Το ΚΙΝΑΛ μετέωρο

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

Δημήτριος Κοτρόγιαννος  

Καθηγητής  Πολιτικής Φιλοσοφίας στο   Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του  Πανεπιστημίου  Κρήτης, Διευθυντής Κέντρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔΙΚ)

Τα εκλογικά αποτελέσματα του Ιουλίου είναι πεντακάθαρα. Κέρδισε η ΝΔ με άνετη πλειοψηφία και ισχυρή κυβέρνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε αλλά δεν συνετρίβη, καταλαμβάνοντας τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το ΚΙΝΑΛ ούτε έχασε ούτε κέρδισε, απλώς συντηρήθηκε στο όνομα της ανάμνησης ενός ένδοξου παρελθόντος μ’ ένα λόγο άχρωμο και ασαφή. Στις εκλογές του Ιουλίου το ΚΙΝΑΛ διατήρησε το ποσοστό ενός μικρού κόμματος αλλά έχασε την προοπτική του.
Κοντολογίς, το ζήτημα που τίθεται με το 8,1% είναι αν το εγχείρημα της δημιουργίας του και ο τρόπος συγκρότησης του ΚΙΝΑΛ πέτυχαν τον στόχο. Το εκλογικό ποσοστό αιτιολογεί τη συγκρατημένη αισιοδοξία «του αντέξαμε»; Και αυτό συνιστά ταυτόχρονα την επαρκή προϋπόθεση αρχής ενός νέου ξεκινήματος τη στιγμή που η κοινωνία το οριοθέτησε ως ένα μικρό κόμμα ανάμεσα στους δύο πυλώνες του δικομματισμού; Τελικά το ΚΙΝΑΛ αρμένισε στραβά προς την κοινωνία ή η κοινωνία αποπροσανατολισμένη δεν το κατάλαβε; Και επειδή σύμφωνα με τον Ρουσσώ ο λαός σπάνια πλανάται και για πολύ λίγο, τότε οφείλουμε να αξιολογήσουμε την πολιτική παρουσία του ΚΙΝΑΛ γιατί μόνο έτσι θα ακτινογραφήσουμε τα λάθη μας, τις παραλήψεις μας και τις κοντόφθαλμες εμμονές μας για να προδιαγράψουμε τη νέα μας πορεία μέσα σ’ ένα δύσκολο και αφιλόξενο πολιτικό περιβάλλον.
Το ΚΙΝΑΛ ξεκίνησε τη γενέθλια πορεία του με καλές προϋποθέσεις τις οποίες εγγυόταν η μαζική συμμετοχή των 220.000 μελών και φίλων που προσήλθαν αυτόνομα για να εκλέξουν τον πρόεδρο της Δημοκρατικής Παράταξης. Όμως το δημοκρατικό εγχείρημα φαίνεται να εξαντλήθηκε στη γέννησή του γιατί έπαψε να είναι δημοκρατικό και συμμετοχικό. Οι ιθύνοντες είδαν τα δέντρα και έχασαν το δάσος. Αντί να μετασχηματίσουν την αθρόα συμμετοχή σε οργανωμένο δημοκρατικό κόμμα νέου τύπου (το κάλεσμα σε αυτό-οργάνωση ήταν μια δοκιμασμένη πρακτική) όπως πρεσβεύει η αρχή της σοσιαλδημοκρατίας, φοβήθηκαν τη δημοκρατική διαδικασία και επέλεξαν τη διατήρηση της αυτονομίας των πολιτικών κομμάτων και κινήσεων που συμμετείχαν με αποτέλεσμα να εκφυλιστεί η δημοκρατική ανάδειξη Προέδρου σε προϊστάμενο μιας συνομοσπονδίας κομμάτων-δικτύων με χαλαρό δεσμό. Η συνέχεια γνωστή σε όλους μας: πολιτικό συνέδριο με σχεδόν διορισμένους συνέδρους που κατέληξε σε μια ασαφή μείξη ετερόκλητων πολιτικών θέσεων σοσιαλ-φιλελεύθερων αποκλίσεων. Αποφάσισαν όμως διορισμό της κεντρικής επιτροπής με ποσοστώσεις για να διατηρηθεί η αυτονομία των κομματικών παραγόντων και να ελεγχθούν αποφασιστικά οι συσχετισμοί. Η δημοκρατική νομιμοποίηση παρέδωσε τη θέση της στη νομιμοποίηση των μηχανισμών «από τα πάνω» και η δυναμική των 220.000 μελών ουσιαστικά θυσιάστηκε στο βωμό των μικροκομματικών σκοπιμοτήτων.
Γρήγορα οι σαθρές σχέσεις δοκιμάστηκαν και άρχισε η αποσύνθεση. Ο κ. Θεοδωράκης μετακόμισε στους Αμπελόκηπους για να εξατμιστεί τελικά το Ποτάμι στις εκλογές του Ιουλίου. Οι Ραγκούσης, Μωραΐτης, όπως και πολλοί άλλοι πριν απ’ αυτούς, άνοιξαν πανιά για τον ΣΥΡΙΖΑ ώστε με ασφάλεια να βρουν ενεργό πολιτικό ρόλο. Ο Θεοχαρόπουλος και μέρος της παρέας του κατέληξαν επίσης στον ΣΥΡΙΖΑ με το αζημίωτο για να εξυπηρετήσουν το σχέδιο ηγεμονίας του κ. Τσίπρα στον δημοκρατικό χώρο εκείθεν της ΝΔ. Τελικά το σχέδιο διεύρυνσης που επιχειρήθηκε με αιχμή το ΚΙΝΑΛ περιορίστηκε σε ό,τι απέμεινε από ένα λεηλατημένο ΠΑΣΟΚ και υπολείμματα κινήσεων που διεκδικούσαν ρόλους.
Με δεδομένες τις κεντρόφυγες τάσεις που από την αρχή χαρακτήριζαν τη σύστασή του, το ΚΙΝΑΛ απεδέχθη σιωπηρά να διεκδικήσει στις εκλογές τη θέση που του προσδιόρισαν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή την παρουσία ενός μικρού κόμματος. Υπερασπίστηκε με πάθος τη λογική μιας υγιούς διεύρυνσης η οποία όμως ήταν αναιμική τόσο στο επίπεδο των στελεχών όσο και στην εκλογική βάση όπως έδειξαν τα αποτελέσματα. Η συγκρότηση όλων των ψηφοδελτίων περισσότερο συμβόλιζε την αλλαγή προσώπων με υποτυπώδη κοινωνική αναφορά παρά την δυνατότητα της αμφίπλευρης διεύρυνσης. Τα ψηφοδέλτια εξυπηρετούσαν την παγίωση εσωτερικών συσχετισμών περιχαρακώνοντας το υφιστάμενο πλαίσιο παρά δήλωναν το άνοιγμα στην κοινωνία. Αποτύπωναν έντονα τη λογική της διατήρησης των κεκτημένων παρά τη δυναμική διεκδίκηση της απωλεσθείσας εκλογικής βάσης. Οι δε ισόρροπες εκροές της τάξης του 10% από το ποσοστό των ευρωεκλογών του ΚΙΝΑΛ προς τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ επαληθεύουν «εν τοις πράγμασι» την σκοπίμως επιλεγείσα λογική της συντήρησης και όχι τη στρατηγική της διεύρυνσης ενός προοδευτικούς κόμματος.
Τα συνολικά αποτελέσματα των εκλογών του Ιουλίου σε σχέση με τις ευρωεκλογές του Μαΐου, που άλλα προοιώνιζαν, πιστοποιούν αυτή την αδυναμία του σχεδίου διεύρυνσης που υποστηρίχθηκε με μια προεκλογική καμπάνια ασαφή, ακαθόριστη, χωρίς στίγμα και άρα μη πειστική. Με ένα διφορούμενο πολιτικό λόγο που εξέπεμπε αμφίσημα μηνύματα, το ΚΙΝΑΛ επιχείρησε να παρουσιαστεί ως η μόνη δύναμη της λογικής που εγγυάται την πολιτική σταθερότητα της χώρας. Οικειοποιήθηκε το ρόλο του κόμματος-συμπληρώματος που του απέδωσαν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Υποδύθηκε υποδειγματικά σε συνθήκες ακραίας πολιτικο-ιδεολογικής πόλωσης τον αδύναμο πόλο, ο οποίος πλέον μπορούσε να συμπιεστεί και να ελαχιστοποιηθεί η επιρροή του στο όνομα των ισχυρών αποτελεσματικών παιχτών. Τα νούμερα των εκλογικών αποτελεσμάτων αμείλικτα. Η ΝΔ αύξησε την εκλογική της βάση σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές κατά 378.000 ψήφους, το ΚΙΝΑΛ μόλις κατά 20.000 κυρίως από ψηφοφόρους που απείχαν στις ευρωεκλογές και ο ΣΥΡΙΖΑ κατά 437.000, αριθμός που αντιστοιχεί σχεδόν στο σύνολο των ψήφων του ΚΙΝΑΛ (457.000). Η ηλικιακή διαστρωμάτωση της εκλογικής επιρροής του ΚΙΝΑΛ απεικονίζει το αβέβαιο της προοπτικής του. Η απήχησή του στις ηλικίες 17-34 είναι 5,7% (ΝΔ 30,6% και ΣΥΡΙΖΑ 36,8%), στις ηλικίες 35-54 είναι 7,3% (ΝΔ 40,8% και ΣΥΡΙΖΑ 29,5%). Η στοιχειώδης αύξηση των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ, δηλαδή η συντήρησή του στο 8,1%, οφείλεται κυρίως στις μεγαλύτερες ηλικίες, άνω των 55 ετών.
Τα νούμερα δείχνουν λοιπόν ότι είμαστε ένα μικρό κόμμα νοσταλγικής ανάμνησης ενός ένδοξου παρελθόντος χωρίς ορίζοντα και μέλλον. Επικαλούμαστε ότι είμαστε η ανόθευτη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία χωρίς ωστόσο να υπερασπίζουμε επαρκώς τις αλλαγές που φέραμε στην ελληνική κοινωνία μειώνοντας τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, εμβαθύνοντας τα πολιτικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, οργανώνοντας τη δημόσια υγεία κ.ά. Στις εκλογές παρουσιαστήκαμε ως ένα κόμμα χωρίς ταυτότητα. Είμασταν λίγο αντι-δεξιοί για να προσελκύσουμε τους κεντρώους ψηφοφόρους, λίγο αριστεροί για να ευαισθητοποιήσουμε τα τενεκεδάκια των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων (αλήθεια τι μακάβρια αναπαράσταση του σεβασμού της αξιοπρέπειας των πολιτών ήταν αυτή που τους εκλάμβανε ως άβουλες παρουσίες) να αποκολλήσουν το σήμα του ΣΥΡΙΖΑ και να επικολλήσουν εκείνο του ΚΙΝΑΛ.
Το βέβαιο είναι ότι η αστική δημοκρατία έχει ανάγκη μια σύγχρονη Σοσιαλδημοκρατία. Έναν ισχυρό πόλο εξουσίας απέναντι στη νέο-φιλελεύθερη κεντροδεξιά και τον αναχρονιστικό αριστερό λαϊκισμό που ως προοπτική μοιράζει την φτώχεια σε όλους. Όμως αυτό απαιτεί γενναία αυτοκριτική, αναγνώριση λαθών από το 2010 και μετά, αποκατάσταση της κομματικής δημοκρατικής λειτουργίας χωρίς φόβο και ρεβανσισμούς, σύνθεση απόψεων και όχι αποκλεισμούς, ριζική και δημοκρατικά νομιμοποιημένη ανανέωση του στελεχιακού δυναμικού και βασικά μια πρόταση εξουσίας. Όλα αυτά και πολλά άλλα οφείλουν να συζητηθούν νηφάλια, συλλογικά και δημοκρατικά στα όργανα για να προσδιορισθεί ο λόγος ύπαρξης του ΚΙΝΑΛ και η προοδευτική, πατριωτική και μεταρρυθμιστική ταυτότητά του. Διαφορετικά θα αιωρείται και θα αναλώνεται σε ανούσιους διαγκωνισμούς για την ηγεσία ενός φορέα που οδηγείται στη φθορά και αυτό δεν αξίζει στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ και στην συνεισφορά του στην εμβάθυνση της δημοκρατίας, στην βελτίωση της ζωής των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων και στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας κατά την περίοδο της μεταπολίτευση

Σύντομο Βιογραφικό

Γεννήθηκε στο Δίστομο Βοιωτίας το 1953. Είναι Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης και Διευθυντής του Κέντρου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔΙΚ). Έχει διατελέσει Προεδρεύων του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Κοσμήτορας της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών. Είναι κάτοχος Πτυχίου από το Πολιτικό Τμήμα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Μεταπτυχιακού (D.E.A.) του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου και Διδακτορικού τίτλου (Doctorat d’ État en Science Politique – Μνεία: Très Honorable) επίσης του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου (Université de Strasbourg III – Robert Schuman). Η διδακτορική διατριβή του με τίτλο «La Raison d’ État chez Hobbes et Spinoza» έχει τιμηθεί με το βραβείο A.D.R.E.R.U.S. Το συγγραφικό του έργο συμπεριλαμβάνει δημοσιεύσεις στα ελληνικά, τα γαλλικά και τα αγγλικά σε διεθνή και ελληνικά περιοδικά. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στη διερεύνηση ζητημάτων σχετικών με τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ισότητα, τις ευρωπαϊκές δημόσιες πολιτικές, την κοινωνική ενσωμάτωση, την κοινωνική αλληλεγγύη και το κράτος πρόνοιας.

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,600ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα