Τοπολογία του αναγκαίου και του ικανού

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

του Γιάννη Παπαδάκη*

Σε πρόσφατο δημοσίευμα στις “Ανιχνεύσεις” περιγράψαμε τη σπάνια ιδιαιτερότητα του Ελληνικού τρόπου να συνθέτει ανατρεπτική σοφία, αρχίζοντας από την παρατήρηση και περνώντας μέσα από τη γνώση. Η μοναδική συνθετική αυτή διαδικασία η οποία ξεκίνησε με την εμφάνιση των Ελλήνων είναι η ειδοποιός διαφορά από άλλους τρόπους και πολιτισμούς, σε παρελθόν, παρόν και μέλλον.

Είναι μια «μοίρα» σπάνια και αγαθή, μα συνάμα δύσκολη, διότι απαιτεί αντισυμβατικές ικανότητες σκέψης και διαίσθησης ως προς αυτό που σε κάθε στιγμή προτείνεται ως σημαντικό. Απαιτεί ένα ιδιότυπο -συχνά αντιθετικό- «γραδάρισμα» του σύμπαντος κόσμου, για το οποίο συνταγές και ζυγαριές δεν υπάρχουν, ούτε θα υπάρξουν. Πρόκειται για μια άσκηση συνειδησιακής ισορροπίας, μια συνεχή προσπάθεια μιας πιο αρμονικής συνδιάλεξης με τα φαινόμενα, μιας βαθύτερης και καθολικότερης σύλληψης της φύσης. Αυτή η προσπάθεια υπερβαίνει τα στενά όρια της λογικής και της διαχείρισης όσο βέλτιστη και αν είναι αυτή.

Οι συμβολές της ιδιαίτερης ικανότητας των Ελλήνων να μεταβαίνουν συνθετικά από την παρατήρηση, στην πληροφορία, μετά στη γνώση και τελικά σε σοφία με μια μοναδικά ανατρεπτική δύναμη, έχει επανειλημμένα αποδειχθεί καθοριστική για τον ανθρώπινο πολιτισμό σε όλο το πλάτος του ιστορικού χρόνου. Το «καθ’ εικόνα» στο Δωδεκάθεο των Ελλήνων, το αλφάβητο ως κοινό αγαθό πολιτιστικής ταυτότητας, η μεγαλοφυής δομή του ελληνικού λόγου, η σύλληψη και εφαρμογή της Δημοκρατίας, η θεμελίωση της Φιλοσοφίας και των εκπληκτικών «αγαλμάτων Λόγου» που δημιούργησε, οι Ολυμπιακοί Αγώνες, το Θέατρο, η Τέχνη, η Ιστορία, η Ορθοδοξία -σε συνδυασμό με το «παράδοξο» του Βυζαντίου- το «παράλογο» εθνικό κατόρθωμα του ‘21, η διαχρονικότητα της ελληνικής ποίησης από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τους σημερινούς εκπροσώπους της, οι οποίοι συνεχίζουν να εξασκούν το σπανιότατο γλωσσικό προνόμιο να λένε τον ουρανό «ουρανό» και τη θάλασσα «θάλασσα» (Ελύτης), η πλούσια ελληνική παράδοση, το αξεπέραστο δημοτικό τραγούδι, είναι μερικές από τις πολλές -διαχρονικά «παράτολμες»- συνθέσεις του πνεύματος των Ελλήνων.

Παράτολμες, με την έννοια ότι όταν πρωτοεμφανίστηκαν ήταν ενάντιες σε κάθε συμβατική λογική, δεν είχαν ως στόχο την σταδιακή ή την πρόσκαιρη βελτίωση κάποιου status quo. Αποτέλεσαν άλλοτε τολμηρές και άλλοτε «απρόβλεπτες» υπερβάσεις, ποτέ όμως συμβατικές διαχειριστικές προσεγγίσεις.

Οι Έλληνες ήξεραν εξ αρχής «πώς να σπάνε αυγά για να φτιάξουν ομελέτα», όταν άλλοι λαοί και πολιτισμοί δεν διανοούνταν, δεν μπορούσαν ή δεν τολμούσαν να πράξουν κάτι ανάλογο. Κι όμως, μέσα από αυτές τις «παράλογες υπερβάσεις» οδηγηθήκαμε διαδοχικά σε ανώτερες μορφές αρμονίας οι οποίες, δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά, φωτίζουν με αμείωτη λαμπρότητα το παρόν και το μέλλον της ανθρωπότητας.

Ιστορικά, οι Έλληνες γεωμετρούν με ελευθερία, τόλμη και μέτρο πάνω στο αναγκαίο και το ικανό. Διότι στον πυρήνα τους, όλες οι ανατρεπτικές Ελληνικές συνθέσεις που προαναφέραμε παραπέμπουν σε μια νέα αντίληψη του κόσμου που έστω και η μερική απόρριψή της είναι αδιανόητη. Παράλληλα, μας παρέχουν μοναδικά εφόδια, ικανά για να προσεγγίσουμε τους ιδεώδεις συνειδησιακούς προορισμούς που έχουν τόσο μεγαλοφυώς συλλάβει.

Η εποχή του Δωδεκάθεου πέρασε, αλλά παρέμεινε το «καθ’ εικόνα» μαζί με μια ελληνότροπη αίσθηση μέτρου και «θείας δικαιοσύνης» που παραμένει «εν δυνάμει» ικανή να μας μαγνητίζει συνειδησιακά. Το ίδιο ισχύει για  κάθε ένα από τα παραδείγματα που αναφέραμε. Ο βαθύτερος λόγος που συμβαίνει αυτό είναι ότι οι Έλληνες γεωμετρούν άρα οικονομούν. Δεν αναζητούν τη πιο σύντομη γέφυρα που συνδέει την εκάστοτε ανάγκη με την ικανοποίησή της αλλά εκείνη που, ενώ συνδέει, ταυτόχρονα παράγει σοφία και αρμονία στην πιο υψηλή εκδοχή τους.

Με αυτή την έννοια, η Ποίηση και το Θέατρο δεν επινοήθηκαν από τους Έλληνες ως φόρμουλες διασκέδασης και θεραπείας της ανίας (αυτά δυστυχώς συνέβησαν πολύ αργότερα) αλλά για να δώσουν στους πολίτες μια αναγκαία οδό ενεργής μετοχής και συνδιάλεξης με τα κρισιμότερα ερωτήματα της εποχής τους και όχι μόνο.

Δεν υπάρχει άλλος λαός που η μοίρα του να είναι τόσο αναπότρεπτα συνδεδεμένη -ταυτισμένη θα λέγαμε- με τόσες και τόσο θεμελιώδεις ανατρεπτικές συνειδησιακές συνθέσεις. Κάθε φορά που οι Έλληνες υπερβαίνουν συμβατικές λογικές για να συνθέσουν ανατρεπτικά, η ανθρωπότητα κάνει παύση για να τις αφουγκραστεί και να τις αφομοιώσει.

Δεν εκθειάζω ένα παρελθόν που αδυνατεί να θαυματουργήσει και στο μέλλον. Αν και ο ελληνικός τρόπος δε χωράει σε συνταγές και καλουπώματα, θα αναζητήσω ελληνότροπα αφετηριακά σημεία που ίσως χρησιμεύσουν στους νέους, οι οποίοι καλούνται να γεφυρώσουν το παλιό με το καινούργιο.

Προς τούτο, ας εξετάσουμε τα εξής ερωτήματα: (1) τι μέλλον οραματιζόμαστε και γιατί; (2) ποιες από τις δομές του παρελθόντος θέλουμε να υπάρχουν σε αυτό το μέλλον; και (3) ποιους νέους τρόπους (αντίληψης, συμπεριφοράς, ιεράρχησης προτεραιοτήτων) οφείλουμε να συνθέσουμε για να μεταβούμε από το προβληματικό παρόν στο αρμονικότερο μέλλον;

Πριν αναζητήσουμε τα κοινά σημεία στις απαντήσεις των παραπάνω ερωτήσεων, ας δούμε τις έννοιες «αναγκαίο» και «ικανό». Θεωρούμε ότι κάτι είναι αναγκαίο όταν στην απουσία του δε νοείται η ύπαρξη κάποιου άλλου. Είναι αναγκαίο να ζήσω αν θέλω να τελειώσω το γράψιμο αυτού του κειμένου, στο βαθμό φυσικά που θεωρώ ότι η απουσία μου κάνει αδύνατο το τελείωμά του.

Το αναγκαίο είναι θεμελιώδης όρος του μαθηματικού Λόγου. Λέμε ότι το Α είναι αναγκαίο για το Β, όταν το Β δεν ισχύει λογικά -δεν αληθεύει- στην απουσία του Α. Για παράδειγμα, είναι αναγκαίο να είναι ένας αριθμός άρτιος για να είναι ίσος με το έξι. Αν ένας αριθμός δεν είναι άρτιος, δεν μπορεί να είναι ίσος με έξι, αφού ο αριθμός έξι είναι άρτιος.

Στα ανώτερα μαθηματικά, η εύρεση αναγκαίων προϋποθέσεων για να ικανοποιείται μια λογική συνθήκη είναι συχνά δύσκολη υπόθεση. Πρόκειται για μια προσπάθεια αποδόμησης με απώτερο σκοπό να αποκαλυφθούν τα θεμέλια στα οποία στηρίζεται ένα περίπλοκο λογικό οικοδόμημα.

Στενά συνδεδεμένη με την έννοια του αναγκαίου είναι η έννοια του ικανού. Ως ικανό θεωρείται αυτό που αν ισχύει -αν αληθεύει δηλαδή- τότε αυτόματα ισχύει και η λογική πρόταση που εξετάζουμε. Για παράδειγμα αν «το (μοναδικό) κλειδί ενός συρταριού βρίσκεται μέσα στο ίδιο το συρτάρι», τότε «το συρτάρι είναι ξεκλείδωτο». Αυτό είναι ένα παράδειγμα ικανού. Δεν είναι όμως και αναγκαίο, μια και το συρτάρι μπορεί να είναι ξεκλείδωτο χωρίς το κλειδί να είναι μέσα. Συχνά, αν το αναγκαίο «ενισχυθεί» με κατάλληλες λογικές συνθήκες, τότε αναγόμαστε από το αναγκαίο στο ικανό.

Η σπάνια ταύτιση ικανού και αναγκαίου αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. Σημαίνει ότι έχουμε προσδιορίσει μια λογική σχέση που είναι απαραίτητη (αναγκαία) και ταυτόχρονα αρκεί για να ικανοποιηθεί το ζητούμενο. Σε περιπτώσεις που έχουμε πολλές ικανές ή αναγκαίες συνθήκες, μπορούμε να τις ιεραρχήσουμε -να τις βαθμολογήσουμε δηλαδή- με βάση κριτήρια απλότητας, συμμετρίας, οικονομίας, αλληλουχίας, πολυπλοκότητας, κλπ., ανάλογα με αυτό που προσπαθούμε να επιτύχουμε.

Επιστρέφοντας στο αρχικό παράδειγμά μας, αν αυτό το κείμενο είναι τόσο σημαντικό ώστε το γράψιμό του είναι ικανό να με κρατάει στη ζωή, τότε οι συνθήκες «ζω» και «τελειώνω το γράψιμο του κειμένου αυτού» συνδέονται με μια σχέση αναγκαίου και ικανού. Είναι αυτό που στα μαθηματικά ονομάζουμε λογική ισοδυναμία.

Η πορεία από το αναγκαίο στο ικανό προϋποθέτει μια «ανατρεπτικά συνθετική» διαδικασία ανάλογη με αυτή που περιγράψαμε παραπάνω, όταν μιλήσαμε για τη συμβολή των Ελλήνων. Διότι η απόσταση του αναγκαίου από το ικανό είναι ανάλογη της απόστασης του «ζην» (οργανικά αναγκαίο) από το «ευ ζην» (συνειδησιακά ικανό). Με αυτή την έννοια, όπως και στα Μαθηματικά, έτσι και στο συνειδησιακό πεδίο αναζητούμε την πιο κατάλληλη συνθετική διαδικασία που γεφυρώνει το αναγκαίο με το ικανό. 

Ας επαναδιατυπώσουμε τώρα, με βάση τα παραπάνω περί αναγκαίου και ικανού, τα τρία ερωτήματά μας. Το πρώτο ερώτημα θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής: ποια είναι τα αναγκαία χαρακτηριστικά του μέλλοντος που χωρίς αυτά δεν έχει νόημα να το οραματιζόμαστε; Το δεύτερο παραπέμπει σε μια «ελληνότροπη αποδόμηση» του παρόντος, για να απομονώσουμε τα αναγκαία στοιχεία τα οποία επιθυμούμε να συμπεριλάβουμε στο μέλλον που οραματιζόμαστε, ενώ το τρίτο ερώτημα είναι συνθετικό, άρα απαιτεί την αναζήτηση ικανών τρόπων δόμησης του μέλλοντος αυτού.

Και στις τρείς περιπτώσεις, ωφελούμαστε αν αντιληφθούμε το αναγκαίο ως «ελάχιστο κοινό δομικό στοιχείο» ενός συνόλου φαινομένων ή αντιλήψεων και το ικανό ως αποτέλεσμα μιας συνθετικής λειτουργίας που έχει ως αφετηρία το αναγκαίο αλλά το υπερβαίνει. Κατ’ αυτή την έννοια, το αναγκαίο προσεγγίζεται αναλυτικά ενώ το ικανό συνθετικά. Πρόκειται για τη συνειδησιακή λειτουργία της δημιουργίας, στην οποία αναφερθήκαμε εκτενέστερα σε προηγούμενο κείμενο.

Για να αντιμετωπιστούν με επιτυχία τα κρίσιμα προβλήματα του μέλλοντος όπως η κλιματική αλλαγή, η βιώσιμη ανάπτυξη, η διαχείριση της τεχνολογίας, ο σεβασμός στο περιβάλλον, η αποτελεσματική προστασία από πανδημίες ή άλλες απειλές, είναι αναγκαίο να επαναθεωρήσουμε θεμελιώδεις έννοιες όπως εθνικά σύνορα, οικονομική υπεροχή και στρατιωτική ισχύ.

Αυτά δηλαδή που ενώ υπήρξαν μέχρι τώρα αναγκαία -ορισμένες φορές δε και ικανά- για ειρήνη, οικονομική ευμάρεια και εθνική ασφάλεια, πιθανόν αποτελούν τροχοπέδη για το μέλλον. Χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε το αναγκαίο και να το αναζητήσουμε πιο κοντά στον πυρήνα των προκλήσεων του μέλλοντος.

Ποιο «νέο αναγκαίο» προκύπτει από τις απαντήσεις που δίνουμε στα τρία ερωτήματα όπως τα επαναδιατυπώσαμε; Και πώς, με αυτό ως αφετηρία, δομείται συνθετικά το βέλτιστο δυνατό «ικανό», δηλαδή ένα νέο σύνολο αντιλήψεων, τρόπων και ιεραρχήσεων που αρκεί για να γεφυρώσει παρόν και μέλλον; Ιδού η πρόκληση στην οποία καλούνται να ανταποκριθούν οι νέοι και οι νέες της εποχής μας, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον κόσμο.

Στο βαθμό που οι νέοι άνθρωποι έχουν πειστεί για την ανικανότητα του status quo να απαντήσει αποτελεσματικά στις προκλήσεις του μέλλοντος, θα ωφεληθούν τα μέγιστα αν πορευτούν με οδηγό τον ιδιαίτερο ελληνικό τρόπο ανάλυσης και σύνθεσης, ο οποίος είναι μια θαυμαστή τοπολογία του αναγκαίου και του ικανού. Κάτι τέτοιο απαιτεί ενεργό και γόνιμο προβληματισμό, κριτική συνδιάλεξη με τα φαινόμενα, εμβάθυνση στα «αναλυτικά αλφάβητα» και τους συνθετικούς Λόγους που τα ερμηνεύουν, μελέτη των πηγών, σε συνδυασμό με μια πεισματική απόρριψη ευκολόπιστων αυτοπαγιδεύσεων σε κούφια ιδεολογήματα, βολικούς συμβιβασμούς ή λύσεις αγεωμέτρητες.

Ναι μεν είναι αναγκαίο, αλλά δεν αρκεί να βλέπουμε κάθε κρίση ως ευλογία, να αισιοδοξούμε για το μέλλον και να ευχόμαστε στους νέους μας καλή τύχη. Σε αυτή την προσπάθεια αξίζει να μας βρουν ενεργούς υποστηρικτές και συμμέτοχους, διότι αν κάτι δικαιωματικά τους ανήκει αυτό δεν είναι άλλο από το ίδιο το μέλλον.  

Ας αποτελέσει λοιπόν η ενεργή στήριξη των νέων την κύρια παρακαταθήκη της δικής μας γενιάς. Είναι αναγκαία και ικανή για να πάρει αρμονικότερο νόημα η ύπαρξή της.

 

* Δρ. Ηλ/γος Μηχανικός (PhD), ζει και εργάζεται στις ΗΠΑ.

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα