του Υπολοχαγού (ΑΠΒ) Σώζοντα Λεβεντόπουλου

Τουρκικά S-400: Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα – ΑΝΑΛΥΣΗ με τα δεδομένα που έχουν δημοσιευτεί σε ανοιχτές πηγές – Είναι ή όχι το απόλυτο όπλο;

Στα μέσα του Ιουλίου και τηρώντας απόλυτα το συμφωνηθέν χρονοδιάγραμμα, η Ρωσία παρέδωσε το πρώτα τμήματα του οπλικού συστήματος (Ο/Σ)

αντι-αεροπορικής άμυνας μεγάλου βεληνεκούς S-400 Triumph με κωδικό αναφοράς κατά ΝΑΤΟ, SA-21 Growler (ΣτΣ: “γκρινιάρης” στα ελληνικά),

το οποίο είχε παραγγείλει η Τουρκία περίπου 2 χρόνια νωρίτερα (στα μέσα περίπου του 2017).

Η συγκεκριμένη αγορά εντάσσεται στα πλαίσια υλοποίησης του προγράμματος T-LORADMIS (Turkish Long Range Air and Missile Defense System), το οποίο είχε ξεκινήσει πάνω από 10 χρόνια πριν.

Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο πρόγραμμα έχει περάσει από “40 κύματα” και σίγουρα η αγορά των S-400 δε σημαίνει και την ολοκλήρωση του προγράμματος.

Να υπενθυμίσουμε ότι το 2007 η Υποδιεύθυνση Αμυντικών Βιομηχανιών (SSM) εκδήλωσε ενδιαφέρον για την αγορά ενός συστήματος αντι-αεροπορικής άμυνας μεγάλου βεληνεκούς.

Μέχρι τότε η Τουρκία για την άμυνά της βασιζόταν στα συστήματα Nike-Hercules μια σχεδίαση η οποία ήδη ήταν απαξιωμένη.

Ως συνήθως η Τουρκία επεδίωκε τη μέγιστη δυνατή συμμετοχή τούρκικων εταιριών αλλά και τη μέγιστη δυνατή μεταφορά τεχνογνωσίας/τεχνολογίας.

Τέσσερις εταιρίες ανταποκρίθηκαν:

  • η Raytheon με το PATRIOT PAC-3,
  • η Rosoboroexport με το S-300PMU2,
  • η κινέζικη CPMIEC με το HQ-9 (ουσιαστικά μια έκδοση του S-300 η οποία κατασκευαζόταν άνευ άδειας από την Κίνα)
  • και η EUROSAM με το SAMP/T Aster 30.

Από όλες τις εταιρίες η EUROSAM ήταν αυτή που παρείχε πλήρη μεταφορά τεχνολογίας στην Τουρκία.

Το 2013 η Τουρκία ανακοινώνει ότι έχει υπογράψει συμβόλαιο ύψους 3,4 δις $ με την κινεζική CPMIEC για την αγορά του συστήματος HQ-9.

Μετά τον ντόρο που προκλήθηκε (αντίστοιχο με ότι γίνεται σήμερα με τους S-400) η Τουρκία ανακοινώνει το Νοέμβριο του 2015 ότι ακυρώνει την προμήθεια και στρέφεται σε εγχώριες εταιρίες για την ανάπτυξη αντίστοιχου συστήματος.

Φυσικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατο και μέχρι σήμερα έχουν παρουσιαστεί αρκετά υποδεέστερα συστήματα (τα Hisar A/O).

Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι – παρά την αγορά των S-400 – η Τουρκία έχει υπογράψει συμβόλαιο  με τις EUROSAM, ASELSAN και ROKETSAN για τη μελέτη ανάπτυξης ενός αντι-αεροπορικού συστήματος μεγάλου βεληνεκούς, με τα αποτελέσματα να παραδίδονται εντός 18 μηνών.

Η αγορά αυτή πιθανότητα δεν θα απασχολούσε καθόλου αν δεν υπήρχαν οι γνωστές αντιδράσεις – κυρίως από τις ΗΠΑ

και λιγότερο από το ΝΑΤΟ – τόσο για την πιθανότητα διαρροής κρίσιμων πληροφοριώνπου αφορούν στο Α/Φ F-35A Lighting II (στο οποίο ως γνωστόν η Τουρκία είναι εταίρος επιπέδου ΙΙΙ)

όσο και για την μη συμβατικότητα με τα ΝΑΤΟικά συστήματα (κυρίως το NADGE – NATO Air Defense Ground Environment).

Επιπρόσθετα η Τουρκία κινδυνεύει και με επιπρόσθετες κυρώσεις εφόσον εφαρμοστεί ο CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act – Public Law 115-44).

Βασικά στοιχεία για τα ραντάρ

Πριν ξεκινήσει η αναφορά για το Ο/Σ S-400 κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούν κάποια βασικά στοιχεία για τα ραντάρ.

Αυτό θα βοηθήσει στην πληρέστερη κατανόηση των δυνατοτήτων αλλά και των περιορισμών που μοιραία ακολουθούν από την εφαρμογή των νόμων της φυσικής.

Ένα ραντάρ λοιπόν βασίζει τη λειτουργία του στην εκπομπή μιας ακτινοβολίας (ουσιαστικά ένα ηλεκτρο-μαγνητικό – Η/Μ – κύμα),

η οποία έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και μεγέθη (όπως μήκος κύματος, συχνότητα, διαμόρφωση, κλπ.) και αναμένει για να λάβει την ηχώ της ακτινοβολίας που εξέπεμψε.

Αυτή η ηχώ προέρχεται από κάποιο αντικείμενο το οποίο και αντανακλά το μεγαλύτερο μέρος της ακτινοβολίας που δέχεται προς την πηγή εκπομπής της αρχικής ακτινοβολίας.

Μέσω κατάλληλης επεξεργασίας το ραντάρ μπορεί να εξάγει και να παρουσιάσει στο χρήστη πολλαπλές πληροφορίες για το συγκεκριμένο αντικείμενο (όπως ύψος, ταχύτητα, κλπ.).

Η διάδοση κάθε Η/Μ κύματος υπόκειται σε διάφορα φαινόμενα, όπως ανάκλαση, περίθλαση, κλπ. Για να κατανοηθεί καλύτερα η συμπεριφορά των Η/Μ κυμάτων μπορούμε να τα αντιστοιχίσουμε με τη συμπεριφορά του φωτός.

Για την παρούσα αναφορά δυο από τις εξισώσεις ραντάρ μας ενδιαφέρουν:

α. Μέγιστη (Θεωρητική) Εμβέλεια Αποκάλυψης ή «Εξίσωση Ραντάρ»


όπου: Ps=Ισχύς Εκπομπής (σε Watt)
G=Κέρδος κεραίας
λ=μήκος κύματος
σ=ενεργός διατομή ραντάρ (Radar Cross Section – RCS) (σε m2)
PEmin =ελάχιστη ισχύς εκπομπής (ουσιαστικά η ευαισθησία του δέκτη)

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ανωτέρω εξίσωση αναφέρεται σε ιδανικές συνθήκες διάδοσης. Στην πραγματικότητα υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες οι οποίοι όμως δεν είναι του παρόντος.

Να σημειωθεί επίσης ότι – σύμφωνα με την εξίσωση – για να μικρύνουμε την απόσταση αποκάλυψης ενός στόχου στο μισό, θα πρέπει να μειώσουμε το RCS του (συντελεστής “σ” στην εξίσωση) κατά 16 φορές!

β. Ορίζοντας Ραντάρ

Η συγκεκριμένη εξίσωση περιγράφει την «πραγματική» απόσταση που μπορεί ένα ραντάρ να αποκαλύψει ένα στόχο και λαμβάνει υπόψη της την καμπυλότητα της γης και το φαινόμενο της καμπύλωσης της Η/Μ ακτινοβολίας λόγω διάθλασης του Η/Μ κύματος στην ατμόσφαιρα.

όπου: k=4/3 (συντελεστής καμπύλωσης Η/Μ ακτινοβολίας)
RE=6378 χλμ (μέση ακτίνα Γης)
Η= το υψόμετρο που βρίσκεται τοποθετημένη η κεραία του ραντάρ
h= το υψόμετρο που βρίσκεται ο στόχος

Το οπλικό σύστημα S-400 TRIUMF (C-400 ТРИУМФ)

Το οπλικό σύστημα (Ο/Σ) S-400 είναι ένα αυτοκινούμενο αντι-αεροπορικό σύστημα μεγάλου βεληνεκούς το οποίο έχει αναφερόμενη εμβέλεια αποκάλυψης στόχων τα 600 χλμ και το οποίο δύναται να εμπλέξει ποικιλία στόχων σε όλα τα ύψη.

Διαθέτει δε και δυνατότητες αντι-βαλλιστικής άμυνας εναντίον πυραύλων TBM (Tactical Ballistic Missiles), ενδεχομένως και MRBM (Medium Range Ballistic Missiles) όχι όμως άμυνας εναντίον πυραύλων τύπου ICBM (Inter-Continental Ballistic Missiles).

Η ανάπτυξή του ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 από το σχεδιαστικό γραφείο Almaz – Antey (Almaz – Antey Design Bureau)

και θεωρείται εξελικτικό βήμα της οικογένειας των S-300 (ΝΑΤΟ: SA-10 Grumble).

Ουσιαστικά για αρκετό διάστημα το συγκεκριμένο πρόγραμμα αναφερόταν ως S-300PMU-3.

Αν και οι πρώτες – επιτυχείς – δοκιμές εκτελέστηκαν το 1999 στο πεδίο ασκήσεων του Kapustin Yar στο Astrakhan και το σύστημα ήταν έτοιμο να αναλάβει υπηρεσία από το 2001,

σύντομα έγινε φανερό ότι δε διέθετε την απαιτούμενη αποτελεσματικότητα ενάντια σε σύγχρονα όπλα και αεροσκάφη.

Μοιραία το σύστημα σχεδιάστηκε εκ νέου ενώ νέοι πύραυλοι έκαναν την εμφάνισή τους.

Με την ολοκλήρωση των αναβαθμίσεων το σύστημα εισέρχεται σε – ρωσική – υπηρεσία το 2007, χωρίς όμως να μπορεί να εμπλέξει στόχους πέραν από τα 250 χλμ., καθώς δεν υπήρχε κατάλληλος πύραυλος διαθέσιμος.

Τον Οκτώβριο του 2018, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πηγές, ο πύραυλος 40Ν6, ο οποίος έχει εμβέλεια 380 χλμ, έγινε αποδεκτός από τις δυνάμεις αεράμυνας.

Κύρια Μέρη

Η φιλοσοφία σχεδίασης του συστήματος συνιστάται στην ικανότητα αποκάλυψης στόχων κάθε τύπου

(είτε αυτοί είναι αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων και STEALTH, πύραυλοι CRUISE, συστήματα UAV, κλπ.) σε ύψη που ξεκινούν από τα 5 μέτρα και φτάνουν μέχρι και τα 30 χλμ. (90.000 πόδια).

Για αυτό το σκοπό το σύστημα ενσωματώνει ποικιλία ραντάρ (κάποια προέρχονται κατευθείαν από το S-300 και αποτελούν αναβαθμισμένες εκδόσεις)

τα οποία εκμεταλλεύονται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για να φέρουν σε πέρας διαφορετικές αποστολές.

Ένα ακόμα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι το σύστημα μπορεί να εξοπλιστεί (ακόμα και στον ίδιο φορέα μεταφοράς – εκτόξευσης) με πυραύλους διαφορετικών δυνατοτήτων.

Σύστημα Διαχείρισης Μάχης 30Κ6Ε

Το Σύστημα Διαχείρισης Μάχης 30Κ6Ε αποτελείται από το Κέντρο Διεύθυνσης Πυρός 55Κ6Ε και το ραντάρ πρόσκτησης στόχων 91Ν6Ε “Big Bird”.

Το σύστημα έχει τη δυνατότητα διαχείρισης του έργου της μονάδας πυρός των S-400 αλλά παρέχει και τη δυνατότητα διασύνδεσης μεταξύ διαφόρων άλλων συστημάτων,

όπως μονάδες πυρός S-300PMU-1/2, συστήματα εγγύς άμυνας όπως τα Tor-M1/2 και Panstir-S1/2, υπόλοιπα συστήματα ραντάρ μεγάλης εμβέλειας, κλπ.

Εκτιμάται (χωρίς να έχει επιβεβαιωθεί) ότι δύναται να διασυνδεθεί και με τα ιπτάμενα ραντάρ τύπου Α-50.

Το σύστημα ενσωματώνει δυνατότητα ψηφιακής διασύνδεσης είτε μέσω ασύρματων είτε μέσω ενσύρματων μέσων (ακόμα και απλών τηλεφωνικών γραμμών) με όλα τα παραπάνω συστήματα.

Επιπρόσθετα, μέσω του 30Κ6Ε είναι δυνατή η διασύνδεση τόσο με το σύστημα ραντάρ 1L119 Nebo-M SVU (το οποίο είναι ένα VHF AESA anti-STEALTH ραντάρ μεγάλης εμβέλειας)

αλλά και με συστήματα παθητικού εντοπισμού στόχων (όπως τα Topaz Kolchuga, KRTP-91 Tamara και 85V6 Vega) αλλά και με Συστήματα Διαχείρισης Μάχης προϊσταμένων κλιμακίων (όπως το 9S52M1 Polyana D4M1).

Το σύστημα μπορεί να διασυνδεθεί με μέχρι έξι μονάδες πυρός 98Zh6E (ενώ έχει και δυνατότητα να ασκεί απευθείας τον τακτικό έλεγχο – χωρίς να παρεμβάλετε αντίστοιχο σύστημα – απευθείας σε μονάδες πυρός του συστήματος S-300PMU-1/2).

Κέντρο Διεύθυνσης Πυρός 55Κ6Ε

Το 55Κ6Ε είναι το επόμενο εξελικτικό βήμα στα Κέντρα Διεύθυνσης Πυρός (ΚΔΠ).

Αποτελεί εξέλιξη του 54Κ6Ε1 του Ο/Σ S-300PMU-2 και ενσωματώνει και αυτό αρκετά συστήματα προερχόμενα από το εμπόριο (COTS – Commercial Off The Self).

Χρησιμοποιείται για τον έλεγχο όλων των υπόλοιπων μερών της πυροβολαρχίας και έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει και να επεξεργάζεται πληροφορίες

είτε από τα οργανικά μέσα της πυροβολαρχίας αλλά και από προϊστάμενα ή υφιστάμενα κλιμάκια (όπως το ΚΔΠ Ranzir-M 9C737M του Ο/Σ Κ/Β 9Κ331 Tor-M1).

Μπορεί επίσης να ελέγξει τα καθεστώτα λειτουργίας του ραντάρ 91Ν6Ε (συμπεριλαμβανομένης και της λειτουργίας IFF/SSR).

Η διασύνδεσή του με τα υπόλοιπα μέρη της πυροβολαρχίας γίνεται μέσω πακέτου C3/Data Link.

Ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός έχει ως βάση κονσόλες που ενσωματώνουν μικρο-επεξεργαστές Elbrus-90 (ο οποίος είναι ένας 4-πύρηνος επεξεργαστής βασιζόμενος σε αρχιτεκτονική SPARC χρονισμένος στα 500 MHz, με μνήμη RAM 500 MB)

καθώς και οθόνες τύπου LCD (υπάρχουν 18 συνολικά οθόνες για όλους τους χειριστές) οι οποίες προσφέρουν μικρό βάρος και χαμηλές απαιτήσεις κατανάλωσης ισχύος.

Υπάρχουν τουλάχιστον 5 σταθμοί εργασίας οι οποίοι μπορούν να διαμορφωθούν για να υποστηρίξουν τη λειτουργία των παρακάτω καθηκόντων:

  • – Διοικητή της Μονάδας Αεράμυνας
  • – Αξιωματικός Διαχείρισης Εναερίου Χώρου
  • – Δύο Αξιωματικών Τακτικού Ελέγχου
  • – Ενός Αξιωματικού Επικοινωνιών

Το σύστημα βρίσκεται τοποθετημένο επί φορέα 8Χ8 Ural 532301. Λόγω της ενσωμάτωσης ψηφιακής τεχνολογίας το σύστημα έχει μειωμένη βάρος και όγκο αλλά και μικρότερες απαιτήσεις συντήρησης.

Για τις ανάγκες διασύνδεσης με τα υπόλοιπα συστήματα αλλά και επικοινωνιών διατίθενται πολλαπλά συστήματα επικοινωνιών τόσο φωνής όσο και δεδομένων.

Για την ασφαλή διασύνδεση του με το ραντάρ πρόσκτησης στόχων 91Ν6Ε χρησιμοποιείται σύστημα ασφαλών επικοινωνιών μικρο-κυματικής ζεύξης.

Ραντάρ Πρόσκτησης Στόχων και Διαχείρισης Μάχης 91Ν6Ε “Big Bird”

Το συγκεκριμένο – πλήρως ψηφιακό – ραντάρ χρησιμοποιείται για την ανίχνευση του εναερίου χώρου, την πρόσκτηση διαφόρων στόχων (αεροσκάφη, πυραύλους CRUISE)

αλλά και TBMs, την αναγνώριση και κατηγοριοποίησή τους ενώ παρέχει και την εξαγωγή γωνιακών συντεταγμένων για παρεμβολείς STAND-OFF (STAND-OFF Jammers).

Σχεδιαστικά προέρχεται από το ραντάρ 64Ν6Ε των S-300.

Το σύστημα αναφέρεται ότι έχει εμβέλεια ανίχνευσης τα 600 χλμ, μπορεί να διαχειριστεί μέχρι 300 στόχους και έχει ακρίβεια 200 μέτρα κατ’ απόσταση και 0.5ο κατ’ αζιμούθιο, ενσωματώνει δε και σύστημα IFF.

Σχεδιαστικά προέρχεται από το αρχικό ΝΙΙΙΡ 5N64S και αποτελεί το τελευταίο εξελικτικό βήμα.

Αποτελεί μια πλήρως ψηφιακή σχεδίαση με υψηλή ισχύ εκπομπής ώστε να παρέχει επαρκές βεληνεκές ανίχνευσης στόχων (ώστε να γίνει εκμετάλλευση των δυνατοτήτων των νέων πυραύλων μεγάλης εμβέλειας).

Το ραντάρ λειτουργεί στη ζώνη –S (S-band) στα 2 GHz.

Είναι ένα ραντάρ παθητικής διάταξης φάσης με κεραία μορφής “Janus” και τύπου εκπομπής τομέα μέσω ανάκλασης

(Janus-faced symmetrical reflection type of space fed passive Phased Array) το οποίο ενσωματώνει 2700 στοιχεία (elements/phase shifter) σε κάθε πλευρά.

Αντίθετα με τις δυτικές διατάξεις (όπως το SPY-1A Aegis) η κεραία PhA χρησιμοποιεί εμπρόσθιο τροφοδότη τύπου “χοάνης” (face horn feed).

Αυτή η διάταξη επιτρέπει στο ραντάρ να ανιχνεύει ταυτόχρονα σε 2 τομείς των 90ο έκαστος, με την τοποθέτηση της κεραίας να γίνεται μηχανικά αλλά η κίνηση της δέσμης ακτινοβολίας, τόσο κατά αζιμούθιο όσο και κατ’ ανύψωση, να γίνεται ηλεκτρονικά.

Τα ηλεκτρονικά που απαιτούνται για τη κατεύθυνση της δέσμης βρίσκονται ενσωματωμένα εντός του συγκροτήματος της κεραίας.

Το ραντάρ ενσωματώνει δυνατότητα αναπήδησης συχνότητας (συγκεκριμένα pulse-to-pulse agile frequency hopping) ενώ έχει γίνει και προσπάθεια μείωσης των πλευρικών λοβών.

Χρησιμοποιώντας αυτές τις τεχνολογίες το σύστημα έχει υψηλή αντοχή σε ηλεκτρονικά αντίμετρα και σε παρεμβολές.

Το σύνολο των υποσυγκροτημάτων του ραντάρ είναι τοποθετημένο επί τρέιλερ το οποίο φέρεται από φορέα ΜΑΖ-79104/9988.

Μονάδα Πυρός 98Zh6E

Για το Ο/Σ S-400 ως «μονάδα πυρός» θεωρείται τόσο το ραντάρ εγκλωβισμού και κατεύθυνσης πυραύλων (ΜРЛС 92Ν6Ε) όσο και τα συγκροτήματα μεταφοράς – εκτόξευσης των Κ/Β (Transporter Erecting Launchers – TELs).

Μέχρι 12 TELs μπορούν να διασυνδεθούν σε ένα ραντάρ 92Ν6Ε. Η κάθε μονάδα πυρός μπορεί να βρίσκεται σε απόσταση μέχρι 100 χλμ. από το ΚΔΠ 55Κ6Ε.

Ραντάρ Εγκλωβισμού και Κατεύθυνσης Πυραύλων 92Ν6Ε “Grave Stone”

Το ραντάρ 92Ν6Ε αποτελεί το ρωσικό αντίστοιχο του ραντάρ MPQ-53 του Ο/Σ PATRIOT όσον αφορά τον εγκλωβισμό και την κατεύθυνση των πυραύλων.

Η αποστολή του ραντάρ είναι η αυτόνομη έρευνα τομέα (είτε χειροκίνητα είτε πλήρως αυτόματα), πρόκτηση στόχων και κατεύθυνση των πυραύλων σε όλες τις καιρικές συνθήκες.

Ενσωματώνει σύστημα IFF για την αυτοματοποιημένη αναγνώριση των στόχων. Λόγω της ενσωμάτωσης δυνατότητας αναπήδησης συχνότητας καθώς και των λοιπών προβλέψεων

το σύστημα μπορεί να λειτουργεί σε περιβάλλον υψηλών παρεμβολών και ηλεκτρονικών πολέμου.

Το ραντάρ 92Ν6Ε μπορεί να κάνει την αυτόματη κατανομή και κατηγοριοποίηση των στόχων, να υπολογίσει τους επιτρεπόμενους τομείς εκτόξευσης,

να εκτοξεύσει τους πυραύλους και να τους καθοδηγήσει προς το στόχο παρέχοντας ανανέωση στοιχείων μέσης πορείας (midcourse guidance commands).

Τα καθεστώτα τα οποία χρησιμοποιούνται για την κατεύθυνση πυραύλων συμπεριλαμβάνουν άμεση αποστολή εντολών διόρθωσης πορείας, ημι-ενεργή κατεύθυνση

(semi-active homing) καθώς και Track-via-Missile/Seeker Aided Ground Guidance όπου ο ερευνητής του πυραύλου επικοινωνεί με το ραντάρ

παρέχοντας υψηλότερη ακρίβεια στον εγκλωβισμό του στόχου και στον υπολογισμό των απαιτούμενων διορθώσεων πορείας.

Το σύστημα λειτουργεί στην I/J μπάντα συχνοτήτων. Είναι ένα πολλαπλών λειτουργικών ραντάρ παθητικής διάταξης φάσης (PhA) το οποίο δύναται να κατευθύνει ηλεκτρονικά τη δέσμη εκπομπής.

Σχεδιαστικά προέρχεται από το ραντάρ 30Ν6Ε “Flap Lid” του συστήματος S-300.

Για την επίτευξη της αποστολής το σύστημα ενσωματώνει νέους επεξεργαστές και ψηφιακή τεχνολογία επεξεργασίας σήματος καθώς και νέους πομποδέκτες, οι οποίοι επιτρέπουν την αυξημένη εμβέλεια του συστήματος.

Το ραντάρ χρησιμοποιεί κεραία εκπομπής τομέα με ένα περίπλοκο μονο-παλμικό τροφοδότη στο πίσω μέρος της (transmission type of space feeded phased-array antenna with a complex monopulse horn feed into the rear plane of the antenna).

Το σύστημα μπορεί να κατευθύνει μέχρι 12 Κ/Β εναντίον 6 στόχων (η πάγια ρωσική τακτική είναι η εκτόξευση 2 Κ/Β εναντίον ενός στόχου ώστε να μεγιστοποιηθεί η πιθανότητα κατάρριψης).

Το μέγιστο βεληνεκές του συστήματος είναι 400 χλμ. Μπορεί να παρακολουθεί μέχρι 100 στόχους ταυτόχρονα ενώ συνεχίζεται η σάρωση (Track While Scan – TWS) και να εξάγει συντεταγμένες βολής για τους 6 από αυτούς.

Καρδία του συστήματος αποτελεί ο επεξεργαστής Elbrus-90 (βλπ. παραπάνω) ο οποίος είναι κοινός με το ΚΔΠ 55Κ6Ε (παρέχοντας έτσι αυξημένη ομοιοτυπία και μειωμένες απαιτήσεις συντήρησης).

Η επεξεργαστική ισχύς του συστήματος παρέχει τη δυνατότητα εφαρμογής πολλαπλών καθεστώτων λειτουργίας τα οποία περιλαμβάνουν:

  • – Έλεγχος των συχνοτήτων λειτουργίας για την αποκάλυψη παρεμβολών.
  • – Ευέλικτη δέσμη εκπομπής ακτινοβολίας η οποία ανταποκρίνεται κάθε φορά στις απαιτήσεις λειτουργίας.
  • – Λειτουργία σε πολλαπλές PRFs (Pulse Repetition Frequencies) και μεθόδων έρευν5ας τα οποία εφαρμόζονται κατά περίπτωση.
  • – Εφαρμογή «δραστικών μεθόδων» για την καταστολή των παρεμβολών.

Το ραντάρ είναι πλήρως αυτοκινούμενο και φέρεται επί φορέα ΜΖΚΤ-7930 (8Χ8).

Μονάδα Μεταφοράς – Εκτόξευσης (TEL) Κ/Β 5Ρ90S/SE (και 5Ρ85ΤΕ2)

Η σειρά 5Ρ90 αφορά σε νέα σχεδίαση TEL η οποία βασίζεται σε σκάφος BAZ-6909-022 και μπορεί να αξιοποιήσει βαρύτερους πυραύλους από προηγούμενες σχεδιάσεις.

Πέρα από την κεφαλή του συστήματος υφίστανται και άλλες βελτιώσεις, όπως το νέο σύστημα ζεύξης δεδομένων με το ραντάρ 92Ν6Ε αλλά και το σύστημα ναυτιλίας και εύρεσης θέσης NK ORIENTIR.

Τα δύο αυτά συστήματα επιτρέπουν μεγαλύτερη ακρίβεια στην τάξη των εκτοξευτών και στην αποστολή των σχετικών στοιχείων στο ραντάρ.

Με αυτό τον τρόπο εκτιμάται ότι αυξάνεται και η απόσταση μεταξύ ραντάρ και εκτοξευτή (η οποία όμως δεν αναφέρεται αν και εκτιμάται ότι

λόγω της χρησιμοποίησης ασύρματης ζεύξης δεδομένων πρέπει να είναι αρκετά μεγαλύτερη, συγκρινόμενη με την καλωδιακή του S-300, και ενδεχόμενα να ανέρχεται σε δεκάδες χλμ.).

Νέα συστήματα παροχής ισχύος και εξοπλισμός ανύψωσης επιτρέπουν στον εκτοξευτή να βρεθεί από τάξη πορείας σε ετοιμότητα εκτόξευσης σε χρόνο που αγγίζει τα 5 λεπτά.

Κατευθυνόμενα Βλήματα (Κ/Β)

Για να μπορέσει το σύστημα να εκτελέσει την αποστολή του, η οποία ουσιαστικά απαιτεί από το σύστημα την εμπλοκή διαφόρων τύπων στόχων οι οποίοι έχουν διαφορετικές δυνατότητες, έχει ενσωματωθεί η δυνατότητα χρησιμοποίησης διαφόρων τύπων πυραύλων.

Η χρησιμοποίηση αυτών των πυραύλων δεν έχει περιορισμούς ως προς τον αριθμό ή τον τύπο είτε στα πλαίσια της μονάδας πυρός είτε ακόμα και σε μεμονωμένους εκτοξευτές.

Οι τύποι των πυραύλων, καθώς και τα χαρακτηριστικά τους, φαίνονται στον παρακάτω πίνακα:

Οι πύραυλοι 9Μ96(Ε/Ε2) αφορούν σε Κ/Β μικρού έως μέσου βεληνεκούς.

Μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον τακτικών Α/Φ και Ε/ΕΠ, όπλων υψηλής ακρίβειας, καθώς και εναντίον των πολεμικών κεφαλών βαλλιστικών πυραύλων.

Η κύρια αποστολή είναι η παροχή εγγύς προστασίας είτε στη μονάδα των S-400 είτε σε κάποιο άλλο στόχο υψηλής αξίας που βρίσκεται στην ομπρέλα προστασίας του συστήματος.

Φέρει πυραυλοκινητήρα μονού σταδίου στερεού προωθητικού και διπλό σύστημα κατεύθυνσης, αδρανειακό στα αρχικά στάδια της πτήσης και ενεργού ραντάρ στην τερματική περιοχή του στόχου.

Το σύστημα ελέγχου πτήσης δίνει τη δυνατότητα στον πύραυλο να εκτελεί ελιγμούς άνω των 20g, το οποίο δίνει τη δυνατότητα αντιμετώπισης και τακτικών βαλλιστικών πυραύλων που ίπτανται με ταχύτητα μέχρι 4,8 μ/δευτ.

Οι πύραυλοι 48Ν6(Ε2/Ε3) αναφέρονται ως Κ/Β μεγάλου βεληνεκούς. Αφορούν σε μια βελτιωμένη έκδοση των Κ/Β τύπου 48Ν6 τα οποία εξοπλίζουν το Ο/Σ S-300.

Η κύρια αποστολή τους αφορά στην αντιμετώπιση βαλλιστικών πυραύλων οι οποίοι κινούνται με ταχύτητα μέχρι Mach 8.

Για την κατεύθυνση του πυραύλου χρησιμοποιείται η μέθοδος “Track via Missile”.

Σε αυτή τη μέθοδο το ραντάρ καταυγάζει το στόχο με την επιστρεφόμενη ακτινοβολία να λαμβάνεται τόσο από το ραντάρ στο έδαφος όσο και από τον ερευνητή του πυραύλου.

Αντίθετα όμως με τη μέθοδο SARH (Semi Active Radar Homing) ο πύραυλος δεν έχει δικό του ενεργό ερευνητή και όλοι οι απαιτούμενοι υπολογισμοί αναχαίτισης εκτελούνται από το επίγειο ραντάρ.

Αυτό με τη σειρά του στέλνει μια σειρά εντολών διόρθωσης της πορείας του πυραύλου.

Η χρησιμοποίηση αυτής της μεθόδου παρουσιάζει πολλαπλά πλεονεκτήματα, όπως υψηλή αντοχή στις παρεμβολές (ουσιαστικά το ραντάρ λαμβάνει πληροφορίες για το στόχο τόσο από το δικό του δέκτη όσο και από το δέκτη του πυραύλου),

μειώνει την πολυπλοκότητα των πυραύλων καθώς τα απαιτούμενα ηλεκτρονικά για την επίλυση των τροχιών πυραύλου και στόχου δεν βρίσκονται εγκατεστημένα σε κάθε πύραυλο ξεχωριστά

αλλά στο ραντάρ εγκλωβισμού (σημειώνεται ότι μειωμένη πολυπλοκότητα οδηγεί σε αύξηση της διαθεσιμότητας)

και τέλος τα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου του Α/Φ δεν λαμβάνουν κάποια πληροφορία από τον ερευνητή του πυραύλου καθώς ο τελευταίος λειτουργεί σε πλήρως παθητικό καθεστώς.

Ένα από τα διαφημιζόμενα στοιχεία του συστήματος αφορά στην εισαγωγή του πυραύλου 40Ν6 ο οποίος πρόσφατα (Οκτ. 18) ανέλαβε υπηρεσία και αναμένεται να εξοπλίσει τις υπάρχουσες και μελλοντικές πυροβολαρχίες S-400, με ορίζοντα το 2027.

Η αρχική παραγγελία αφορά σε 100 Κ/Β.

Ο πύραυλος χαρακτηρίζεται ως «εξαιρετικά μεγάλης εμβέλειας» καθώς έχει βεληνεκές άνω των 380 χλμ. και επιτρέπει την πλήρη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων ανίχνευσης του συστήματος.

Εκτός των άλλων στόχων εκτιμάται ότι θα μπορεί να εμπλέκει στόχους που – μέχρι σήμερα – βρίσκονταν εκτός φακέλου εμπλοκής Κ/Β συστημάτων,

όπως ιπτάμενα ραντάρ (AWACS), συστήματα ISTAR (όπως το Ε-8J Joint Stars) και εναέριους παρεμβολείς (Stand-off Jammers), όπως τα F-18G Growler.

Το σύστημα έχει εμβέλεια 380 χλμ. για συμβατικούς αεροδυναμικούς στόχους και 15 χλμ. για βαλλιστικούς πυραύλους σε ύψη τα οποία κυμαίνονται από 10 μέτρα έως 35 χλμ.

Το χαρακτηριστικό που κάνει το συγκεκριμένο πύραυλο μοναδικό είναι ο νέος ερευνητής ενεργού καθοδήγησης και το νέο προφίλ πτήσης, που επιτρέπουν την εμπλοκή στόχων που κινούνται πέραν του «ορίζοντα ραντάρ».

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει ο πύραυλος ανέρχεται στο μέγιστο ύψος πτήσης του (το απόγειο της συγκεκριμένης τροχιάς αναφέρεται σε 40 χλμ)

και κατόπιν μεταπίπτει σε καθεστώς “Search and Destroy”.

Εφόσον ο ερευνητής εγκλωβίσει στόχο ο πύραυλος κινείται εναντίον του, εκτελώντας σχεδόν κατακόρυφη τροχιά, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο την πιθανότητα επιτυχούς εμπλοκής αλλά και την καταστροφικότητά του.

Ενδεχομένως το συγκεκριμένο προφίλ πτήσης δικαιολογεί και τις αντιφατικές πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει και αφορούν στην ταχύτητα πτήσης του,

έτσι εκτιμάται ότι ο πύραυλος, κατά την ενδιάμεση φάση πτήσης διατηρεί ταχύτητα Mach 3,5 ώστε να παραμείνει σε πτήση για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα

και κατά την τερματική φάση όπου επιταχύνει και εκμεταλλεύεται και τη δυναμική ενέργεια που έχει λόγω ύψους, φτάνει τα Mach 14.

Περισσότερες πληροφορίες δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής, οπότε διάφορες λεπτομέρειες, όπως επιλογή προφίλ πτήσης ανάλογα του είδους του στόχου,

δυνατότητες ερευνητή (ο οποίος θα πρέπει να είναι ουσιαστικά ένα ραντάρ υψηλών δυνατοτήτων από μόνος του), αποφυγή παρεμβολών λόγω clutter, κλπ. δεν είναι γνωστές.

Μια άλλη άγνωστη παράμετρος είναι ο τρόπος με τον οποίο θα γίνεται η ανίχνευση στόχων πέραν του «ορίζοντα ραντάρ», ώστε να γίνει η εκτόξευση των πυραύλων.

Εξοπλισμός Υποστήριξης

Ο λοιπός εξοπλισμός υποστήριξης περιλαμβάνει τόσο οχήματα συντήρησης όσο και οχήματα μεταφοράς και φόρτωσης των πυραύλων στους εκτοξευτές.

Συνοπτικά μια μονάδα S-400 έχει:

  • – Όχημα ελέγχου περιοχής (site survey vehicle) 1Τ12Μ2
  • – Γερανοφόρο όχημα φόρτωσης Κ/Β (transloader/crane) 22T6-2/22T6E2
  • – Διάφορα οχήματα παροχής ισχύος
  • – Οχήματα συντήρησης

Προαιρετικός Εξοπλισμός

Ένα από τα χαρακτηριστικά του συστήματος είναι ότι μπορεί να ενσωματωθεί προαιρετικός εξοπλισμός χωρίς να απαιτούνται τροποποιήσεις στο υλικό (hardware) ή στο λογισμικό (software) σε μια λογική “plug-n-play”.

Αυτά τα συστήματα μπορεί να περιλαμβάνουν είτε νέα ραντάρ εγκλωβισμού και κατεύθυνσης πυραύλων, είτε συστήματα παθητικού εντοπισμού είτε συνδυασμός αυτών. Παρακάτω αναφέρονται κάποια τα οποία αυξάνουν τις επιχειρησιακές δυνατότητες του S-400.

Ραντάρ Εγκλωβισμού και Κατεύθυνσης Πυραύλων 96L6Ε “Cheese Board”

Το συγκεκριμένο σύστημα ξεκίνησε να αναπτύσσεται από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 από το σχεδιαστικό γραφείο (ΚΒ) Lira

με σκοπό να χρησιμοποιηθεί για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος S-300PMU-2, με την αντικατάσταση του ραντάρ S-Band 36D6 “Tin Shield”

(ραντάρ ανίχνευσης μέσου και μεγάλου ύψους) και του S-Band ραντάρ 76Ν6 “Clam Shell” (ραντάρ ανίχνευσης χαμηλών υψών).

Το σύστημα παρέχει μικρότερο όγκο και απαιτήσεις συντήρησης, μειώνει την περιπλοκότητα (αντικαθιστά 2 συστήματα με ένα) και λόγω των αυτοματισμών που έχουν ενσωματωθεί δύναται να τεθεί για λειτουργία σε χρόνο 5 λεπτών.

Στο ραντάρ έχουν ενσωματωθεί πολλαπλά συστήματα επικοινωνιών (ακόμα και πρόβλεψη για χρήση καλωδίου οπτικών ινών) με τα οποία γίνεται εφικτή η αποκατάσταση διασύνδεσης με πολλαπλά συστήματα, είτε αυτά είναι κέντρα διεύθυνσης, είτε ραντάρ, είτε μονάδες πυρός.

Πρόκειται για τρισδιάστατο (3D) ραντάρ με εμβέλεια αποκάλυψης στόχων από 5 έως 300 χλμ. το οποίο μπορεί να επεξεργαστεί μέχρι 100 στόχους.

Το ραντάρ μπορεί να λειτουργήσει σε τρία καθεστώτα λειτουργίας.

Στο πρώτο επιτυγχάνεται πλήρης ανίχνευση σε αζιμούθιο 360ο (με την κεραία να περιστρέφεται μηχανικά) και σε ανύψωση από -3ο έως +1,5ο με περίοδο σάρωσης 12 δευτ.

(η σάρωση καθ’ ύψος εκτελείτε ηλεκτρονικά μέσω κατάλληλης κατεύθυνσης της δέσμης εκπομπής) και από -1,5ο έως 20ο με περίοδο σάρωσης 6 δευτ.

Σε αυτή την περίπτωση η ταχύτητα του στόχου βρίσκεται μεταξύ 30 και 1200 μ/δευτ. Στο δεύτερο καθεστώς εκτελείται έρευνα τομέα (συνήθως 120ο σε αζιμούθιο)

με δυνατότητα έρευνας καθ’ ύψος από 0ο έως 60ο, με περίοδο σάρωσης 8 δευτ., ή από -3ο έως +1,5ο με περίοδο σάρωσης 5,5 δευτ.

Υπάρχει και ένα τρίτο καθεστώς που αφορά αποκλειστικά σε χαμηλά ιπτάμενους στόχους στο οποίο πραγματοποιείται πλήρης ανίχνευσης σε αζιμούθιο 360ο και καθ’ ύψος από -3ο έως +1,5ο.

Εφόσον επιλεγεί το δεύτερο καθεστώς λειτουργίας η ταχύτητα του στόχου βρίσκεται μεταξύ 50 και 2800 μ/δευτ.

Το ραντάρ φέρεται επί οχήματος ΜΖΚΤ-7930 (εναλλακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και όχημα ΜΑΖ-543). Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο τηλεσκοπικός ιστός 40V6M (ύψους 24 μέτρων) ή ο 40V6MD (ύψος 40 μέτρων).

Τηλεσκοπικός Ιστός 40V6M/40V6MD

Για να γίνει δυνατή η αύξηση του ορίζοντα ραντάρ (χωρίς να απαιτηθεί η κατασκευή λόφου!) καθώς και να βελτιωθεί η ανίχνευση χαμηλά ιπτάμενων στόχων –

ειδικά σε περιβάλλον με έντονη βλάστηση – δύναται να χρησιμοποιηθούν τηλεσκοπικοί ιστοί, είτε ο 40V6M των 24 μέτρων, είτε ο 40V6MD των 40 μέτρων.

Το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό είναι μοναδικό ανάμεσα στα σύστημα GBAD (Ground Based Air Defense).

Το συγκεκριμένο σύστημα αναπτύχθηκε για χρήση από τις αρχικές εκδόσεις των S-300 με σκοπό την αύξηση του ύψους της κεραίας των διαφόρων ραντάρ του συστήματος.

Ειδική μνεία έχει ληφθεί για την σταθερότητα του όλου συστήματος, ακόμα και σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες.

Ο ιστός δε φέρει δικό του συγκρότημα ραντάρ, αντίθετα το σύνολο του εξοπλισμού (μαζί με την κεραία), τοποθετείτε επί του τηλεσκοπικού ιστού, ο οποίος κατόπιν ανέρχεται στο ύψος λειτουργίας.

Με μια απλή εφαρμογή του τύπου που αναφέρθηκε στην αρχή του άρθρου και με μια παραδοχή ότι η κεραία του ραντάρ βρίσκεται σε ύψος 5 μέτρων από το έδαφος, βρίσκουμε ότι ο ορίζοντας ραντάρ βρίσκεται στα ~20 χλμ.

Εφόσον ο στόχος ίπταται στα 100 μέτρα (περίπου 300 πόδια) από το έδαφος ο ορίζοντας ραντάρ ανέρχεται στα ~ 40 χλμ.

Με τη χρήση του ιστού των 40 μέτρων – και διατηρώντας το ύψος του στόχου σταθερό στα 100 μέτρα – ο ορίζοντας ραντάρ ανέρχεται πλέον στα 67 χλμ., μια βελτίωση της τάξης του 40% στην εμβέλεια αποκάλυψης χωρίς την εφαρμογή “εξωτικών μεθόδων”.

S-400 Σε υπηρεσία

Κάθε βασική μονάδα S-400 (αντίστοιχη της ελληνικής Μοίρας ΠΒ) αποτελείται από τα παρακάτω στοιχεία:

  • – Ένα ΚΔΠ 55K6E και
  • – Ένα ραντάρ 91Ν6Ε τα οποία μπορούν να διασυνδεθούν με μέχρι 6 μονάδες πυρός κάθε μια εκ των οποίων αποτελείται από:
  • – Ένα ραντάρ 92Ν6Ε
  • – Μέχρι και 12 οχήματα μεταφοράς – εκτόξευσης (TELs)
  • – Συνδυασμό Κ/Β τα οποία μπορεί να ανέρχονται σε οποιονδήποτε συνδυασμό και από 48 έως 192 Κ/Β για μία και μόνο μονάδα πυρός. Συνολικά μια Μοίρα, εφόσον διαθέτει πλήρη σύνθεση (δλδ. 72 εκτοξευτές) μπορεί να φέρει από 288 έως 1152 Κ/Β.

Σημείωση: Σε φωτογραφίες που έχουν δημοσιευτεί στο ίντερνετ από επισκέψεις σε διάφορες μονάδες S-400 των ρωσικών δυνάμεων ,το ραντάρ 96L6E εμφανίζεται μαζί με το ραντάρ 92Ν6Ε.

Ο λόγος ύπαρξης και των δυο συστημάτων ραντάρ μαζί δεν είναι γνωστός (εφόσον το ραντάρ 96L6E αναφέρεται ως προαιρετικός εξοπλισμός).

Η απουσία του ΚΔΠ 55Κ6Ε οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο ραντάρ αποτελεί συστατικό της μονάδας πυρός 98Zh6E και όχι του συστήματος διαχείρισης μάχης 30Κ6Ε (αντικαθιστώντας το ραντάρ 91Ν6Ε)

και το οποίο λειτουργεί είτε επικουρικά είτε σε συνδυασμό με το ραντάρ 92Ν6Ε (ενδεχόμενα για την έρευνα σε χαμηλά ύψη).

Σε επιχειρησιακή λειτουργία το ΚΔΠ 55Κ6Ε θα λάβει στοιχεία από πολλαπλές πηγές, πέρα από το οργανικό του ραντάρ 91Ν6Ε.

Η αξιολόγηση και κατανομή των στόχων εκτιμάται ότι μπορεί να γίνει είτε πλήρως αυτόνομα είτε χειροκίνητα είτε σε συνδυασμό (man-in-the-loop) με το χειριστή να επεμβαίνει εφόσον απαιτείται.

Οι συντεταγμένες των στόχων διαβιβάζονται μέσω του ΚΔΠ προς τα κύρια ραντάρ των μονάδων πυρός (είτε αυτό είναι το 92Ν6Ε είτε το 96L6E),

τα οποία – εφόσον οι αρχικές συντεταγμένες είναι γνωστές – δεν απαιτείται όπως ερευνούν το σύνολο του εναερίου χώρου αλλά μόνο συγκεκριμένους τομείς ώστε να αυξηθεί η ακρίβεια εγκλωβισμού σε τέτοια επίπεδα που να επιτρέπουν την εμπλοκή του στόχου.

Πέραν την υψηλότερης ακρίβειας η συγκεκριμένη μέθοδος επιτρέπει τη συγκέντρωση της ισχύος εκπομπής του ραντάρ σε περιορισμένη έκταση

αυξάνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τόσο την αντοχή σε παρεμβολές (αυξάνεται το όριο burn-through) όσο και στην πιθανότητα επιτυχούς αποκάλυψης στόχων με μικρό RCS λόγω αύξησης της πυκνότητας ισχύος.

Εφόσον κάποιος στόχος επιλεγεί για βολή, τότε επιλέγεται ο προσφορότερος – από άποψη θέσης ανάπτυξης – εκτοξευτής, στον οποίο δίνεται εντολή για την εκτόξευση Κ/Β (συνήθης πρακτική είναι η εκτόξευση τουλάχιστον 2 Κ/Β εναντίον ενός στόχου).

Η κύρια μέθοδος κατεύθυνσης είναι η track-via-missile και η οποία έχει ήδη αναλυθεί παραπάνω.

Λόγω της υψηλής εκπεμπόμενης ισχύος και των αναφερόμενων βεληνεκών των 600 και 400 χλμ. (αναλόγως του αναφερόμενου ραντάρ)

εκτιμάται ότι το S-400 έχει την ικανότητα αποκάλυψης στόχων μικρού RCS σε αρκετά μεγαλύτερη απόσταση από τα υφιστάμενα συστήματα.

Η ενημέρωση που υπάρχει αναφέρει την ικανότητα αποκάλυψης στόχων στο 50% του βεληνεκούς όμως ο τρόπος με τον οποίο αυτό επιτυγχάνεται ή σε πιο RCS αναφέρεται δεν έχει αποκαλυφθεί.

Σημειώνεται εδώ ότι το αμερικάνικο πολεμικό ναυτικό (U.S. Navy) υπέγραψε πρόσφατα συμβόλαιο για την τροποποίηση της εσωτερικής αποθήκης οπλισμού των F-35C ώστε να μπορούν να φέρουν τον πύραυλο αντι-ραντάρ AGM-88E.

Υπόψη πύραυλος έχει αναφερόμενη εμβέλεια περίπου 150 χλμ. και – εφόσον οι αναφερόμενες εμβέλειες αποκάλυψης στόχων του S-400 είναι πραγματικές –

εκτιμάται ότι θα παρέχει δυνατότητα εκτόξευσης εκτός βεληνεκούς αποκάλυψης.

Να σημειωθεί βέβαια ότι – σε ρωσική υπηρεσία – το σύστημα S-400 συνεργάζεται πλήρως τόσο με το VHF AESA ραντάρ Nebo-M

όσο και με συστήματα παθητικού εντοπισμού τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα αποκάλυψης στόχων μικρού RCS σε εξαιρετικά μεγάλες αποστάσεις.

Τέλος θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε ρωσική υπηρεσία τα συστήματα αεράμυνας δεν δρουν απομονωμένα το ένα από το άλλο.

Για τη βέλτιστη αξιοποίηση του κάθε συστήματος και με γνώμονα την ικανότητα του συνόλου να αντιμετωπίζει κάθε μορφής απειλή σε μεγάλες αποστάσεις και από κάθε κατεύθυνση δημιουργούνται «συστάδες» (clusters) συστημάτων.

Σε κάθε «συστάδα» υπάρχει ένα σύστημα μεγάλου βεληνεκούς το οποίο πλαισιώνεται από συστήματα μέσου – μικρού και πολύ μικρού βεληνεκούς,

από οργανικά συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου αλλά και πολλαπλούς αισθητήρες οι οποίοι δεν περιορίζονται στα κλασικά ραντάρ μεγάλης εμβέλειας

αλλά ενσωματώνουν ραντάρ χαμηλών συχνοτήτων, παθητικά συστήματα εντοπισμού, κ.α. Κατ’ αυτό τον τρόπο αυτές οι συστάδες, συνεργαζόμενες και με αντίστοιχα εναέρια μέσα

σε ρόλο αεράμυνας (όπως μαχητικά Α/Φ, πλατφόρμες ΗΠ, AWACS, κλπ.) δημιουργούν περιβάλλοντα άρνησης πρόσβασης (Anti-Access/Area Denial).

S-400 σε τουρκική υπηρεσία

Στα μέσα Ιουλίου φέτος (2019) η Τουρκία ξεκίνησε την παραλαβή μερών του συστήματος S-400 που είχε παραγγείλει στα μέσα του 2017.

Οι παραδόσεις υλοποιήθηκαν με αεροπορικά μέσα (An-124 Ruslan και IL-87 Midas) και κράτησαν αρκετές ημέρες.

Είχε προηγηθεί η εκπαίδευση του αρχικού πυρήνα του προσωπικού που θα επανδρώσει το σύστημα στη Ρωσία, ενώ εκτιμάται ότι επιπλέον προσωπικό θα μεταβεί στη Ρωσία για να λάβει την αρχική – τουλάχιστον – εκπαίδευση.

Αναφέρεται ότι η Τουρκία έχει παραγγείλει 2 “συστοιχίες” οι οποίες – λογικά – αντιπροσωπεύουν τις ρωσικές Μοίρες S-400.

Μέχρι στιγμής, η ακριβής σύνθεση του συστήματος που παρέλαβε η Τουρκία δεν είναι γνώστη.

Πέρα από κάποιες φωτογραφίες που αποδεσμεύτηκαν και οι οποίες δεν απεικονίζουν κάτι ουσιαστικό, δεν υπάρχει κάποια άλλη πληροφορία σχετικά με τη διαμόρφωση του συστήματος.

Επιπρόσθετα, δεν έχει γίνει γνωστός ούτε ο αριθμός των Κ/Β που έχουν παραγγελθεί, ούτε ο τύπος τους αλλά ούτε και αν έχει αποδεσμευτεί από την Ρωσία, ο 40Ν6 ο οποίος αυξάνει δραματικά τις δυνατότητες του συστήματος.

Αν λάβουμε ως δεδομένο ότι η Τουρκία βασίστηκε στην ρωσική διαμόρφωση μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι κάθε “συστοιχία” θα περιλαμβάνει ένα ΚΔΠ 55Κ6Ε με ένα ραντάρ 91Ν6Ε και ενδεχόμενα 4 έως 6 μονάδες πυρός.

Άγνωστο παραμένει αν η Τουρκία θα παραλάβει 12 εκτοξευτές για κάθε μονάδα πυρός, όμως ένας αριθμός μεταξύ 6 και 8 εκτοξευτών φαίνεται πιο κοντά στην πραγματικότητα.

Μια συντηρητική εκτίμηση είναι οι 4 μονάδες πυρός με 6 εκτοξευτές έκαστη, η οποία μας δίνει συνολικά 24 εκτοξευτές διαθέσιμους οι οποίοι μπορούν να φέρουν οποιονδήποτε αριθμό μεταξύ 96 και 384 Κ/Β έτοιμα για βολή.

Πέρα από τη σύνθεση, άγνωστη είναι και η τοποθεσία που θα αναπτυχθεί κάθε μονάδα S-400 και αυτή τη στιγμή μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν.

Διάφορες αναφορές που έχουν δει το φως της δημοσιότητας κάνουν λόγω από τη Συρία, μέχρι το Αιγαίο και την Κωνσταντινούπολη.

Τέλος, το “σήριαλ” των S-400 μόλις ξεκίνησε.

Απομένει η παράδοση όλων των συστημάτων, η εκπαίδευση του προσωπικού και φυσικά η εκτέλεση βολής

(η οποία εκτιμάται ότι θα πραγματοποιηθεί στη Ρωσία, τόσο για αποφυγή “αδιάκριτων βλεμμάτων” όσο και γιατί δεν υπάρχει κατάλληλο πεδίο βολής στην Τουρκία)

ώστε το σύστημα να χαρακτηριστεί ως “Αρχικά Επιχειρησιακό” (IOC – Initial Operational Capability).

Περισσότερη εκπαίδευση, δημιουργία του κατάλληλου δόγματος και ασκήσεις θα απαιτηθούν μέχρι το σύστημα να καταστεί “Πλήρως Επιχειρησιακό” (FOC – Full Operational Capability) κάτι που εκτιμάται ότι θα απαιτήσει αρκετό χρόνο.

Είναι το S-400 το απόλυτο όπλο;

Αυτή είναι μια εύκολη ερώτηση για να απαντηθεί. Φυσικά και όχι!

Μέχρι στιγμής δεν έχει εμφανιστεί το «απόλυτο» σε κανέναν τομέα, είτε αυτός είναι ο στρατιωτικός, είτε ο πολιτικός, είτε ο ακαδημαϊκός, κλπ.

Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτή τη στιγμή, το S-400 θεωρείται – και πολύ σωστά – ένα από τα καλύτερα (αν όχι το καλύτερο) αντι-αεροπορικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς.

Διαθέτει μια εξαιρετικά μεγάλη εμβέλεια αποκάλυψης, ποικιλία ραντάρ, πολλαπλά συστήματα διασύνδεσης και επικοινωνιών, ποικιλία πυραύλων, μεγάλη ευελιξία και κινητικότητα, κλπ.

Πλην όμως, όπως κάθε σύστημα, έχει και αυτό τα μειονεκτήματά του.

Ένα από τα βασικά θέματα στην αποτελεσματικότητα κάθε συστήματος είναι το προσωπικό που το επανδρώνει.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της επίπτωσης που έχει ο ανθρώπινος παράγοντας, αποτελεί η εικόνα του εκτοξευτή του Ο/Σ Pantzir-S1 στη Συρία, δευτερόλεπτα πριν καταστραφεί από κάποιο PGM (Precision Guided Munition).

Είναι χαρακτηριστικό ότι το σύστημα εκείνη την ώρα ήταν απενεργοποιημένο, με το πλήρωμα να είναι εκτός του οχήματος, χωρίς να έχει πάρει κάποιο μέτρο ατομικής – έστω – προφύλαξης.

Άλλα θέματα που μειώνουν την αποτελεσματικότητα κάποιου συστήματος είναι η απουσία του σωστού δόγματος επιχειρήσεων και εκμετάλλευσης

– ακούγεται ότι το σύστημα θα αναπτυχθεί στην Άγκυρα για να προστατεύει τον Τούρκο Πρόεδρο –

το οποίο να εκμεταλλεύεται τα πλεονεκτήματα του Ο/Σ και να προσπαθεί να εξαλείψει τον αντίκτυπο των μειονεκτημάτων του.

Τέλος σημαντική παράμετρος όσον αφορά τα συστήματα GBAD αποτελεί τόσο η θέση στην οποία θα αναπτυχθούν όσο και η διασύνδεση και ενσωμάτωσή τους σε ένα ολοκληρωμένο περιβάλλον.

Ένα από τα κύρια μειονεκτήματα του S-400 μπορεί να θεωρηθεί η μεγάλη εμβέλεια.

Η ισχύς εκπομπής που απαιτείται για να επιτευχθούν τέτοιες τιμές είναι τόσο μεγάλη που το σύστημα αρχίζει και γίνεται ευάλωτο σε συγκεκριμένες μορφές παρεμβολών.

Από την άλλη η αναφερόμενη εμβέλεια επιτυγχάνεται για στόχους που ίπτανται σε μέσα και μεγάλα ύψη και όχι σε χαμηλά ή πολύ χαμηλά

(π.χ. ο αμερικάνικος πύραυλος πλεύσης TOMAHAWK ή ο γαλλικός SCALP κινούνται σε ύψη που είναι αρκετά πιο κάτω από τα 100 μέτρα).

Από την άλλη το S-400 είναι σχεδιασμένο για να απαντήσει σε συγκεκριμένες επιχειρησιακές απαιτήσεις της Ρωσίας και όχι κάποιας άλλης χώρας.

Κύριο χαρακτηριστικό της ρωσικής επικράτειας είναι οι τεράστιες πεδιάδες στις οποίες οι εδαφικές εξάρσεις είναι από ελάχιστες έως ανύπαρκτες.

Σε αυτή την περίπτωση οι «νεκροί τομείς» είναι από ελάχιστοι έως ανύπαρκτοι και το ραντάρ μπορεί με ευκολία να εκμεταλλευτεί το μέγιστο του βεληνεκούς του.

Στην περίπτωση της Τουρκίας όμως, όπου το εδαφικό ανάγλυφο παρουσιάζει πολλαπλές και ποικίλες εξάρσεις, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει πλήρης εκμετάλλευση της εμβέλειας των ραντάρ,

ενώ δημιουργούνται πολλαπλοί νεκροί τομείς οι οποίοι μπορεί να «οδηγούν» πολύ κοντά σε κρίσιμα στοιχεία του συστήματος.

Για να αντιμετωπιστεί η συγκεκριμένη αδυναμία το S-400 εντάσσεται σε μονάδες οι οποίες διαθέτουν ποικιλία συστημάτων και λοιπών μέσων ηλεκτρονικής επιτήρησης

και τα οποία χρησιμοποιούνται τόσο για την απαγόρευση χρήσης των νεκρών τομέων, όσο και για την αντιμετώπιση των PGMs.

Ένα άλλο από τα προβλήματα που παρουσιάζουν διαχρονικά τα συστήματα GBAD είναι η αναχορηγία των Κ/Β.

Ειδικά στην περίπτωση του S-400 εκτιμάται ότι η αναχορηγία των εκτοξευτών (TELs) με Κ/Β είναι και δυσχερής αλλά και απαιτεί μεγάλο χρονικό διάστημα.

Χαρακτηριστική είναι η εκμετάλλευση της συγκεκριμένης αδυναμίας από την Ισραηλινή Αεροπορία κατά την επιχείρηση «Mole Cricket 19»,

στην οποία το σύνολο σχεδόν της Συριακής αεράμυνας που ήταν ανεπτυγμένο στην κοιλάδα Μπεκάα καταστράφηκε σε μια και μόνο αποστολή!

Στην περίπτωση των τουρκικών S-400 μένει να διαπιστωθεί η επίλυση ή όχι αυτόν των θεμάτων.

Ιδιαίτερο μειονέκτημα θα αποτελέσει η απουσία συστημάτων “point defense” όπως είναι το Tor-M1/M2 ή το Pantzir-S1/S2,

τουλάχιστον μέχρι την ενδεχόμενη αγορά τους από την Τουρκία ή την επιτυχή ανάπτυξη των τούρκικων αντίστοιχων (πρόγραμμα Hişar-O και –Α).

Ένα άλλο μειονέκτημα θα αφορά τον αριθμό (αλλά και τον τύπο) των Κ/Β που προμηθεύεται η Τουρκία και αν θα υπάρχει δυνατότητα αναχορηγίας.

Έχει πολλές φορές αναφερθεί η δυνατότητα αλλά και τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από τη δημιουργία πυραυλικών συστημάτων εδάφους – εδάφους από τη χώρα μας, τα οποία μπορούν να κορέσουν οποιοδήποτε σύστημα αεράμυνας.

Ένας άλλος κρίσιμος παράγοντας είναι η δυνατότητα ή όχι της Τουρκίας να εντάξει το S-400 σε ένα ενοποιημένο σύστημα αεράμυνας.

Αυτή τη στιγμή η Τουρκία στερείται ενός επαρκούς και αξιόπιστου συστήματος επίγειας αεράμυνας.

Ακολουθώντας για χρόνια το αμερικάνικο δόγμα επιχειρήσεων η Τουρκία έδωσε εξαιρετική βαρύτητα στην ανάπτυξη της αεροπορίας της, τόσο σε αριθμούς όσο και σε μέσα.

Μετά το πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016 η κατάσταση στην αεροπορία δεν είναι «καλή» (εκτιμάται ότι υφίσταται σημαντικό έλλειμα τόσο σε χειριστές όσο και σε μηχανικούς με αποτέλεσμα οι διαθεσιμότητες των Α/Φ να βρίσκονται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα).

Η επάνοδος της αεροπορίας στα επίπεδα προ του 2016 θα απαιτήσει τόσο την επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και σε υλικό (για την ανανέωση/εκσυγχρονισμό του στόλου, απόκτηση νέων όπλων, κλπ.)

τα οποία και τα δυο απαιτούν τεράστια ποσά.

Η δημιουργία επίγειας αεράμυνας η οποία θα απαντά σε συγκεκριμένες επιχειρησιακές απαιτήσεις (π.χ. αντιμετώπιση της απειλής των ATACMS/SCALP)

αλλά ταυτόχρονα θα αφαιρέσει επιχειρησιακό βάρος από την αεροπορία, κρίνεται ελκυστική όσον αφορά τόσο σε οικονομικό κόστος όσο και σε χρόνο υλοποίησης.

Η ενσωμάτωση των S-400 σε ένα δίκτυο αεράμυνας (το οποίο ουσιαστικά θα «χτιστεί» πάνω στους τελευταίους καθώς στην Τουρκία δεν υπάρχει επίγεια αεράμυνα) εκτιμάται ότι δε θα είναι δυσχερής ή αδύνατη.

Έτσι και αλλιώς η Τουρκία έχει επενδύσει στη δημιουργία εθνικού δικτύου ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης (το οποίο ενδεχόμενα είναι και εκτός ΝΑΤΟικής υποδομής) στο οποίο είναι δυνατή η ενσωμάτωση των S-400.

Η ύπαρξη δε και των ιπτάμενων ραντάρ Ε-3Τ MESA (με δυνατότητα look-down) και η ενσωμάτωσή τους στο δίκτυο θα εξαλείψει (τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό) τόσο τους νεκρούς τομείς όσο και το πρόβλημα του «ορίζοντα ραντάρ».

Μια παράμετρος η οποία επίσης δεν έχει αναφερθεί αφορά στην ύπαρξη η όχι συστημάτων IFF.

Η ύπαρξη αυτών των συστημάτων αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την επιτυχή και ομαλή συνύπαρξη στον ίδιο εναέριο χώρο, τόσο Α/Φ όσο και επίγειων συστημάτων.

Ειδικά στην περίπτωση των S-400, τα οποία καλύπτουν κύκλους με ακτίνα 600 χλμ., μεγάλα τμήματα και της Τούρκικης επικράτειας θα βρίσκονται εντός αυτών των περιοχών.

Η πτήση σε αυτές τις περιοχές, χωρίς τη χρήση IFF, αλλά και χωρίς την ενοποίηση των διάφορων αισθητήρων, αποτελεί σίγουρη αυτοκτονία και θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα από όσα ενδεχόμενα καλείται να λύσει.

Σε κάθε περίπτωση η ενσωμάτωση δυτικού τύπου IFF στους τουρκικούς S-400 δεν θεωρείται απίθανη ή τεχνικά αδύνατη.

Σε κάθε περίπτωση η ένταξή τους στο τουρκικό οπλοστάσιο δημιουργεί έναν επιπλέον παράγοντα που θα πρέπει πλέον να λαμβάνεται υπόψη,

ενώ σημαντικοί πόροι θα πρέπει να διατεθούν ή να γίνει προμήθειά τους, για την μείωση της αποτελεσματικότητάς τους. Ενδεχόμενα, έχει έρθει η ώρα για στροφή προς «εξωτερικές» και “out of the box” λύσεις.

Αντί επιλόγου

Το ενδιαφέρον σχετικά με την προμήθεια των S-400 από την Τουρκία προήλθε σε μεγαλύτερο βαθμό από τις ενδεχόμενες κυρώσεις από πλευράς Η.Π.Α

παρά από τη στρατιωτική διάσταση και τις δυσχέρειες που επιφέρει η ανάπτυξή και ενσωμάτωσή τους στο οπλοστάσιο της γείτονος.

Οι ΗΠΑ περισσότερο και πολύ λιγότερο το ΝΑΤΟ είχαν διαμηνύσει από την αρχή και σε όλους τους τόνους ότι η αγορά των S-400 από την Τουρκία θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στη μεταξύ τους συνεργασία.

Το ίδιο είχε γίνει και στην περίπτωση των κινεζικών HQ-9 (αντίγραφο των S-300). Σε εκείνη την περίπτωση η Τουρκία είχε υποχωρήσει.

Στην περίπτωση όμως των S-400 φαίνεται ότι η Τουρκία προχωρά κανονικά με την υλοποίηση της παραγγελίας, αντικρούοντας τις όποιες αιτιάσεις για ασυμβατότητα του συστήματος με τη ΝΑΤΟική (σ.σ. δυτική και κυρίως αμερικάνικη) υποδομή ή συστήματα.

Φυσικά από την απλή παραλαβή των απαρτιών μέχρι την πλήρη ενεργοποίηση του συστήματος απαιτείται πολύς χρόνος (οι Τούρκοι αναφέρουν ότι το σύστημα θα είναι πλήρως επιχειρησιακό τον Οκτώβριο του 2020) και μέχρι τότε πολλά μπορούν να αλλάξουν.

Βασική ένσταση των Η.Π.Α είναι η πιθανότητα «διαρροής» κρίσιμων πληροφορίων που αφορούν στο Α/Φ F-35

(κυρίως για το RCS αλλά πιθανόν και για άλλα συστήματα, όπως το ραντάρ ή η σουίτα ηλεκτρονικού πολέμου) προς τη ρωσική πλευρά,

η οποία θα τα αξιοποιήσει για τη βελτίωση των δικών της συστημάτων, καθώς τα δύο συστήματα θα βρίσκονται στον ίδιο γεωγραφικά χώρο και στις ίδιες ένοπλες δυνάμεις.

Το τελευταίο είναι σημαντικό, καθώς «μοιραία» τα δύο συστήματα θα «συναντηθούν» κάποια στιγμή στο κοντινό ή μακρινό μέλλον.

Όμως σε αυτήν την περίπτωση οι παράμετροι των «συναντήσεων» δεν θα είναι γνωστές και τα όποια συμπεράσματα θα είναι ασαφή ή ακόμα και παραπλανητικά

(δεν είναι τυχαίο ότι τα F-35 στις περισσότερες πτήσεις τους φέρουν συστήματα ενίσχυσης του RCS τους ώστε να μην είναι δυνατή η εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων από «φίλους» και «εχθρούς).

Το F-35 έχει σχεδιαστεί ως ένα σύστημα το οποίο θα μπορεί να διεισδύει σε περιβάλλοντα A2/AD, περιβάλλοντα τα οποία δημιουργούνται κυρίως από συστήματα S-400!

Είναι λοιπόν φυσικό οι Η.Π.Α να μην ενθουσιάζονται στην περίπτωση «συνύπαρξης».

Από την άλλη η εμμονή τους στην πιθανότητα αποκάλυψης των «τρωτών σημείων» του F-35 σημαίνει ότι το τελευταίο δεν έχει τις διαφημιζόμενες δυνατότητες, κάτι το οποίο θα πρέπει να προβληματίσει.

Η απουσία δε οποιασδήποτε αντίρρησης από την «άλλη πλευρά του λόφου» δημιουργεί επιπρόσθετη δυσπιστία ως προς την αποτελεσματικότητα του F-35,

καθώς η επένδυση που γίνεται σε αυτό αφορά σε βάθος άνω των 30 ετών.

Αν λοιπόν το τελευταίο έχει προβλήματα τώρα, τι θα γίνει σε μερικά χρόνια. Η άλλη άποψη αναφέρει ότι το F-35 είναι απλώς η αφορμή και αν δεν υπήρχε αυτό θα είχε βρεθεί κάποιος άλλος λόγος για την επιβολή κυρώσεων.

Ένα άλλο θέμα, πέραν της εκδίωξης της Τουρκίας – ένας εταίρος επιπέδου ΙΙΙ – από το πρόγραμμα του JSF (Joint Strike Fighter),

είναι το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στα πλαίσια του CAATSA.

Μέχρι στιγμής ο πρόεδρος των Η.Π.Α. Donald Trump είναι εξαιρετικά διστακτικός στην επιβολή επιπλέον κυρώσεων

(ακόμα και η εκδίωξη της Τουρκίας από το πρόγραμμα δεν του είναι αρεστή καθώς μια παραγγελία άνω των 100 Α/Φ χάνεται

και όσο και αν άλλες χώρες είναι έτοιμες να αναλάβουν το βιομηχανικό κομμάτι, είναι εξαιρετικά δύσκολο ότι θα μπορέσουν να απορροφήσουν και τα 100 Α/Φ της τουρκικής παραγγελίας)

και προσπαθεί να βρει διάφορες «αφορμές» ώστε να μην επιβάλει επιπλέον κυρώσεις.

Σίγουρα η επιβολή τους θα οδηγήσει την Τουρκία ακόμα περισσότερο προς τη Ρωσία (με την οποία έχουν πολλά κοινά…) με σημαντικές συνέπειες όσον αφορά τη δομή του ΝΑΤΟ.

Επίσης ενδιαφέρον θα έχει η αντίδραση των Η.Π.Α. στην περίπτωση που και η Ινδία προβεί στην αγορά των S-400, σενάριο το οποίο έχει σοβαρές πιθανότητες να υλοποιηθεί.

Όμως η Ινδία έχει και σε εξέλιξη διαγωνισμό για την αγορά μαχητικού Α/Φ με το F-21 (ένα «υβρίδιο» μεταξύ F-16 και F-35) το οποίο προωθείται από τη Lockheed με πιθανότητα και συμπαραγωγή στην Ινδία.

Ένα ακόμη θέμα που μένει προς διευκρίνιση είναι η περίπτωση του πυραύλου SOM, ο οποίος είναι τουρκικής σχεδίασης και κατασκευής και ο οποίος αποτελεί όπλο επιλογής (μαζί με τον NSM της Konsberg) για το F-35.

Από την άλλη ενδεχόμενα η «εκδίωξη» από το πρόγραμμα του F-35 να συμφέρει και την Τουρκία, τουλάχιστον στο οικονομικό κομμάτι.

Το συνολικό πρόγραμμα αγορά και μόνο των Α/Φ θα κοστίσει στην τούρκικη οικονομία άνω των 8 δις $.

Σε αυτό το κόστος θα πρέπει να προστεθεί και το κόστος κατασκευής των υποδομών, δημιουργίας της κατάλληλης υποδομής συντήρησης, στην εκπαίδευση του προσωπικού αλλά και το κόστος χρήσης, το οποίο αναφέρεται ότι δεν είναι καθόλου αμελητέο.

Φυσικά, μέρος του κόστους θα επέστρεφε στην Τουρκία από ανάθεση έργου στις εταιρίες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα αλλά και με τη μεταφορά τεχνογνωσίας,

αλλά και πάλι, στην παρούσα φάση εκτιμάται ότι η τούρκικη οικονομία δεν θα μπορούσε να αντέξει το βάρος του προγράμματος.

Ενδεχόμενα δε το S-400 να απαντά με καλύτερο τρόπο στις τωρινές αμυντικές προκλήσεις της Τουρκίας

(δημιουργία «νεκρής ζώνης» στα σύνορα με την Τουρκία, υποστήριξη των – παράνομων – απαιτήσεων στη Ν.Α. Μεσόγειο, σύσφιξη των σχέσεων με τη Ρωσία, με την οποία μοιράζονται κοινά συμφέροντα, κλπ.).

Μια άλλη αιτίαση αφορά στην «ασυμβατότητα» του συστήματος με τη ΝΑΤΟική υποδομή (βλπ. NADGE).

Η συγκεκριμένη αιτίαση δεν κρίνεται ως βάσιμη καθώς υπάρχουν πολλαπλές τεχνικές μέθοδοι οι οποίες επιτρέπουν τη συνύπαρξη των δυο συστημάτων, χωρίς μάλιστα να απαιτείται η απευθείας επικοινωνία μεταξύ τους.

Κλείνοντας θα σημειωθεί και πάλι ότι η επιχειρησιακή αξιοποίηση των S-400 από πλευράς της Τουρκίας αλλάζει τα δεδομένα όπου και αν αυτοί αναπτυχθούν.

Η απουσία κρίσιμων πληροφορίων (όπως η σύνθεση, το απόθεμα Κ/Β, κλπ.) αποτρέπει σε αυτή τη φάση την εξαγωγή περισσότερων και ακριβέστερων συμπερασμάτων.

Η εκδίωξη της Τουρκίας από το πρόγραμμα του F-35 αποτελεί μια – κατ’ αρχήν – θετική εξέλιξη για την Ελλάδα καθώς το τελευταίο διαφημίζεται ως “game changer”.

Ο συνδυασμός δε F-35/S-400 θα ήταν καταστροφικός για τη χώρα μας.

Φυσικά περισσότερες πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο θα εκδιωχθεί η Τουρκία από το πρόγραμμα δεν έχουν γίνει γνωστές

(ενδεχόμενα η Τουρκία θα απαιτήσει – μέσω της δικαστικής οδού – αποζημίωση ή/και ενεργοποίηση ρήτρας, κλπ.)

ενώ ο πρόεδρος Trump είναι περισσότερο από διστακτικός στην επιβολή επιπλέον κυρώσεων

(υπενθυμίζεται η προσπάθεια που έγινε για τη μη επιβολή ούτε της εκδίωξης από το πρόγραμμα) καίτοι οι τελευταίες αποτελούν νόμο των Η.Π.Α.

Το παρόν αποτελεί μια προσπάθεια για τη «γνωριμία» (όσο αυτό είναι δυνατόν) με το Ο/Σ S-400, το οποίο αποτελεί το επιστέγασμα των αντι-αεροπορικών συστημάτων μεγάλου βεληνεκούς.

Σίγουρα δεν είναι το «απόλυτο υπερόπλο» και στο παρόν αναδείχθηκαν τα διάφορα μειονεκτήματα που παρουσιάζει.

Σε κάθε περίπτωση η σωστή εκτίμηση της απειλής αποτελεί «το άλφα και το ωμέγα» ώστε αυτή να τοποθετηθεί στο σωστό πλαίσιο και να ληφθούν και τα σωστά μέτρα για την αντιμετώπισή της.

*Δήλωση: Το σύνολο των αναφερόμενων στη παρούσα στοιχείων έχει αντληθεί από ανοικτές πηγές και το διαδίκτυο. Έχει γίνει προσπάθεια ώστε όλα τα στοιχεία να διασταυρωθούν ως προς την πληρότητα και ακρίβειά τους,

όμως – λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι πολλές φορές οι κατασκευαστές “φουσκώνουν” τις δυνατότητες των συστημάτων τους

και “εξαφανίζουν τις όποιες αδυναμίες” – τα στοιχεία αυτά ενδέχεται να μην είναι ακριβή.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μόνη ακριβής αξιολόγηση για κάθε είδους οπλικό σύστημα είναι (και θα παραμείνει) οι πραγματικές πολεμικές επιχειρήσεις.

Τουρκικά S-400: Στο φως πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα ΑΝΑΛΥΣΗ