημα στο μυαλό μου δεν προκύπτει από μια απροσδιόριστη έννοια είτε «για» την Ευρώπη, είτε «ενάντια» στην Ευρώπη.

Κάτω από αυτή την ακατέργαστη πόλωση ενός “φιλο-” ή “αντι-” που συνεχίζει χωρίς περαιτέρω διαφοροποίηση, εξακολουθεί να υπάρχει στους υποτιθέμενους φίλους της Ευρώπης ένα σιωπηλό ερώτημα που μέχρι στιγμής παραμένει άθικτο (ακόμα κι αν σ’ αυτήν κυριαρχούν τα συνεχή λάθη)   :

–  εάν μια νομισματική ένωση που λειτουργεί κάτω από βέλτιστες συνθήκες πρέπει απλώς να γίνει “ανθεκτική στις καιρικές συνθήκες” ενάντια στον κίνδυνο περαιτέρω κερδοσκοπίας   ή

–  αν πρέπει να τηρήσουμε γρήγορα τις αθετημένες υποσχέσεις σχετικά με την ανάπτυξη της οικονομικής σύγκλισης στη ζώνη του ευρώ και να αναπτύξουμε με συνέπεια τη νομισματική ένωση σε μία προνοητική και αποτελεσματική ευρωπαϊκή πολιτική ένωση.

Αυτή η υπόσχεση ήταν κάποτε πολιτικά συνδεδεμένη με την εισαγωγή της ΟΝΕ.

Στις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις από τον Εμμανουελ Μακρόν και οι δύο στόχοι έχουν την ίδια αξία: αφενός, η πρόοδος προς τη διαφύλαξη του ευρώ με τη βοήθεια των γνωστών προτάσεων τραπεζικής ένωσης, και αφ ετέρου ενός αντίστοιχου καθεστώτος πτώχευσης, με κοινή εγγύηση καταθέσεων για αποταμιεύσεις και ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο δημοκρατικά ελεγχόμενο σε επίπεδο ΕΕ.

Παρά τις διάσπαρτες ανακοινώσεις, είναι γνωστό ότι η γερμανική κυβέρνηση εμποδίζει οποιαδήποτε περαιτέρω βήματα σ΄ αυτή την κατεύθυνση – και αντιστέκεται σε όλα αυτά μέχρι τώρα.

Ωστόσο, ο Macron προτείνει την ίδρυση………..

 

Η συνέχεια του άρθρου εδώ : https://www.scribd.com/document/398093374/%CE%A0%CE%B5%CF%81%CE%B9%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CE%94%CE%AF%CE%B1%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82-13%CE%BF-%CF%84%CE%B5%CF%8D%CF%87-%CE%99%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CF%85%CE%AC%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82-2018

 

**Το κείμενο αυτό αποτελεί συνοπτική έκδοση ομιλίας που δόθηκε σε συνέδριο με θέμα «Νέες προοπτικές για την Ευρώπη» στο κολλέγιο ανθρωπιστικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Goethe (Φρανκφούρτη), στο Bad Homburg (21 Σεπτεμβρίου 2018).

 

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,600ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα