Αρμονία λόγου και θεϊκότητα: Μια ελληνότροπη προσέγγιση

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

του Γιάννη Παπαδάκη*
Συμπεριλαμβανομένου του τίτλου και των κενών διαστημάτων μεταξύ των λέξεων, το κείμενο αυτό έχει έκταση 24.000 χαρακτήρων. Ο συγκεκριμένος αριθμός είναι μεν αυθαίρετος (πχ. με την έννοια της προσθαφαίρεσης αυτής εδώ της παρενθετικής φράσης), όμως μας ενδιαφέρει. Ας αποτολμήσουμε -με κίνδυνο παρεξήγησης από τον αναγνώστη- την εξής υπόθεση εργασίας: ότι το κείμενο αυτό είναι τόσο τέλεια γραμμένο που -τουλάχιστον κατά την άποψη του συντάκτη- ακόμα και η ελάχιστη αλλαγή δεν οδηγεί σε περαιτέρω νοηματική βελτίωση. Θα αναφερθούμε επανειλημμένα παρακάτω σε αυτή την αίσθηση, οπότε ας την ονομάσουμε «αρμονία λόγου» και ας την εξετάσουμε πιο αναλυτικά, παίρνοντας ως παράδειγμα το κείμενο αυτό.
Ας υποθέσουμε ότι «κλειδώνουμε» την έκταση κειμένου στους 24.000 χαρακτήρες. Πόσα κείμενα τέτοιας έκτασης υπάρχουν;
Η απάντηση προκύπτει σχετικά εύκολα με κάποιες βασικές παραδοχές. Ας πούμε ότι συμπεριλαμβάνουμε, μαζί με τα 24 γράμματα του ελληνικού αλφάβητου, τα τρία πιο κοινά σύμβολα-σημεία του κειμένου: το κενό, το κόμμα και την τελεία. Σύνολο χαρακτήρων: 24+3 = 27. Θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε και αγγλικά γράμματα (πχ. για να καλύψουμε το ενδεχόμενο να αποδίδεται κάποιος όρος στα αγγλικά), κεφαλαία (αρχές προτάσεων, κύρια ονόματα) ή ακόμα κάποια πρόσθετα σημεία-σύμβολα όπως παύλα, ερωτηματικό, ή έναρξη παραγράφου.
Πόσα κείμενα έκτασης 24.000 χαρακτήρων υπάρχουν με βάση τα παραπάνω 27 σύμβολα; Η απάντηση -ας την ονομάσουμε Χ- είναι ίση με όλους τους δυνατούς συνδυασμούς των 27 αυτών συμβόλων, τοποθετημένων το ένα μετά το άλλο, σε μια «αλυσίδα» μήκους 24.000 «κρίκων». Κάθε κρίκος και σύμβολο, κάθε αλυσίδα και υποψήφιο κείμενο. Ας δούμε πρώτα πώς διαμορφώνεται η τιμή του Χ σε ένα πολύ απλό παράδειγμα.
Αν είχαμε μόνο 2 σύμβολα (πχ. Α και Β) και έκταση κειμένου (= μήκος αλυσίδας) 3, οι συνδυασμοί κειμένων προκύπτουν ως εξής: {Α ή Β} {Α ή Β} {Α ή Β}. Αν στην πρώτη θέση μπει το Α, στη δεύτερη το Β και στην τρίτη το Α, το κείμενο-συνδυασμός που προκύπτει είναι το ΑΒΑ. Ο αριθμός των συνδυασμών που δημιουργούνται όταν 2 σύμβολα (Α, Β) κατανέμονται σε μήκος αλυσίδας 3 είναι 2*2*2 = 2^3 = 8,
δηλαδή όσα τα σύμβολα (= 2), υψωμένα στη δύναμη του μήκους της αλυσίδας (= 3). Η φόρμουλα ισχύει και για τα 27 σύμβολα με μήκος κειμένου 24.000. Σωστά υποψιαζόμαστε ότι οι συνδυασμοί θα είναι πολύ περισσότεροι των 8. Ας δούμε όμως πόσοι ακριβώς, δηλαδή ποια τιμή παίρνει το Χ. Όπως και παραπάνω, το Χ προκύπτει από τη φόρμουλα
Χ = 27*27*…*27 = 27^24.000 [Εξίσωση 1]
δηλαδή 27 (= αριθμός συμβόλων) πολλαπλασιασμένο επί τον εαυτό του 24.000 φορές (= μήκος αλυσίδας) ή όπως λέμε στα μαθηματικά, ίσο με 27 υψωμένο στη δύναμη 24.000. Δυστυχώς, ούτε η μια ούτε η άλλη μαθηματική έκφραση μας βοηθάει να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος του Χ.
Για να αντιληφθούμε το μέγεθος του Χ, ας υπολογίσουμε τα μηδενικά που του αναλογούν. Ο αριθμός των μηδενικών είναι ίσως η πιο προσφιλής κλίμακα με την οποία σταθμίζουμε σε καθημερινή βάση αριθμητικά μεγέθη: γνωρίζουμε ότι ένα μηδενικό αντιστοιχεί σε δεκάδες, δύο σε εκατοντάδες, με τρία ανεβαίνουμε στις χιλιάδες, με έξι στα εκατομμύρια, με εννέα στα δις. Ας υποθέσουμε ότι ο αριθμός Χ έχει Υ μηδενικά. Το ερώτημα που θέτουμε, μεταφραζόμενο στα μαθηματικά, γράφεται ως εξής:
Χ = 10^Υ [Εξίσωση 2]
Η εξίσωση [2] δηλώνει ότι αν το Χ έχει Υ μηδενικά, θα είναι ίσο με τον αριθμό 10 υψωμένο στη δύναμη Υ. Αν το Χ είναι πολλαπλάσιο του 10, το Υ παίρνει ακέραια τιμή (πχ. 10^2 = 10*10 = 100, 10^3=10*10*10 = 1000 κλπ.) Αν όχι, κάτι που είναι πολύ πιο πιθανό, το Υ παίρνει μη ακέραια τιμή, οπότε σε αυτή την περίπτωση μας ενδιαφέρει το ακέραιο μέρος του.
Για να βρούμε την τιμή του Υ στηριζόμαστε στις ιδιότητες μιας ποσότητας από τα σχολικά μαθηματικά: το δεκαδικό λογάριθμο (log) ή λογάριθμο με βάση 10. Ο δεκαδικός λογάριθμος log(α) ενός αριθμού α, είναι ο αριθμός που ικανοποιεί την εξίσωση 10^log(α) = α, δηλαδή είναι ίσος με τον εκθέτη στον οποίο αν υψώσουμε τη βάση (= 10), το αποτέλεσμα είναι α. Για παράδειγμα, ο λογάριθμος του 10 είναι 1 διότι 10^1 = 10, οπότε γράφουμε ότι log(10) = 1. O λογάριθμος του 100, log(100), είναι 2 μια και 10*10 = 10^2 = 100. Αντίστοιχα, log(1000) = 3 επειδή 10*10*10 = 10^3 = 1000 κοκ.

Ας δούμε πώς ο λογάριθμος μας βοηθάει να βρούμε την τιμή του Υ. Συνδυάζοντας τις εξισώσεις [1] και [2] με το γεγονός ότι ίσοι αριθμοί έχουν ίσους λογαρίθμους, συμπεραίνουμε ότι
log(27^24.000) = log(10^Y)
Κάνοντας χρήση μιας ιδιότητας λογαρίθμων αριθμών που δίδονται σε εκθετική μορφή, όπως οι αριθμοί σε παρενθέσεις στην παραπάνω εξίσωση, έχουμε
24.000 * log(27) = Y * log(10)
Επειδή εξ ορισμού log(10) = 1 συμπεραίνουμε πως
Y = 24.000 * log(27)
Δεδομένου ότι ο λογάριθμος του 27 είναι log(27) = 1,4314 το Υ παίρνει την τιμή
Υ = 24.000 * 1,4314 = 34.353,6
δηλαδή πάνω από 34.000! Διαισθητικά και μόνο καταλαβαίνουμε πόσο ασύλληπτα μεγάλος είναι ο αριθμός αυτός. Αναφερόμαστε σε έναν αριθμό με περισσότερα από 34 χιλιάδες μηδενικά. Συγκριτικά αναφέρουμε πως ο αριθμός των άστρων στο σύμπαν εκτιμάται στα 24 μηδενικά, ο αριθμός σταγόνων σε όλους τους ωκεανούς της Γης στα 25 μηδενικά, ο αριθμός των ατόμων στον γαλαξία μας στα 67 μηδενικά, ενώ στο σύμπαν συνολικά στα 82 μηδενικά. Πρόσφατα, μια ομάδα αστροφυσικών στις ΗΠΑ υπολόγισε ότι ο συνολικός αριθμός φωτονίων που έχουν παραχθεί από την γέννηση του σύμπαντος μέχρι τώρα -πριν από 13,7 δισεκατομμύρια χρόνια- αντιστοιχεί σε 84 μηδενικά. Κάθε πρόσθετο μηδενικό δεκαπλασιάζει τον προηγούμενο αριθμό. Από τα 84 μηδενικά στα 34.000, το χάσμα παραμένει ασύλληπτα μεγάλο. Ακόμα κι αν με έξυπνους τρόπους μειώσουμε δραστικά τους υποψήφιους συνδυασμούς απορρίπτοντας ομαδικά απαράδεκτες λύσεις (πχ. ακολουθίες χαρακτήρων που δεν συγκροτούν λέξεις στα ελληνικά, κείμενα που δεν ακολουθούν τους κανόνες γραμματικής κλπ.) ο αριθμός των δυνατών συνδυασμών παραμένει τεράστιος. Αν αντί για το ολιγοσέλιδο αυτό κείμενο, θεωρήσουμε την έκταση ενός βιβλίου, ο αριθμός εναλλακτικών κειμένων πρακτικά εκτοξεύεται στο άπειρο. Τα μηδενικά δηλαδή σε αυτή την περίπτωση είναι πολύ περισσότερα από 34.000. Επίσης αν -αντί για συγκεκριμένη έκταση κειμένου- θέταμε ένα μέγιστο όριο έκτασης, τότε οι συνδυασμοί υποψηφίων κειμένων αυξάνονται ακόμα περισσότερο. Το ίδιο συμβαίνει και αν συμπεριλάβουμε πρόσθετα στοιχεία στο αρχικό συνδυαστικό αλφάβητο.

Στο βαθμό που η σύνθεση του τελικού κειμένου συνοδεύεται από μια αίσθηση αρμονίας λόγου στη συνείδηση του συντάκτη-δημιουργού ή του παρατηρητή-αναγνώστη, το τελικό κείμενο αποτελεί τον μοναδικό, ιδανικό νοηματικό συνδυασμό ανάμεσα σε αριθμητικά ασύλληπτα άλλα.
Κάνοντας χρήση ενός απλού παραδείγματος, είδαμε ότι ένα σύντομο κείμενο αποτελεί μια σταγόνα σε ένα τεράστιο ωκεανό συνδυαστικών συνθετικών δυνατοτήτων. Ο ανθρώπινος νους δεν είναι ικανός να εξετάσει κάθε έναν από αυτούς τους υποψήφιους συνδυασμούς για να καταλήξει στην γραφή που θεωρεί τελική, σε εκείνη δηλαδή την συγκεκριμένη «αλυσίδα» χαρακτήρων που αποτελεί την καλύτερη δυνατή εκδοχή αυτού που ο γράφων επιθυμεί να μεταδώσει στον αναγνώστη. Πώς όμως συμβαίνει και πραγματοποιείται αυτό;
Πώς εξηγείται η αίσθηση που νιώθει ένας συγγραφέας-συνθέτης-δημιουργός ότι αν αλλάξει κάτι από την τελική μορφή του έργου του, οσοδήποτε ασήμαντο και αν είναι αυτό, το επιθυμητό νόημα χάνεται; Με ποια λογική συνυπάρχουν από τη μια πλευρά, η πλήρης αδυναμία αναλυτικής-εξαντλητικής εξέτασης όλων των εναλλακτικών συνδυασμών και από την άλλη η απόλυτη αίσθηση της σιγουριάς ότι το τελικό κείμενο είναι το βέλτιστο, εκείνο δηλαδή που -ως συνδυασμός χαρακτήρων και λέξεων- αποδίδει ορθότερα από οποιοδήποτε άλλο το νόημα που επιθυμεί να μεταδώσει;
Αν η αίσθηση της αρμονίας λόγου εκπηγάζει από μια βαθύτερη ανάγκη του δημιουργού-συνθέτη να φτάσει στη βέλτιστη δυνατή σύνθεση, δεν αποτελεί δηλαδή μια καλά οργανωμένη εγκεφαλική ψευδαίσθηση, του τύπου «ας τελειώνουμε επιτέλους με αυτό για να κάνουμε και κάτι άλλο» τότε που οδηγούμαστε;
Η μόνη ικανοποιητική απάντηση που μπορώ να δώσω είναι ότι η συνειδητή συνύπαρξη από τη μία πλευρά της αναλυτικής αδυναμίας και από την άλλη της αίσθησης αρμονίας λόγου ως προς την τελική σύνθεση, είναι ένας τρόπος προσέγγισης χώρων έξω από την κατηγορική λογική. Στο βαθμό που μπορούμε να συνθέσουμε κάτι υποκειμενικά σημαντικό και ταυτόχρονα συνδυαστικά σπάνιο, το οποίο συνυπάρχει με την αίσθηση ότι αν ήταν έστω και απειροελάχιστα διαφορετικό δεν θα ικανοποιούσε το αρχικό σκοπό για τον οποίο το συνθέσαμε, τότε υπερβαίνουμε τη λογική των κατηγοριών (categorical thinking) και προσεγγίζουμε, διαισθητικά πιά, χώρους που την ξεπερνούν, χώρους που υπερβαίνουν τον καθαρό ορθολογισμό.

Παράδοξα, κάθε εμπνευσμένη σύνθεση-δημιουργία βιώνεται από τη συνείδησή μας ως κάτι ανελεύθερο και ταυτόχρονα απελευθερωτικό. Από κάποιο σημείο περιπλοκότητας και πέρα, η ανθρώπινη ανάγκη για επίτευξη αρμονίας λόγου είναι τέτοια που η ικανότητα της κατηγορικής λογικής για επεξεργασία και σύνθεση καταρρέει, οδηγώντας τα αντίθετα (ελεύθερο, ανελεύθερο) όχι μόνο να συνυπάρχουν στο συνειδησιακό μας χωροχρόνο αλλά και να συγκλίνουν στο σημείο-εμπειρία της συγκεκριμένης τελικής σύνθεσης.
Για να βιώσουμε δηλαδή το απελευθερωτικό αίσθημα της ελεύθερης εμπνευσμένης δημιουργίας πρέπει ταυτόχρονα να βιώσουμε και το αίσθημα της δραματικής ανελευθερίας που κάνει δυνατή τη μετάβασή μας από έναν ωκεανό συνδυασμών-δυνατοτήτων στην τελική μοναδική σύνθεση-δημιουργία.
Αρχίσαμε με το παράδειγμα ενός σύντομου γραπτού κειμένου, όμως η προσέγγισή μας ισχύει και για άλλες συνθέσεις όπως η Οδύσσεια του Ομήρου, η Σχετικότητα του Αϊνστάιν, η θεωρία εξέλιξης του Δαρβίνου, η Παλαιά/Καινή Διαθήκη, η Ευκλείδεια γεωμετρία, οι μουσικές συνθέσεις του Mozart, η φιλοσοφία του Ηράκλειτου, το DNA, η κβαντική φυσική, το θέατρο, η ζωγραφική, η γλυπτική κλπ.
Σε ορισμένες συνθέσεις, η αίσθηση της αρμονίας λόγου ξεπερνάει το στενό πεδίο του δημιουργού τους (ή των δημιουργών τους) για να επεκταθεί στον πλατύτερο ανθρώπινο συνειδησιακό χωροχρόνο. Αποτελούν έτσι συλλαβισμούς-κυματισμούς στο ανθρώπινο συνειδησιακό πεδίο. Εδώ, οι όροι «κύμα» και «συλλαβισμός» συγκλίνουν, μια και ανάγονται σε χωροχρονικά δομημένες κωδικοποιήσεις της συνειδησιακής πληροφορίας. Πρόκειται για εξειδικευμένες εκφάνσεις αυτού που θα μπορούσαμε γενικότερα να χαρακτηρίσουμε με τον όρο «συνειδησιακά δομημένο ανελεύθερο».
Γενικεύοντας, θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε ακόμα και το ίδιο το σύμπαν ως ένα «κείμενο» γραμμένο σε κάποιο κβαντικό αλφάβητο. Όπως τα 24 γράμματα συνδυάζονται για να δημιουργήσουν λέξεις και κείμενα, τα οποία με την σειρά τους παράγουν νόημα στη συνείδησή μας, έτσι και τα 118 στοιχεία του περιοδικού συστήματος συνδυάζονται δημιουργώντας χημικές ενώσεις, μόρια και πιο περίπλοκα οργανικά συστήματα. Ενώ και στις δύο περιπτώσεις τα (κβαντικά) σύμβολα-στοιχεία από μόνα τους δεν φέρουν συνειδησιακή πληροφορία, ο συνθετικός συνδυασμός τους είναι εκείνος που παράγει νόημα και αρμονία λόγου. Χρησιμοποιούμε εδώ τον όρο «κβαντικό αλφάβητο» ακριβώς για να δώσουμε έμφαση στο ιδιαίτερο αυτό δομικό χαρακτηριστικό της συνειδησιακής πληροφορίας.

Τι μας προσφέρει αυτή η συλλογιστική για το σύμπαν; Τι νόημα έχει να ισχυριστούμε ότι όλα όσα μας είναι αντιληπτά αποτελούν μια δημιουργική σύνθεση που μπορεί να παράγει αρμονία λόγου στη συνείδηση του δημιουργού ή του παρατηρητή; Αντίστροφα, θα άξιζε τον κόπο η δημιουργία ενός σύμπαντος όπου η δυνατότητα αυτή είναι εκ των προτέρων ανέφικτη; Αν δεχτούμε ότι το σύμπαν αποτελεί μια «σύνθεση λόγου» με βάση κάποιο κβαντικό αλφάβητο η οποία παράγει αρμονία λόγου σε ένα ανώτερο πεδίο συνείδησης, τι ακριβώς είναι ζωή, θάνατος και τι ελεύθερη βούληση; Μήπως αποτελούν εκφάνσεις (συλλαβισμούς) αυτής της συμπαντικής αρμονίας λόγου, στα μέτρα των συνειδησιακών μας δυνατοτήτων;
Αν και είναι αδύνατο να καθορίσουμε το ακριβές «αλφάβητο» ή τους κανόνες που αποκωδικοποιούν αποτελεσματικά τις δυνατότητες του κάθε συνθετικού-εκφραστικού χώρου που είναι αντιληπτός στην ανθρώπινη συνείδηση, μπορούμε να μαντέψουμε -έστω κατά προσέγγιση- κάποιους απλούς συλλαβισμούς οι οποίοι παράγουν αρμονία λόγου εντός μας, ακόμα και με την πλατύτερη δυνατή έννοια του όρου.
Εξ ορισμού λοιπόν δεν υπάρχει κάποια λογική-αλγοριθμική συνταγή γι’ αυτό. Αν υπήρχε, δεν θα αναφερόμασταν σε «πέρα του ορθολογισμού» χώρους. Σε αυτούς προχωρούν τόσο ο συνθέτης όσο και ο παρατηρητής με βάση το ένστικτό τους, την πυξίδα της συνείδησής τους. Ο ορθολογισμός -στην καλύτερη περίπτωση- παρέχει τις αρχικές συνθήκες για να συντελεστεί αυτή η μετάβαση ομαλά και να βιωθεί ως αρμονία λόγου. Αυτό δεν σημαίνει ότι παραβιάζονται κάποιοι φυσικοί νόμοι ή κανόνες της λογικής, αλλά ότι η μετάβαση σε μια νέα σύνθεση (πχ. μια νέα θεωρία) δεν στηρίζεται αποκλειστικά σε ορθολογιστικές βάσεις. Αυτό συμβαίνει και στις θετικές επιστήμες όπως τα μαθηματικά όπου -κατά κύριο λόγο- ο ορθολογισμός κυριαρχεί.
Με αυτό το πρίσμα, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως η ανώτατη εμπειρική-αντιληπτική δυνατότητα της ανθρώπινης συνείδησης εξαντλείται στη βίωση «ιστοριών», ιστοριών που αποτελούν συνθέσεις και συλλαβισμούς με βάση κάποια κβαντικά αλφάβητα. Απομένει σε εμάς να ασκήσουμε τις συνειδήσεις μας για να συλλάβουμε, έστω και κατ’ ελάχιστο, τα κβαντικά αλφάβητα που υπάρχουν στο σύμπαν και να βιώσουμε την αρμονία λόγου μέσα από τους εκάστοτε συλλαβισμούς και τις ιστορίες που εγγράφονται σε αυτά.

Είδαμε με ποιο τρόπο η διαδικασία της δημιουργικής σύνθεσης -στην ανώτερη συνειδητοποίησή της- δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την ταυτόχρονη συνύπαρξη δύο φαινομενικά αντιφατικών συνθηκών: μιας αίσθησης του βέλτιστου (αρμονία λόγου), σε συνδυασμό με την αδυναμία της κατηγορικής λογικής να παράγει από μόνη της το επιθυμητό συνθετικό αποτέλεσμα.
Αυτή η «αντιφατική σύγκλιση» εντοπίζεται στο γεγονός ότι, ενώ εγκεφαλικά αντλούμε (μειώνουμε) δραστικά τους διαθέσιμους βαθμούς ελευθερίας (εντροπία) ώστε από όλους τους ασύλληπτα πολλούς συνδυασμούς να καταλήξουμε σε αυτόν που μας εκφράζει καλύτερα (αρμονία λόγου), ταυτόχρονα απελευθερώνουμε ένα καινούργιο, μοναδικό νόημα. Καθώς μεταβαίνουμε από τα ασύλληπτα υποψήφια «πολλά» στο επιθυμητό «ένα», βιώνουμε μια απελευθερωτική αίσθηση αρμονίας λόγου μέσα από τη δημιουργική-συνθετική εμπειρία. Το «ανελεύθερο» που παράγει ένα ασύλληπτα δεσμευτικό (συνδυαστικά μιλώντας) νόημα, συνυπάρχει με το «ελεύθερο» της βούλησης και της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Αναγκαστικά λοιπόν ξεπερνούμε τα όρια της κανονιστικής λογικής και μπαίνουμε -έστω διαισθητικά- σε χώρους που την υπερβαίνουν. Ας ονομάσουμε «θεϊκότητα» αυτή την εμπειρικά βιώσιμη σύγκλιση, κάνοντας αναφορά στο χώρο εκείνο όπου η κατηγορική σκέψη δεν μπορεί να συνθέσει από μόνη της επιθυμητό νόημα σε πρακτικό χρόνο, και άρα η συνθετική-δημιουργική διαδικασία που το παράγει, κατ’ ανάγκη την υπερβαίνει.
Όπως αναφέραμε, η κατηγορική λογική καταρρέει όταν ο αριθμός των εναλλακτικών συνδυασμών είναι τεράστιος και δεν μπορεί να γίνει μια εξαντλητική εξέτασή τους σε πρακτικό χρόνο. Αν ο άνθρωπος ήταν κατασκεύασμα ορθολογισμού,δηλαδή της λογικής, όσο προχωρημένης και εξελιγμένης κι αν είναι αυτή, η αδυναμία της να καταλήξει στο επιθυμητό αποτέλεσμα μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα θα δημιουργούσε αισθήματα απογοήτευσης, αποτυχίας, ακόμα και πανικού. Όμως αυτό δε φαίνεται να συμβαίνει. Το αντίθετο μάλιστα, μια καθαρά ανθρώπινη ιδιότητα -παράδοξα- αναλαμβάνει τα ηνία για να ξεπεράσει τη κατηγορική αυτή αδυναμία και να δώσει την επιθυμητή λύση στο συνδυαστικά ασύλληπτα δύσκολο πρόβλημα της βέλτιστης σύνθεσης -με κριτήριο την αίσθηση αρμονίας λόγου- μέσα σε σχετικά σύντομο χρόνο. Ίσως αυτό που εν τέλει προσεγγίζουμε μέσω της δημιουργίας-σύνθεσης είναι το βαθύτερο ποιόν της ίδιας της ανθρώπινης φύσης και της συνείδησής μας, εκείνο δηλαδή που μας διαφοροποιεί από τους αλγορίθμους, τα λογικά συστήματα, αλλά και από όλα τα άλλα ενσυνείδητα όντα.

Οι βέλτιστες συνθέσεις που παράγουν αρμονία λόγου στην ανθρώπινη συνείδηση δεν συνιστούν απαραίτητα νόημα και σε συνειδησιακούς χώρους άλλων όντων. Η Οδύσσεια του Ομήρου ως σύνθεση νοήματος ενέχει «θεϊκότητα» για τους ανθρώπους, εξαντλείται δηλαδή ως αρμονία λόγου στο πεδίο της ανθρώπινης συνείδησης και μόνο. Δεν αφορά άλλες συνειδήσεις, ανώτερες ή κατώτερες της ανθρώπινης.
Το ελεύθερο της ανθρώπινης βούλησης και φύσης αναγκαστικά συνυπάρχει με το ανελεύθερο της ανθρώπινης συνείδησης και των τρόπων σύνθεσης νοήματος εντός της. Η ανθρώπινη συνείδηση δεν διαθέτει διακόπτη για να την βγάζουμε κατ’ επιλογήν «εκτός»: αποτελεί το θεμελιώδες «κβάντουμ» της υπαρξιακής μας δυνατότητας και (αν)ελευθερίας. Αν και -στο ανώτατο επίπεδο- η «δομική ανελευθερία» της ανθρώπινης συνείδησης βιώνεται ως αίσθημα δημιουργικού-συνθετικού περιορισμού, είναι αδύνατον να εξαντλήσουμε τα κβαντικά αλφάβητα και τους συλλαβισμούς που παράγουν αρμονία λόγου μέσα μας, όσο οι αντένες της συνείδησής μας παραμένουν υψωμένες.
Ευτυχώς η ποίηση, με τον τρόπο της, βοηθάει σε αυτό: μας θυμίζει ότι ακόμα και το πεπερασμένο της φύσης μας παράγει αδιάλειπτη αρμονία λόγου στη συνείδησή μας. «Μονάχα οι λέξεις δε μου αρκούσανε» γράφει κάπου ο Ελύτης. Ο ποιητής δεν παύει να αναζητά νέα αλφάβητα, συλλαβισμούς, ιστορίες, νέους τρόπους να βιώσει αλλά και να μεταδώσει μια ανώτερη αρμονία λόγου. Αναζητά να αποκρυπτογραφήσει «αλφάβητα αδιάβαστα χιλιάδες» για να φωτίσει λέξεις και νοήματα, να τα μετατρέψει σε κοινό κτήμα της ανθρώπινης συνείδησης. Η αναζήτηση αυτή είναι -από μόνη της- ικανή να παράγει νόημα και αρμονία λόγου στις συνειδήσεις μας.
Συνεπώς, αυτό που διαφοροποιεί συνειδησιακά και αντιληπτικά τον άνθρωπο είναι και αυτό που προσεγγίζει τη συγκεκριμένη έκφανση της θεϊκότητας που μας απασχολεί. Γι’ αυτό συνεχίζουν να συναρπάζουν το «εν αρχή ην ο λόγος» του ευαγγελιστή Ιωάννη και το «καθ’ εικόνα» της Γένεσης, «συλλαβισμοί» που παράγουν αρμονία λόγου στην ανθρώπινη συνείδηση εδώ και χιλιετίες. Το ίδιο θα λέγαμε και για άλλες συνθέσεις όπως την Ενάτη του Μπετόβεν, τη θεωρία εξέλιξης του Δαρβίνου, τους νόμους του Νεύτωνα ή το Πυθαγόρειο Θεώρημα.
Η προσέγγιση που κάναμε είναι τόσο γενική όσο τα κβαντικά αλφάβητα και οι συνθέσεις που εμπίπτουν σε αυτά. Ακόμα και ένα φύλλο δένδρου είναι μια εν-δυνάμει σύνθεση αρμονίας λόγου, με βάση κάποιο «αδιάβαστο» κβαντικό αλφάβητο. Εναπόκειται σε εμάς να το διαβάσουμε για να το ερμηνεύσουμε συνειδησιακά όσο γίνεται πληρέστερα.
Θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε ακόμα και τη ζωή μας -ατομικά αλλά και συλλογικά- ως μια σύνθεση η οποία, αν ικανοποιεί και τις δύο συνθήκες που προαναφέραμε, ανάγεται σε αρμονία λόγου εντός μας και σε συνειδησιακό κύμα εκτός, προσεγγίζει δηλαδή μια ανώτερη υπαρκτική κατάσταση.
Χαρακτηρίσαμε ως ελληνότροπη την προσέγγισή μας διότι στηρίζεται σε στοιχεία αμιγώς ελληνικά. Η κατηγορική λογική θεμελιώθηκε από τον Αριστοτέλη. Η αίσθηση την οποία ονομάσαμε «αρμονία λόγου» και η αρμονία γενικότερα αποτελεί ιδέα Ελληνική (Πυθαγόρας). Ελληνικές λέξεις όπως «έμπνευση» (εν-πνέω) και «ενθουσιασμός» (εν-θούς/θεός) παραπέμπουν σε μια καθαρά ελληνική αντίληψη της θεϊκότητας, σε μια «ελληνότροπη αρμονία λόγου». Το ίδιο συμβαίνει και όταν λέμε ότι κάτι είναι συναρπαστικό (συν-αρπάζω). Αυτές οι βαθύτερες σχέσεις μεταξύ σημαινομένων-σημαινόντων μόνο στα Ελληνικά παράγουν νόημα, και άρα έναυσμα για ακόμη βαθύτερο προβληματισμό. Για όποιον έχει την τύχη να συλλογίζεται Ελληνικά, η βίωση ενός συνειδησιακού κύματος εμπεριέχει ήδη κάτι το θεϊκό, με την έννοια ότι ενώ υπερβαίνει το κοινά εννοούμενο ως ανθρώπινο, βιώνεται ως εμπειρία.
Ως συνθέτες-δημιουργοί είμαστε εν δυνάμει ικανοί να υπερβούμε τη κατηγορική-λογική συνιστώσα της ανθρώπινης φύσης μας. Η συνθετική δημιουργική προσπάθεια είναι η ανοιχτή εκείνη δυνατότητα που ανά πάσα στιγμή μας επιτρέπει να συνθέσουμε μια εμπνευσμένη ιστορία (πχ Οδύσσεια), μια συναρπαστική θεωρία (πχ. Σχετικότητα), μια ενθουσιώδη σύνθεση (πχ. Mozart) ή ένα σύντομο και ασήμαντο για τους άλλους ποίημα, συνδεδεμένο όμως με μια πολύτιμη για εμάς τους ίδιους προσωπική ιστορία που το καθιστά ταυτόχρονα ανεκτίμητο και σπάνιο, άρα συνειδησιακά μοναδικό.
Αυτό ίσως αποτελεί το πολυτιμότερο δώρο του σύμπαντος στον άνθρωπο.
Η δυνατότητα αυτή εκδηλώνεται πρώτα στη συνείδησή μας με τη μορφή αρμονίας λόγου, υπερβαίνει δε κάθε συνθετική μέθοδο που βασίζεται αποκλειστικά σε αξιωματικά συστήματα, δομικούς κανόνες και κανονιστικές σχέσεις μεταξύ κατηγοριών. Με άλλα λόγια, για να εξαντλήσουμε τις συνθετικές δυνατότητες της ανθρώπινης συνείδησης, ο Αριστοτέλης είναι μεν αναγκαίος αλλά όχι και ικανός. Είναι απαραίτητος και ο Πλάτωνας, ώστε να συνυπάρξει η ερωτικά δημιουργική φαντασία με την αυστηρά ορθολογιστική σκέψη για να παραχθεί ουσιαστικό νόημα και αρμονία λόγου. Ούτε το «ευ» (Πλάτων) ούτε το «ζην» (Αριστοτέλης) από μόνα τους αρκούν για να παραχθεί υπαρκτικό νόημα ζωής. Υπαρκτικό νόημα παράγει μόνο ο συνδυασμός τους, ένας κυματισμός-συλλαβισμός που αν γίνει σωστά, μας επιτρέπει ακόμα και στο σύντομο διάστημα μιας ανθρώπινης ζωής, να βιώσουμε την αρμονία λόγου που χαρίζει στη συνείδησή μας η ανακάλυψη κβαντικών αλφαβήτων και η ανάγνωση-σύνθεση των πιο συναρπαστικών ιστοριών εγγεγραμμένων σε αυτά.


Η Ελληνική σκέψη έχει χαράξει δρόμους πολύτιμους, μέσα από τους οποίους μπορούμε να προβληματιστούμε αναζητώντας ικανοποιητικές απαντήσεις σε ανοιχτά ερωτήματα αιώνων.
Στο μέλλον, η ολοένα βαθύτερη εισβολή του αριθμού στο ανθρώπινο πεδίο -κυρίως μέσω των αλγορίθμων και της τεχνολογίας- θα βιώνεται από τους ανθρώπους ως μια πίεση τόσο για συνεχή αυτοπροσδιορισμό όσο και για να καθορίζουν τα στοιχεία εκείνα που τους διαφοροποιούν από τα ραγδαία εξελισσόμενα λογικά-τεχνολογικά συστήματα που θα τους περιβάλλουν, τα οποία από κάποια στιγμή και πέρα θα αποκτήσουν αυτονομία, αυτοβουλία και συνείδηση, με την έννοια της δυνατότητας σύλληψης και επίλυσης προβλημάτων που τα εμπεριέχουν.
Η δημιουργική-συνθετική ικανότητα του ανθρώπου, στο βαθμό που την αξιοποιούμε, μας προσφέρει έναν τρόπο προσέγγισης χώρων που υπερβαίνουν τον ορθολογισμό σε κάθε μορφή του, αποκαλύπτοντάς μας βαθύτερες πτυχές της ανθρώπινης φύσης. Καθώς η εξέλιξη της τεχνολογίας θα εκτοπίζει τον άνθρωπο, η ικανότητα πρόσβασης και χαρτογράφησης χώρων σύνθεσης στους οποίους οι αλγόριθμοι δεν έχουν πέραση είναι καθοριστική. Αλλιώς, θα βρεθούμε να γυρίζουμε τον τροχό για τον τροχό, έχοντας θυσιάσει το θνητό-ανθρώπινο «ευ» στο βωμό ενός αθάνατου-ορθολογιστικού «ζην».
Στα άκρα, οδηγούμαστε στο φαινομενικά παράδοξο συμπέρασμα ότι η βαθύτερη συνειδητοποίηση της επίγνωσης του θανάτου -δηλαδή του πεπερασμένου της ανθρώπινης ζωής- είναι ένα πολύτιμο δώρο του σύμπαντος στον άνθρωπο και όχι μια τιμωρία, μια αδυναμία της φύσης ή κάτι το ελαττωματικό που πρέπει να διορθωθεί. Με αυτόν τον τρόπο συνδέεται άρρηκτα η μοίρα του κάθε ανθρώπου (γέννηση-βιολογικός θάνατος) με τη μοίρα του σύμπαντος (αρχή-θερμοδυναμικός θάνατος). Η δυνατότητα συνειδητοποίησης αυτής της ενδελεχούς παραλληλίας παρέχει στον άνθρωπο πρόσθετες δυνατότητες πρόσβασης σε κβαντικά αλφάβητα τα οποία ορθολογιστικά και μόνο δεν αποκωδικοποιούνται. Ίσως είναι η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου σε σχέση με τα ορθολογικά συστήματα του μέλλοντος και ο ύστατος κοινός τόπος με άλλα ενσυνείδητα όντα στο σύμπαν, αν υπάρχουν.
Εν τέλει, αυτό που μας ενώνει είναι η συνειδησιακή μας πορεία καθώς το σύμπαν -με τη συμβολή μας και μη- μεταβαίνει προς το τελικό στάδιο της ζωής του, τη μέγιστη δυνατή εντροπία, ή με άλλα λόγια προς τον πλήρη εκδημοκρατισμό της κατανομής ενέργειας σε όλο τον συμπαντικό χώρο. Απ’ αυτή την άποψη, η συνείδηση στο σύμπαν παίζει ρόλο πυξίδας στο πεδίο της εντροπίας, ενώ οι ιστορίες που εγγράφονται ως αποτέλεσμα της πορείας αυτής επικυρώνουν αδιάλειπτα το μέγα αίνιγμα και δώρο του σύμπαντος για εμπνευσμένη σύνθεση και δημιουργία.
Απουσία των παραπάνω, δύσκολα αρθρώνεται εναλλακτικό υπαρκτικό νόημα. Αλλά ακόμα και αν αυτό θεωρηθεί ως εσφαλμένη υπόθεση, η ιστορία που θα προκύψει ίσως ενθουσιάσει ακόμα περισσότερο. Το σύμπαν, για άγνωστους σε εμάς λόγους, κρατάει ανοιχτή αυτή τη δυνατότητα όσο και τη συμμετοχή μας σε αυτήν. Εναπόκειται σε εμάς να την αξιοποιήσουμε με τον συνεπέστερο τρόπο.
Είναι ίσως η πιο συναρπαστική ιστορία που θα μπορούσε να έχει ποτέ γραφτεί.

* Ο Γιάννης Παπαδάκης είναι Ηλ/γος Μηχανικός (PhD). Ζει και εργάζεται στις ΗΠΑ.

spot_img

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα